Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2016

ΟΙ ΠΕΙΡΑΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΓΑΊΟΥ



Το Αιγαίο,  ο ανατολικός κόλπος της Μεσογείου και το λίκνο του ελληνικού πολιτισμού, υπήρξε  πριν πολλά χρόνια ένα εξαιρετικό λημέρι για τους πειρατές,  Τα χιλιάδες μικρά νησιά με τα  βράχια,τις  σπηλιές, και τις πολλές κρυμμένες παραλίες έγιναν  ιδανικές κρυψώνες  για τους Πειρατές Χρησιμοποιώντας τα ως ορμητήριο μπορούσαν να εντοπίζουν και να λεηλατούν τα εμπορικά πλοία που ταξίδευαν μέσα στη περιοχή τους.Το έργο της πειρατείας γινόταν  επίσης λιγότερο δύσκολο από το γεγονός ότι τα εμπορικά πλοία έπλεαν κοντά στην ακτή και ποτέ δεν αποτολμούσαν ταξίδια  στην ανοικτή θάλασσα.  Οι δραστηριότητες των Πειρατών είχαν δυο στόχους ...πρώτον τα διερχόμενα σκάφη και τα εμπορεύματα τους και δεύτερον τις επιδρομές ενάντια στους τοπικούς πληθυσμούς των νησιών με στόχο να κλέψουν τους πολύτιμους σπόρους ,τα ζώα τους και συνάμα την αρπάγη των νεότερων και δυνατότερων από τους ντόπιους για να τους χρησιμοποιήσουν ως άμισθα πληρώματα στα πειρατικά σκάφη τους. Νησιά όπως η Ίος το 1528, η Σάμος για πολλές δεκαετίες, αλλά και η Σκιάθο, η Σκόπελος και τα Κύθηρα το 1570 έγιναν  έρημα, ως αποτέλεσμα της εν λόγω δραστηριότητας.Τον 16ο και ιδιαίτερα τον 17ο αιώνα, η πειρατεία αποτελεί κανόνα της καθημερινής ζωής. Από το Βόρειο Αιγαίο ως το Ικάριο (το δικό μας πέλαγος) και το Λιβυκό πέλαγος τα πειρατικά και κουρσάρικα καράβια παραμονεύουν. Οι απέραντες ελληνικές ακτές με την ιδιαίτερη ακτογραμμή, τους βράχους, τις σπηλιές και τους πάμπολλους αθέατους όρμους είναι ιδανικά κρησφύγετα. Ο περιηγητής Deshayes συμβουλεύει τους ταξιδιώτες για Κωνσταντινούπολη να αποφεύγουν το ταξίδι με πλοίο, διότι οι πειρατές καραδοκούν ανάμεσα στην Κρήτη και την Πελοπόννησο (Κάβο Μαλέα).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον κατά την περίοδο της πειρατείας παρουσιάζει η νήσος Κίμωλος, η οποία έχει κάτι σαν ασυλία από πειρατές και κουρσάρους καθώς φιλοξενεί μόνο περί τις πεντακόσιες γυναίκες και έξι με οκτώ καθολικούς παπάδες για τις ανάγκες των πειρατών του Αιγαίου. Ένα άλλο σημαντικό λημέρι πειρατών ήταν και οι Φούρνοι Κορσεών (ή αλλιώς Φούρνοι Ικαρίας)Τα ελληνικά κουρσάρικα και πειρατικά είχαν συνήθως στα πληρώματα τους ορθόδοξους παπάδες όπου για τα πειρατικά της Μάνης ήταν απαράβατος κανόνας.
Ο Ιούλιος Βερν το 1883 έως 1888 ακολουθεί θαλάσσιες ρότες με μηχανοκίνητο ιστιοφόρο. Το 1884 γράφει το βιβλίο "Το Αρχιπέλαγος στις φλόγες" (ή "Οι Πειρατές του Αιγαίου") όπου και μας περιγράφει πως στην Μάνη οι μοναχοί ήταν ουσιαστικά βιγλάτορες που καραδοκούσαν να φανεί κάποιο πλοίο και με τεχνάσματα μετά να το οδηγήσουν στα βράχια ή σε κάποιο ύφαλο. Έτσι λοιπόν μπορούσαν οι ντόπιοι να πλιατσικολογήσουν χωρίς κινδύνους. Τέλος αναφέρεται διεξοδικά στην περιοχή της Μάνης του Μαραθιά, Κυθήρων και Αντικυθήρων.
— Καράβι! ξεφώνισε. ο καλόγερος Σαν αστραπή τινάχτηκαν όλοι οι τεμπέληδες, χτύπησαν παλαμάκια κι έτρεξαν σ’ ένα βράχο πάνω από το λιμάνι. Από κει μπορούσαν ν’ αγναντέψουν μακριά όλο το πέλαγος. Ένας ξένος θα νόμιζε πως η κίνηση τούτη έγινε από το ενδιαφέρον που έχουν οι ναυτικοί για κάθε πλοίο που έρχεται από τα ξένα. Μα πολύ πιο συμφεροντολογικό ενδιαφέρον αναστάτωνε έτσι τους λιμανιώτες μας. Γιατί οι Μανιάτες ήταν τότε αγριώτατος λαός και φοβεροί κουρσάροι. Κι ακριβώς το λιμάνι του Οίτυλου στην άκρη της Πελοποννήσου, ανάμεσα σε δυο θάλασσες και κοντά στα Ανηκύθηρα, το αγαπημένο νησί των κουρσάρων, ήτανε περίφημο για τη δουλειά τούτη. Το κέντρο αυτό της Μάνης το λέγανε Κακοβούνι κι οι κακοβουνιώτες, ενεδρεύοντας στην άκρη αυτή του Ταίναρου, στύλωναν τα μάτια τους στο πέλαγος λαχταρώντας το πρώτο καράβι που θα φανεί να το κουρσέψουν. Του ρίχνονταν με τα δικά τους καράβια ή το τραβούσαν κοντά στη στεριά με ψεύτικα σινιάλα. Παντού λήστευαν και έκαιγαν. Λίγο τους έμελε αν το πλήρωμα ήταν Τούρκοι, Αραπάδες, Μαλτέζοι ή Έλληνες ακόμα! Τους έσφαζαν αλύπητα ή τους πουλούσαν σκλάβους στην Αφρική. Τύχαινε και δεν είχανε δουλειά, και δεν περνούσανε καράβια από τ’ ακρογιάλια της Κορώνης ή της Λακωνίας; Τότε, λοιπόν, παρακαλούσανε το θεό της φουρτούνας, να ευδοκήσει να τους στείλει κανένα καράβι μεγάλο και πλούσια φορτωμένο! Τώρα όμως και λίγες βδομάδες οι σφαγές και τα κούρσα είχανε σταματήσει. Κανένα καΐκι δεν ξέπεσε στ’ ακρογιάλια της Μάνης. Φαντάζεστε λοιπόν τι χαρά ξέσπασε, ήταν το καλόγερος πρόσφερε την περιπόητη λέξη: — Καράβι!..απόσπασμα απο το βιβλίο του ΙΟΥΛΙΟΥ ΒΕΡΝ ΟΙ ΠΕΙΡAΤAI ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ (L’ARCHIPEL ΕΝ FEU) Διασκευή: Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ     φωτογραφια
Κοσμάς Ινιωτάκης
Σ' όλα τα νησιά του Αρχιπελάγους και στις παράκτιες περιοχές υπήρχαν παρατηρητήρια, βίγλες, απ' όπου οι βιγλάτορες παρακολουθούσαν μέρα και νύχτα τα καράβια που πλησίαζαν στη στεριά και ειδοποιούσαν τον πληθυσμό μόλις διέκριναν κάποιο πλοίο.
Διαβόητος έμεινε σε όλη την Μεσόγειο ο Έλληνας εξωμότης πειρατής και κουρσάρος Μπαρμπαρόσα (Κοκκινογένης). Στην ουσία όμως δεν επρόκειτο για έναν αλλά για δύο αδέρφια, οι οποίοι κατάγονταν από τη Λέσβο και ήταν εγγόνια παπά. Το 16ο αιώνα είχαν καταληστέψει με τα πλοία τους όλα τα παράλια της ανατολικής Μεσογείου και τις Ενετοκρατούμενες Κυκλάδες, σπέρνοντας τον τρόμο σε όλο το Αιγαίο με απίστευτη αγριότητα, δημιουργώντας μέχρι και δικό τους κράτος (Μπαρμπαριά) και κόβοντας δικό τους νόμισμα.
Είναι γεγονός ότι κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου επιδίδονται στην πειρατεία άνθρωποι κάθε εθνικότητας και θρησκεύματος από νησιώτες μέχρι Τυνήσιους, Βενετούς, Σικελούς και Τούρκους. Πειρατές ήταν και οι Μανιάτες. Τη Μάνη την ονόμαζαν Μεγάλο Αλγέρι. Τον 18 αιώνα, η Μάνη ζει από πειρατικές επιδρομές αποκλειστικά. Όταν δεν ταξιδεύουν με τα καράβια τους, ενεδρεύουν περιμένοντας να παρασυρθεί κάποιο καράβι στην ακτή από την κακοκαιρία ή από τα δόλια τεχνάσματα τους.
Αρχές 19ου αιώνα ο αριθμός των ελληνικών πλοίων που επιδίδονται σε πειρατικές επιδρομές αυξάνεται σταθερά εξαιτίας της δυσμενούς τροπής που παίρνει ο Αγώνας. Στις αρχές του 1828 ήταν περί τα 1.500 πλοία και 50.000 ναύτες που ασχολούνται συστηματικά με την πειρατεία και λυμαίνονται το Αιγαίο. Από τον Ελλήσποντο ως τη Ρόδο και τα ανατολικά παράλια της Πελοποννήσου οι πειρατές προκαλούν με τη δράση τους πάμπολλα προβλήματα. Αυτός που τελικά κατόρθωσε να ελέγξει την κατάσταση, ήταν ο Καποδίστριας όταν ήρθε τον Ιανουάριο του 1828 στην Ελλάδα, για να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Η καταστολή της πειρατείας υπήρξε άμεση και εντυπωσιακή. Η πειρατεία εκριζώθηκε με τη σύσταση δύο ελληνικών μοιρών υπό τον Ανδρέα Μιαούλη και τον Κωνσταντίνο Κανάρη. Ωστόσο η δολοφονία του Καποδίστρια (1831) και η αναρχία που ακολούθησε, αναζωπύρωσε τη δραστηριότητα των πειρατών, μολονότι η Ελλάδα από το 1830 ήδη άρχισε τον ελεύθερο πολιτικό της βίο, που δεν της εξασφαλίζει όμως και την ανάλογη ευνομία.
Η εμφάνιση πειρατικών πλοίων στην ελληνική θάλασσα διακόπηκε οριστικά το 1850, όταν το Πολεμικό Ναυτικό ανέλαβε την καταδίωξή τους με την παράλληλη δράση και ξένων στόλων καταστρέφοντας οριστικά τα πειρατικά ορμητήρια του Αιγαίου. Από τη χρονιά αυτή ξεκινάει ως ένδειξη ελευθερίας και το άσπρισμα των σπιτιών στα νησιά του Αιγαίου από τους ντόπιους, καθώς δεν υπάρχει πια ο κίνδυνος θέασης των χωριών από τους πειρατές.
Εν κατακλείδι τον 19ο αιώνα, τα κρούσματα και οι πειρατικές επιδρομές γίνονται σπανιότερα και είναι βέβαια ηπιότερης μορφής απ' ότι σε προγενέστερες εποχές, γεγονός που σχετίζεται με την αρτιότερη κρατική οργάνωση αλλά και με τον εκσυγχρονισμό της ναυτιλίας.
Οι δε οικισμοί στα παραθαλάσσια μέρη και στα νησιά μέχρι τότε βρίσκονταν μακριά από την θάλασσα σε αθέατα σημεία και σε πάμπολλες περιπτώσεις τα σπίτια χτίζονταν το ένα δίπλα στο άλλο σε μορφή κάστρου (συναντάτε σε όλο το Αιγαίο).
Η Ικαρία, γεμάτη από πυκνά δάση  από τις βουνοκορφές της ως και τα παράλια από δένδρα αιώνων, με ορεινά κακοπέρατα και σωσμένα από τους καιρούς του Λίθου, με τους ραούς (τα ρήγματα της γης), τους απρόσιτους κρημνούς, τα υπόγεια κατοικητήρια, τα χωστά κελιά ήχωστοκέλια, με είσοδο κατακαλυμμένη από θάμνους αιωνόβιους, Αυτή η ιδιαίτερη και μοναδική σε όλο το Αιγαίο φύση της ήταν επόμενο να οπλίσει τους Ικαρίους  με την υποδειγματική αντιπειρατική εμπειρία και τη δυνατότητα που έμελλε να εξασφαλίσει την επιβίωση των ιδίων και της αρχαιότροπης ιωνικής λαλιάς των.Ο κυριότερος όμως λόγος της σωτήριας αντιπειρατικής τακτικής των Ικαριωτών ήταν ότι οι ίδιοι ήταν γνωστές των πειρατών αφού οι περισσότεροι κάτοικοι της Ικαρίας ήρθαν στο νησί  πότε σαν κυνηγημένοι από τα κουρσάρικα καράβια και πότε σαν πειρατές που αναζητουσαν  έναν άλλο τρόπο Ζωής....! 

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

Το αντιπειρατικό σπίτι, η τέχνη των Ικάριων για την Επιβίωση !


Το ιδιότυπο οικιστικό περιβάλλον της Ικαρίας παράγοντας ευζωίας των κατοίκων της.
Οι κάτοικοι της Ικαρίας από πολύ νωρίς οργάνωσαν ένα μοναδικό αμυντικό σύστημα που βασίσθηκε στην απόκρυψη και την αφάνεια και όχι στην συσπείρωση και την οχύρωση όπως στα περισσότερα νησιά, και το οποίο μεταξύ των άλλων είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία μιας ιδιαίτερης μορφής οικισμών και κατοικίας. .. Η αμυντική αυτή οργάνωση του νησιού είχε σαν αποτέλεσμα την επιβίωση ενός λαού που διατήρησε μέχρι τουλάχιστον τις αρχές του 20ου αιώνα πολλά από τα αρχαία στοιχεία του όπως γλώσσα, έθιμα αλλά και την μορφή της κατοικίας του. Ποια είναι λοιπόν τα ιδιόμορφα χαρακτηριστικά του κτιστού περιβάλλοντος του
νησιού που προέκυψαν από όλα αυτά ...αυτό που οι Ικαριώτες ονομάζουν χυτό ή αντιπειρατικό σπίτι. Αυτό το ταπεινό μονόχωρο ορθογωνικής κάτοψης σπίτι, με την μονόρριχτη στέγη, με τον αυλότοιχο που καλύπτει όλη την πρόσοψη του και το χωστοκέλι του( ο υπόγειος οικογενειακός κρυψώνας)καθώς και με την αυστηρή
τυποποίηση της μορφής του, σε όλη την έκταση του νησιού, αποτελεί ένα μοναδικό
τύπο κατοικίας σε ολόκληρο το Αιγαίο αλλά και στον ελλαδικό χώρο. Το μονόχωρο αντιπειρατικό σπίτι αρχίζει να κτίζεται από τον 17ο αιώνα όταν οι κάτοικοι του νησιού κατεβαίνουν σε πιο φιλόξενες περιοχές. Είναι ένα μονόχωρο κτίσμα τοποθετημένο σε ημιορεινή, δασωμένη, και μακριά από την θάλασσα περιοχή, κοντά σε πηγή νερού και συνήθως σε σημείο (σπιτοκάθισμα) που προέκυπτε από εκσκαφή αν ήταν δυνατόν της ανωφέρειας ώστε να δημιουργηθεί πρανές ορύγματος (αγιάρι) αν δεν υπήρχε φυσικό πρανές (άσπα), πάνω στο οποίο ετοποθετείτο η πίσω πλευρά του κτίσματος.Σε κάθε αντιπειρατικό σπίτι υπήρχε διαμορφωμένη κόχη για τον χειρόμυλο. Μαζί με την πρωτόγονη εστία ήταν οι πλέον απαραίτητες κατασκευές για την ζωή της οικογένειας.
Το εξωτερικό μήκος της όψης ήταν περίπου 6,0-7,0 μέτρα και το πλάτος 3,50-4,00 μέτρα. Το ύψος της πρόσοψης 0,90-1,20 μέτρα και το ύψος της πίσω πλευράς 1,40-1,70 μ. Οι τοίχοι κατασκευάζονταν από πέτρες, χωρίς συνδετικό υλικό και επίχρισμα. Η στέγη ήταν μονοκλινής (μονόρριχτη, χυτή), καλυμμένη με πέτρινες πλάκες που στηρίζονταν σε ξύλινα δοκάρια τοποθετημένα κατά την μικρή διάσταση της κάτοψης (καταχύματα). Τα καταχύματα συνήθως ήταν χονδροί κλάδοι δένδρων ή κορμοί μικρών κυπαρισσιών. Στην πρόσοψη το κτίσμα είχε μία πόρτα (θυρίδα) ύψους 0,70-0,90 μ. η οποία ήταν και το μοναδικό άνοιγμα του σπιτιού. Καπνοδόχος δεν υπήρχε. Υπήρχε μόνο στην στέγη μία πλάκα πάνω από την εστία που μετατοπιζόταν και άφηνε άνοιγμα από όπου φωτιζόταν και αεριζόταν το σπίτι (ανεφάντης). Μπροστά στο σπίτι, προς τη θάλασσα ή την κατωφέρεια και σε απόσταση περίπου 1,00 μ. από την πρόσοψη κτιζόταν αυλότοιχος από ξερολιθιά σε ύψος λίγο μεγαλύτερο από την όψη του σπιτιού και σε μήκος όσο αυτή. Αυτός κάλυπτε το σπίτι ώστε να μην γίνεται αντιληπτό το φως κατά τη νύκτα όταν άνοιγε η πόρτα αλλά ούτε και οι άνθρωποι που κινιόνταν μπροστά στο σπίτι κατά την ημέρα. Παρουσίαζε δε την ίδια εικόνα με τους τοίχους των πεζουλιών που λόγω του κεκλιμένου εδάφους κατασκεύαζαν οι άνθρωποι για να καλλιεργήσουν. Τα σπίτια καλύπτονταν σχεδόν πάντα από πυκνή βλάστηση. Ήταν τόσο καλά κρυμμένα και προσαρμοσμένα στο άμεσο περιβάλλον, ώστε ήταν αόρατα από οποιοδήποτε σημείο. Μέσα στο σπίτι αρχικά υπήρχε μόνον μία πρωτόγονη εστία που απετελείτο από δύο αντικείμενες πέτρες (πυρομάχια) και ο χειρόμυλος. Η οικογένεια κοιμότανε στο χωμάτινο δάπεδο αφού έστρωνε δέρματα ή καμβά (τρίχινο ύφασμα). Σε επαφή με τον οπίσθιο τοίχο υπήρχε ο υπόγειος οικογενειακός κρυψώνας (χωστοκέλι). Αυτός είχε σκαφτεί στη γη με εκμετάλλευση της προς το πίσω μέρος σπιτιού ανωφέρειας πριν την ανέγερση του. Σε ώρες επιδρομών και κινδύνων η οικογένεια ξήλωνε από το εσωτερικό του σπιτιού σημείο του οπίσθιου τοίχου και κατέφευγε εκεί αφού αποκαθιστούσε εσωτερικά το άνοιγμα με τις ίδιες πέτρες. Το χωστοκέλι είχε συνήθως δεύτερη έξοδο διαφυγής καλυμμένη από βλάστηση, φυλασσόταν δε σ’ αυτό πάντα απόθεμα τροφίμων. Η κλοπή των εφοδίων αυτών από ντόπιους ετιμωρείτο με την ποινή του θανάτου από τους Δημάρχους ως πράξη εσχάτης προδοσίας κατά του «κοινού της πατρίδας».

Το αντιπειρατικό σπίτι είναι
κατασκευασμένο σε τέτοια θέση και με τέτοιον τρόπο που να μην διακρίνεται ακόμη και όταν βρίσκεσαι σχεδόν δίπλα του, αν δεν γνωρίζεις την θέση του. Η ιδιότητα του αυτή υπήρξε ένα από τα βασικά όπλα των Ικαριωτών στον αγώνα τους για επιβίωση. Θεωρείται το γνήσιο παραδοσιακό ικαριώτικο σπίτι που αποτέλεσε την μήτρα ενός ολόκληρου λαού για πολλούς αιώνες. πηγες https://ikarianews.net/         Γιώργος Ν. Κόκκινος Πολιτικός Μηχανικός

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2016

Η Ιστορία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας στη Ικαρία

Η σκληρή αναμέτρηση 
Ομάδα μαχητών του ΔΣΕ στη Σάμο

Μια ξεχωριστή πλευρά της Ιστορίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας είναι αυτή που αναφέρεται στη δράση του στη Ικαρια  . Εκεί όπου οι δυσκολίες πολλαπλασιάζονταν από τη στενότητα των χώρων που αναγκαστικά περιόριζαν τις δυνατότητες ελιγμών, εκεί όπου η θάλασσα καθόριζε και τα όρια ανεφοδιασμού, αλλά και τις δυνατότητες ενίσχυσης και ανανέωσης των δυνάμεων. Περιορισμοί που αν στην περίπτωση της Πελοποννήσου οδήγησαν στην εξόντωση ολόκληρης της 3ης Μεραρχίας, στα νησιά προδιέγραφαν τη δράση των μαχητών του ΔΣΕ ως τα όρια των αποστολών αυτοκτονίας. Κι όμως, σ' αυτά τα στενά όρια αναπτύχθηκε μια πλούσια δράση που προκάλεσε ουκ ολίγα προβλήματα στην αστική τάξη και τα στρατιωτικά επιτελεία της. Δεν είναι τυχαίο ότι για την αντιμετώπιση του ΔΣΕ στη Σάμο κατέβηκε στο νησί ο ίδιος ο Αμερικανός στρατηγός Βαν Φλιτ, ούτε ότι στην Κρήτη ο πρώτος ρόλος για την αντιμετώπιση του επαναστατικού κινήματος δόθηκε στις ομάδες των φιλελεύθερων βενιζελικών.                                                 Ικαρία
Στην Ικαρία το κίνημα ήταν ανέκαθεν ισχυρό, γεγονός που μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας δεν άφηνε αρκετά περιθώρια για την εκεί δράση παρακρατικών συμμοριών. Ο νομάρχης, όμως, της Σάμου, Χρήστος Κούσουλας, επιδιώκοντας να δημιουργήσει και σ' αυτό το νησί εμφυλιοπολεμικό κλίμα, έστειλε στις εκεί αστυνομικές αρχές εμπιστευτικό τηλεγράφημα, με το οποίο διέταζε την άμεση σύλληψη όλων των στελεχών του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στην Ικαρία. Το τηλεγράφημα έγινε γνωστό στην τοπική Οργάνωση του ΚΚΕ, με αποτέλεσμα διακόσια περίπου μέλη και στελέχη του να περάσουν στην παρανομία. Στην αρχή κρύβονταν άοπλοι και αργότερα ορισμένοι απ' αυτούς παραδόθηκαν ή έφυγαν από το νησί - οι πιο πολλοί, όμως, έμειναν στην Ικαρία, περιμένοντας τις εξελίξεις.
Το καλοκαίρι του 1947, σε μυστική σύσκεψη στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος, του Αγροτικού Κόμματος και της ΕΠΟΝ, συγκροτήθηκε διακομματική επιτροπή ως ενιαίο καθοδηγητικό κέντρο του ικαριώτικου κινήματος και πάρθηκαν αποφάσεις, που αφορούσαν τις σχέσεις και τη δουλειά με τους εξόριστους, τη φύλαξη του παράνομου μηχανισμού και την έκδοση της παράνομης πια εφημερίδας «Νέα Ικαρία». Στη σύσκεψη δεν συζητήθηκε η οργάνωση ένοπλων τμημάτων κρούσης στο νησί. Η απόφαση για την ένοπλη αυτοάμυνα πάρθηκε λίγο αργότερα, με εισήγηση του Γιάννη Σαλά, ο οποίος, πηγαίνοντας τότε στη Σάμο, πέρασε από την Ικαρία. Επρόκειτο, ωστόσο, για παθητική αυτοάμυνα, που εφαρμόστηκε μέχρι το τέλος, και όχι για ενεργητική, που την είχε αργότερα συμβουλεύσει το Αρχηγείο του Δημοκρατικού Στρατού της Σάμου.
Η πρώτη σύγκρουση των Ικαριωτών αυτοαμυνιτών με ομάδες των 300 χωροφυλάκων και των 100 περίπου ΜΑΥδων, που φρουρούσαν το νησί, πραγματοποιήθηκε στην περιοχή του Φραντάτου και εξελίχτηκε σε πολύωρη μάχη, χωρίς ωστόσο απώλειες. Η δεύτερη σύγκρουση έγινε στον Ορθό Λούρο, πάνω από το Μαυράτο, χωρίς επίσης απώλειες, η τρίτη στο Μαύρο Γκρεμό, πάνω από το Δρούτσουλα, με θύμα τον Γεώργιο Βελετάκη και η τέταρτη στον Αγιο Ονούφριο, με νεκρό τον Μόσχο Μάζαρη και αιχμαλώτους τον Γεώργιο Τσερμέγκα και τον Παναγιώτη Σαμπλίδη, που εκτελέστηκαν αργότερα, ύστερα από απόφαση του στρατοδικείου της Σάμου. Η πέμπτη σύγκρουση σημειώθηκε στο Δοκίμι, πάνω από την Αρέθουσα, με ένα νεκρό και μερικούς τραυματίες από τη δύναμη της Χωροφυλακής, και η έκτη στη χαράδρα της Σχίζας, μεταξύ Αρέθουσας και Καραβόσταμου, με νεκρό τον Διαμαντή Διαμαντή και βαριά τραυματισμένο τον Θεολόγο Τσούνη. Μέχρι το 1951 που οι τελευταίοι 8 αντάρτες φυγαδεύονται από το νησί, μεσολαβεί μια περίοδος σκληρής παρανομίας για την οποία, όμως, θα χρειάζονταν σελίδες ειδικής αναφοράς.                                                          
Δυστυχώς έως σήμερα δεν έχει εντοπιστεί έντυπο υλικό της ομάδας ανταρτών της Ικαρίας. Στο νησί λέγεται ότι κατά τη διάρκεια εξόρυξης σχιστόλιθων το 1970 στον παλιό δρόμο από Τσουδερό προς Μαυράτο βρέθηκε ένα σιδερένιο δοχείο με κατεστραμένο από την υγρασία έντυπο υλικό της ομάδας.
Ο αγωνιστής Αντώνης Καλαμπόγιας αναφέρει για την δραστηριότητα των οκτώ: 
" Με ένα πολύ πυκνό δίχτυ καταφυγίων μέσα στα χωριά και στα βουνά δημιουργήσαμε τις προϋποθέσεις για να σ΄τησουμε ένα γερό κομματικό μηχανισμό. Προμηθευτήκαμε δύο ραδιόφωνα, δύο γραφομηχανές, πολυγράφους, χαρτί και ότι άλλο χρειαζούμενο και στήσαμε το "εκδοτικό" μας σε ένα καταφύγιο. Άρχισε όλο το νησί να έχει και το παράνομο δελτίο και τα άλλα παράνομα έντυπά του. Ο κάθε αγωνιστής διάβαζε προσεκτικά το γραφτό που έπαιρνε στα χέρια του. Κι ο καθένας καταλάβαινε σε ποιες συνθήκες τυπώνονταν και με τι δυσκολίες και κινδύνους έφθανε στα χέρια του κάθε έντυπο της οργάνωσης." 
Η ενημέρωση των κατοίκων της Ικαρίας από τα παράνομα έντυπα των οκτώ συνεχίστηκε παρά τα δρακόντεια τρομοκρατικά μέτρα των αστυνομικών αρχών του νησιού. μέχρι το Σάββατο 15 Ιούλη 1955, όταν κατόρθωσαν να αποδράσουν με καΐκι, στέλνοντας από το πέλαγος το μήνυμα: 
Αγαπημένη μας Νικαριά, καλή αντάμωση
 

Ενα περιστατικό της Λευκής Τρομοκρατίας στην Ικαρία

Η σύγχρονη ιστοριογραφία αναφέρεται στην περίοδο 1945-1946 ως περίοδο της Λευκής Τρομοκρατίας στην μετακατοχική Ελλάδα. Είτε συμφωνούμε είτε όχι με την περιοδολόγησή της συμφωνούμε ότι στο διάστημα αυτό συνέβησαν σωρείας περιστατικών βίας και αυθαιρεσίας ενάντια στους κομμουνιστές και τους αγωνιστές της Κατοχής. 

Στο νησί της Ικαρίας λόγω της μεγάλης του συμμετοχής στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, αλλά και λόγω της στενής επαφής των ντόπιων με το δημοκρατικό και προοδευτικό στοιχείο ήδη από την εποχή των μεταξικών διώξεων, τα περιστατικά αυτά δεν εμφανίστηκαν σε έκταση.

Ήδη από το 1945 κανένας από τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης δεν αισθάνεται ασφαλής στην Ικαρία, αλλά και γενικότερα στην Ελλάδα. Οι χωροφύλακες και ειδικά στην ύπαιθρο έχουν δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω σε κάθε πολίτη. Στήνουν δε τις πιο απίστευτες κατηγορίες προκειμένου να χαρακτηρίσουν έναν πολίτη ως "¨επικίνδυνο για την ασφάλεια" ή "τρομοκράτη". Τον συλλαμβάνουν κι από εκεί ξεκινά μια οδύσσεια βασανιστηρίων, διώξεων, φυλακίσεων, εξοριών και εκτελέσεων.

Έτσι και στην Ικαρία οι διωκόμενοι αγωνιστές που καταφεύγουν στα βουνά πληθαίνουν.

Στο Ξυλοσύρτης Ικαρίας στο βάθος μιας ρεματιάς βρίσκεται μια σπηλιά με απότομους γκρεμούς δίπλα της. Εκεί το 1946 κρύβονταν μια ομάδα 3-4 διωκόμενων αγωνιστών. Τη μέρα ήταν αδύνατο να πλησιάσει κανείς αυτή τη σπηλιά χωρίς να γίνει αντιληπτός. Τη νύχτα το πέρασμά του θα γίνονταν πολύ επικίνδυνο από το σκοτάδι. Την ημέρα, οι παράνομοι λουφάζουν και εποπτεύουν την γύρω περιοχή για κινήσεις. Τη νύχτα βγαίνουν για τις οργανωτικές τους δουλειές και για να ανεφοδιαστούν. 

Κάποια νύχτα, κάποιος ενημερωμένος προφανώς για τα κατατόπια των ανταρτών και τα περάσματα οδηγεί εκεί ένα απόσπασμα χωροφυλακής. Οι χωροφύλακες κυκλώνουν τη σπηλιά και φωνάζουν στους παράνομους να παραδοθούν. Εκείνοι, μη έχοντας όπλα ή άλλη δίοδο διαφυγής παραδίδονται στις αρχές. Ο αποσπασματάρχης όμως φαίνεται πως επιθυμούσε να χυθεί αίμα. 

Γνωρίζοντας από τον πληροφοριοδότη ποιος είναι ο επικεφαλής των παρανόμων ρωτά: "Ποιος από εσάς είναι ο Νιάπας Νέστορας;" Ο Νέστορας Νιάπας, ένα στέλεχος του ΚΚΕ και αντάρτης του ΕΛΑΣ βγαίνει μπροστά μερικά βήματα και παρουσιάζεται: "Εγώ είμαι. Γιατί;" Και ακριβώς στο σημείο που στέκονταν ο αποσπασματάρχης τον θερίζει με μια ριπή. Οι υπόλοιποι χωροφύλακες ρίχνουν μερικές τουφεκιές στον αέρα και κατεβαίνουν με τους αιχμαλώτους τους στο χωριό. 

Το περιστατικό αυτό αποτυπώθηκε ως "σκληρή μάχη με συμμορίτες" στον τύπο και εκθειάστηκε η γενναιότητα της χωροφυλακής. http://kokkinosfakelos.blogspot.gr

Το σανατόριο των Εξόριστων της Ικαρίας

Φυματικοί εξόριστοι σε τάφους συντρόφων τους στο σανατόριο της μονής Μουντέ
Το παρακάτω άρθρο χρησιμοποιεί στοιχεία και φωτογραφικά ντοκουμέντα από το υπέροχο βιβλίο του Δημήτρη Νταλιάνη Το σανατόριο εξόριστων Ικαρίας 1948-1949, από τις εκδόσεις Αλφειός.

Το σανατόριο των εξόριστων της Ικαρίας όπως το γνωρίσαμε μέσα από το βιβλίο του Δημήτρη Νταλιάνη, δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της Επιτροπής Εξορίστων Ικαρίας για να καλύψει τις ανάγκες των φυματικών εξόριστων σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, να προστατεύσει τους υπόλοιπους κρατούμενους από μετάδοση της νόσου αλλά και τον ντόπιο πληθυσμό. Επικεφαλής της δημιουργίας του αλλά και της λειτουργίας του τέθηκε ο ειδικός πνευμονολόγος Δημήτρης Νταλιάνης, που κατά την διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης και των Δεκεμβριανών δούλεψε ακούραστα στο πλευρό των νοσοκόμων και των γιατρών της Εθνικής Αλληλεγγύης στο νοσοκομείο Σωτηρία.

Το σανατόριο που τοποθετήθηκε στην γνωστή μονή Μοντέ (ή Μουντέ)  στέγασε στην διάρκεια ζωής του πάνω από 120 εξόριστους παρέχοντας κάτω από τις χειρότερες δυνατές συνθήκες την καλύτερη δυνατή περίθαλψη. Χαρακτηριστικό είναι ότι κατά την δίχρονη λειτουργία του, αρκετοί θεραπεύτηκαν ή βελτίωσαν την κατάσταση της ασθενείας τους και μονάχα πέντε βαριές περιπτώσεις ασθενών πέθαναν (τα ιερά τους λείψανα βρίσκονται ακόμα θαμμένα στον προαύλιο χώρο της μονής).

Χαρακτηριστικό της αυτοθυσίας και της προσπάθειας του γιατρού Δημήτρη Νταλιάνη αλλά και όλου του προσωπικού ήταν η θεραπεία των ασθενών με το φορητό μηχάνημα πνευμοθώρακα που ο Νταλιάνης κατάφερε να φέρει από το σπίτι του στην Αθήνα μέσω της συζύγου του, η πειραματική ηλιοθεραπεία των συριγγίων και η αφαίρεση πύου με καλάμια ελλείψει σύριγγας !

Η ομάδα συμβίωσης του σανατορίου κατάφερε όχι μόνο να ζήσει αλλά και να δημιουργήσει καλλιτεχνικά, με χειρόγραφα βιβλία, ποιήματα, χειροτεχνήματα αλλά και με την μουσική της αυτοσχέδιας κιθάρας και μπαλαλάικας που έφτιαξε ο μαραγκός της ομάδας. Στην ομάδα των φυματικών συμμετείχαν και εθελοντές εξόριστοι που με ψεύτικες διαγνώσεις των γιατρών έρχονταν να ζήσουν κοντά στους φυματικούς και να αναλάβουν τις βαριές δουλειές που χρειάζονταν να γίνουν.


Στο σανατόριο νοσηλεύθηκαν μεγάλες μορφές του αντιστασιακού αλλά και καλλιτεχνικού χώρου όπως αυτή του καταξιωμένου ζωγράφου Δημήτρη Μεγαλίδη που φιλοτέχνησε το πορτραίτο του γιατρού Νταλιάνη και της συζύγου του.



Ο κατάλογος των νεκρών εξόριστων του σανατορίου


  • Γκότσης Χαράλαμπος
  • Λεονταρίδης
  • Ξένος
  • Πολίτης Κώστας
  • Τσακαλώτος Ιωάννης



Εικόνες από το βιβλίο: 



Ασθενείς και νοσηλευτικό προσωπικό του σανατορίου Μουντέ 

Στη μάντρα του μοναστηριού Μουντέ 

Φυματικοί εξόριστοι στην μονή Μουντέ Ικαρίας



Χειρόγραφο βιβλίο φυματικού εξόριστου στην Μονή Μουντέ

Σημείωση βιβλίου εξόριστου


"Το βιβλίο αυτό άρχισα να το αντιγράφω το καλοκαίρι του 1948 στο μοναστήρι της βόρειας Ικαρίας
Παναγία του Μουντέ, όπου εκρατούμην εξόριστος και το τελείωσα εις το ξερονήσι
Μακρόνησος εις το τέλος του 1949. 
Ήταν μια διέξοδος (όχι χωρίς κίνδυνο) της σκέψης, εκείνες τις δύσκολες στιγμές 
που ο φασισμός μας κρατούσε αιχμαλώτους και που δυστυχώς μας κρατάει ακόμη 

Μάης 1950 "



Εφημερίδες της εποχής για τους φυματικούς της Ικαρίας
Εφημερίδες της εποχής για τους φυματικούς της Ικαρίας

Εφημερίδες της εποχής για τους φυματικούς της Ικαρίας
Από την εφημερίδα "Δημοκρατικός"

Υπηρεσιακό σημείωμα του Υγειονομικού Κέντρου Σάμου για τους φυματικούς εξόριστους της Ικαρίας




Το πορτραίτο της γυναίκας του Δημήτρη Νταλιάνη , Μαντώς  από το χέρι του ζωγράφου Δημήτρη Μεγαλίδη ( 24-8-1948) Φιλοτεχνήθηκε στη μονή Μουντέ

Το πορτραίτο του Δημήτρη Νταλιάνη , από το χέρι του ζωγράφου Δημήτρη Μεγαλίδη. Φιλοτεχνήθηκε στη μονή Μουντέ
Η μονή Μουντέ σήμερα

Στις μέρες μας, οι διάσπαρτοι τάφοι όσων έμειναν για πάντα εκεί, «συγκεντρώθηκαν» σε ειδικό χώρο, λίγα μέτρα έξω από το μοναστήρι.

Εκεί κάθε χρόνο στα τέλη Αυγούστου, (για τη χρονιά αυτή, η εκδήλωση είναι για αύριο Κυριακή 21 Αυγούστου με πρωτοβουλία του Συλλόγου Ραχιωτών, αλλά και τη συμμετοχή άλλων φορέων, συγγενών των θυμάτων και παλιών πολιτικών εξορίστων, γίνεται το ετήσιο μνημόσυνο (πολιτικό και θρησκευτικό).






Η μονή όπως φαίνεται από το δρόμο
Ο περίβολος της μονής Μουντέ σήμερα


Το πηγάδι της μονής Μουντέ                                                                             πηγη http://kokkinosfakelos.blogspot.gr/

Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

Η ίδρυση της Ελεύθερης Πολιτείας της Ικαρίας το 1912

“Πέτρα σκληρή και άγονη με κάτοικους απόρους,
κι’ αυτούς τους τοποθέτησαν εξ’ ίσου εις τους φόρους [...]
Μόνη σου παραδόθηκες μ’ αγάπη στην Ελλάδα,
Και κείνη σ’ έχει σήμερα σαν μια καλή γελάδα….”
Ο Ιταλοτουρκικός πόλεμος, που ξέσπασε το 1911 στη Λιβύη, μεταφέρθηκε στο Αιγαίο με σκοπό οι Ιταλοί να καταλάβουν τα Δωδεκάνησα. Με αυτό τον τρόπο ήθελαν να εμποδίσουν την ενίσχυση των τουρκικών δυνάμεων από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Έως τον Μάιο του 1912 τα περισσότερα από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των Ιταλών. Σαν σήμερα, στις 17 Ιουλίου του 1912, οι κάτοικοι της Ικαρίας, που δεν βρισκόταν υπό ιταλική κατοχή, ανακηρύσσουν την Ικαρική Πολιτεία.
Με αφορμή την Ιταλική κατοχή, αντιπρόσωποι των ελληνικών νησιών συναντήθηκαν στο μοναστήρι του Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο από τις 3 έως τις 5 Ιουνίου του 1912. Στις 4 του ίδιου μήνα, οι αντιπροσωπείες κήρυξαν τη δημιουργία της «Πολιτείας του Αιγαίου» εκφράζοντας έτσι την κοινή τους επιθυμία για ένωση με την υπόλοιπη Ελλάδα και την αποχώρηση των Ιταλών.
Ο Χ. Παμφίλης, δικηγόρος και εκπρόσωπος της «Ικαριακής εν Αιγύπτω Αδελφότητος» βρέθηκε μεταξύ αλληλέγγυων νησιωτών του Αιγαίου σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στην Αλεξάνδρεια. Τάχθηκε υπέρ του ένοπλου αγώνα κατά των Τούρκων στην Ικαρία και πρότεινε την κήρυξη της αυτονομίας των όμορων νησιών. Οι Ικαριώτες, κατόπιν τούτου, ήρθαν σε επαφή με την ελληνική κυβέρνηση μέσω του γιατρού Ιωάννη Μαλαχία.
Ξεκίνησαν άμεσα τις προετοιμασίες για την εκπαίδευση των ανδρών στη μάχη. Ο απεσταλμένος του Υπουργείου Εξωτερικών Κ. Μυριανιθόπουλος Κυπραίος, ηγήθηκε του ένοπλου σώματος των Ικαρίων. Στην εξέγερση που ακολούθησε, οι Ικαριώτες κατάφεραν να επανακτήσουν τον έλεγχο εδαφών. Έφτασαν στο χωριό Χρυσόστομος όπου έλαβε χώρα μία αιματηρή μάχη, κατά τη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ο Ι. Σπανός.
Το τελευταίο προπύργιο των Τούρκων ήταν το διοικητήριο στον Άγιο Κήρυκο. Οι υπερασπιστές του παραδόθηκαν και μαζί με άλλους αιχμαλώτους μεταφέρθηκαν στη Σάμο, από όπου κατευθύνθηκαν στη συνέχεια προς την Έφεσο.
17 Ιουλίου 1912: Η ίδρυση της Ελευθέρας Ικαριακής Πολιτείας | ΙΚΑΡΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ: Η ένωση της Ικαρίας με την Ελλάδα δεν πραγματοποιήθηκε σε αυτή την ευνοϊκή για τα ελληνικά δεδομένα συγκυρία. Η ελληνική κυβέρνηση πρότεινε στους Ικαριώτες να κηρύξουν την ανεξαρτησία του νησιού, παρά το θετικό αποτέλεσμα του ένοπλου αγώνα. Σε ψήφισμα που ακολούθησε σύσσωμος ο Ικαριώτικος λαός έδωσε την έγκρισή του για την ανακήρυξη της «Ελεύθερης Αυτόνομης Πολιτείας».
Την εξουσία της Πολιτείας, ανέλαβε η Διοικητική Επιτροπή. Αποτελούνταν αρχικά από εννέα δημογέροντες οι οποίοι αυξήθηκαν σε δώδεκα, υπό την προεδρία του Ι. Μαλαχία. Καθόρισαν σημαία με χρώμα κυανό και ένα λευκό σταυρό στο κέντρο της.
Ο Φρ. Καρέρ έγραψε τους στίχους του Ύμνου της Πολιτείας και τη μελοποίησή του ανέλαβε ο Κ. Ψάχος. Η Ελεύθερη Πολιτεία της Ικαρίας, κατά τον πεντάμηνο βίο της οργάνωσε τον τομέα της Διοίκησης, εξέδωσε γραμματόσημα και εφημερίδα.
Προχώρησε στη σύσταση σωμάτων ακτοφυλακής και χωροφυλακής. Αποφάσισε τη λειτουργία δικαστηρίων, ταχυδρομείου και τελωνείου.
Στην αρχή του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου μία ομάδα Ικαριωτών υπό τις διαταγές του Α. Βλαχόπουλου αποπειράθηκε να καταλάβει το νησί με δυνάμεις που αποβίβασε από το αντιτορπιλικό «Θύελλα».
Στις 4 Νοεμβρίου 1912, με επίσημη τελετή που έγινε στον Εύδηλο η Ικαρία ενώθηκε τελικά με την Ελλάδα. Η προσχώρηση του ακριτικού νησιού αναγνωρίστηκε και διεθνώς από τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου που υπογράφηκε το 1913.                                                                                                                      http://tvxs.gr/

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

Μενέλαος Λουντέμης: “Η Ικαρία… Πρέπει να τη βαφτίσουμε ‘Συμπόνοια'”

  -Η Νικαριά είπατε, συμπεθέροι; Να σας το πω εγώ τι είναι. Λοιπόν η Νικαριά είναι η φωτιά, που τη φυσούνε ούλοι οι αέρηδες και κανένας δεν την σβήνει.
-Και γιάντα μωρέ; -Λαουρέ θα πω- και γιάντα δεν τη σβήνει;
-Γιάντα… χε χε χε! γελάει ο γέρο-Λαγουρός. Γιάντα ε; Γιατί η φωτιά, παιδί, εν είναι η Νικαριά. Η φωτιά είναι η ψυχή του Νικαριώτη»
( Μενέλαος Λουντέμης, «Το κρασί των δειλών», εκδ. Ελλ. Γράμματα, Αθήνα 2000, σελ. 9)
Oμάδα εξορίστων ετοιμάζει το κοινό συσσίτιο. Kατά τη εποχή του Eμφυλίου, στην Iκαρία οδηγήθηκε μεγάλος αριθμός αριστερών,κομμουνιστών, μελών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και της Εθνικής Αντίστασης, για να εμποδιστεί η πιθανή ένταξή τους στον Δημοκρατικό Στρατό. Για τρία χρόνια περίπου, οι εξόριστοι στο νησί ήσαν περισσότεροι από τους κατοίκους.                                                                                                                                                                                                                                             του Δημήτρη Δαμασκηνού,
εκπαιδευτικού Δ.Ε.-ιστορικού,
negreponte2004@yahoo.gr
      
Στις πρώτες σελίδες του αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος “Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα”(1)ο Μενέλαος Λουντέμης το 1949 λιπόσαρκος (2) και σακατεμένος από το ξύλο, βρίσκεται ακόμα εξόριστος στην Ικαρία, περιμένοντας μέρα τη μέρα να τον μπαρκάρουν για τη Μακρόνησο.
1Ξέρω. Το μαξιλάρι σου καίει / Σαν τον μαρτυρικό τροχό. /Το γέμισαν από βραδύς / Οι δήμιοι των ύπνων μας / Με αναμμένα καρφιά / Μα εσύ κοιμήσου. Κοιμήσου. / Έστω κι αν στέκουν από πάνω σου / Με το όπλο “επί σκοπόν” / Και με το δάχτυλο στη σκαντάλη / Δύο διμοιρίες εφιάλτες. / Εσύ κοιμήσου. / Κοιμήσου. / Και στην άκρη του ορίζοντα / Ακούονται οι ρωγμές / Που κάνει η ήλιος / Στα κάστρα της νύχτας. / Μα εσύ κοιμήσου. (Μενέλαος Λουντέμης, Θα ξημερώσει ). (3)
Τα πάθη του ο συγγραφέας τα διηγείται σε πρώτο πρόσωπο: “Εμείς είμαστε ακόμα στην Ικαρία”, θα γράψει χρησιμοποιώντας εμφαντικά το εμείς, για να εντάξει βέβαια το ταπεινό του σαρκίο στην πολυπληθή ομάδα των συνεξόριστων συντρόφων του που έχουν κατακλύσει το νησί (4) και μεταφέρονται “συνοδεία” με τα βαπόρια που πύκνωσαν τα δρομολόγιά τους στη Μακρόνησο.
“Κι είναι Άνοιξη! Ντροπαλά αεράκια μαλώνουν συναμεταξύ τους. Σηκώνουν χνούδια και πουλιά. Και χαρτάκια μ’ ανορθογραφίες: ‘Όσον περί εμέ… βρίσκομαι στα τελευταία μου. Κατά τ’ άλλα… είμαι καλά! Τρομαγμένα ξεμύτισαν φέτος τα μπουμπούκια. Η αγάπη κρυβόταν στις γωνίες και σκέπαζε με την απαλάμη τα φιλιά της. Φέτος δε θάχουμε φρούτα. Τα σκότωσαν όλα πάνω στον ανθό. Μόνο τα πουρνάρια πρασινίζουν άφοβα -άγρια μες στην ασκήμια τους. Αυτά μόνο. Κι οι χωροφύλακες.” (5), που έχουν κατακλύσει το νησί, δούλοι: “που κάποτε γίνονται αφέντες. Κι οι αφέντες που προέρχονται από δούλους είναι σκληρότεροι από τους αφέντες των δούλων” (6).
2Εύδηλος Ικαρίας το 1947. Από αριστερά Σίμος Γεράκης, Χρήστος Μαυρογιώργης, Στέφανος Σαράφης, υπασπιστής του Σαράφη, Πέτρος Ανδριώτης και ο τελευταίος άγνωστος. (Η φωτογραφία είναι από το προσωπικό αρχείο του Χρήστου Μαλαχία).
Ο Μενέλαος Λουντέμης ζώντας ως εξόριστος στην Ικαρία, όλο αυτόν τον καιρό μετά την ήττα του Δεκέμβρη, έχοντας σε πρώτη φάση τις εμπειρίες και τα βιώματα του καταδιωκόμενου και ύστερα του πολιτικού εξόριστου, καταγράφει προσεκτικά τις δραματικές του αναμνήσεις σ’ ένα χειρόγραφο που -για να μη χαθεί- έχει αντιγράψει σε δύο αντίγραφα. Το ένα, προσεκτικά κρυμμένο στο κούφωμα μέσα στο καρφωμένο τακούνι του παπουτσιού του, το κουβαλάει συνέχεια πάνω του, ενώ το άλλο το εμπιστεύεται στην ασπρομάλλα Ζωίτσα, μιαν Ικαριώτισσα που έδινε πολλές φορές τα λιγοστά ραδίκια από τον κήπο της στον Μενέλαο Λουντέμη, τη μόνη του τροφή, “γιατί δεν δέχονταν τίποτ’ άλλο το στομάχι μου” (7).
3Pάχες 1947. Oμάδα εξορίστων και ανάμεσά τους με το ραβδί 0 Mίκης Θεοδωράκης. Ακριβώς πίσω από τον Θεοδωράκη ο Μένιος Τσερώνης. Στην Ικαρία το ίδιο διάστημα βρέθηκαν ως εξόριστοι και ο Λάκης Σιάντας, ο Ρούσος Κούνδουρος, ο Μήτσος Παρτσαλίδης, ο Φοίβος Ανωγιαννάκης και πολλοί άλλοι γνωστοί αγωνιστές του ΕΑΜικού κινήματος. Ανάμεσά τους και ο Ευάγγελος Μαχαίρας που αναφέρει πως, όταν το καλοκαίρι του 1948 μεταφέρθηκε από τον Χρυσόστομο στο Μαυράτο της Ικαρίας, βρήκε εκεί τον Μενέλαο Λουντέμη κι έκαναν καθημερινή παρέα “σ’ ένα «θάλαμο» Ποντίων, που είχαν μια λύρα και μας τραγουδούσαν ποντιακά τραγούδια ή μας έλεγαν ποντιακά ανέκδοτα”. (8)
“Η Ικαρία… Πρέπει να τη βαφτίσουμε ‘Συμπόνοια'”, γράφει ο συγγραφέας (9) και συνεχίζει για την παροιμιώδη αλληλεγγύη των Iκαριωτών στους πολιτικούς εξόριστους επισημαίνοντας: «Οι Ικαριώτες… Θυμούμαι πέρσι πούμασταν στο άλλο χωριό, το Mαυράτο. Γη δεν είχε ούτε κείνο… Λίγη αλεσμένη πέτρα όπου φυτεύανε δέκα μαρούλια και πέντε κρεμμύδια. Mα κανένας τους δεν τα γεύτηκε. Όλα τα τάιζαν σ’ εμάς. Tα πετούσαν κρυφά τις νύχτες απ’ τα μεσότοιχα. Mια μέρα μας έστειλαν αγγαρεία στην πέτρα. Tα πεζούλια απ’ όπου περνούσαμε ήταν στρωμένα με φρεσκοκομμένα σύκα. Tάχαν αφηγμένα στιβίτσες στιβίτσες απάνω στα συκόφυλλα για να τα βρούμε γυρνώντας απ’ τη σκληρή δουλειά. Aλλά τι να πρωτοθυμηθώ; Tο γάλα… Tο κάθε σπίτι είχε από μια κατσικίτσα, κι ένα σωρό παιδιά. Tα παιδιά αυτά από τότε που πήγαμε εμείς χάσανε το γάλα τους. Mας τόδιναν με χίλιες πονηριές για τους αρρώστους μας. Το ξέρανε πως ο Χλαμούτσης ήταν ικανός να τους εκτελέσει επί τόπου αν τους έπιανε. Το ξέρανε. Αλλά δεν έκαναν πίσω» (10).
4Πολιτικοί εξόριστοι της περιοχής Αγ. Κηρύκου Ικαρίας (φωτογραφία του Γ. Καπετάνου στις 5-11-47)
Ο ίδιος ο Μενέλαος Λουντέμης παραμένει στην Ικαρία μέχρι “το έμπα του Ιούνη” (11). Τότε μεταφέρεται σιδηροδέσμιος από δύο όργανα της τάξεως στο Διοικητήριο του Άη-Κήρυκα, παραδίδεται στον υπομοίραρχο με τα “συνοδευτικά” του έγγραφα και εγκλείεται σ’ ένα γεμάτο από θανατοποινίτες αγωνιστές, βρώμικο και σκοτεινό κελλί “που βράζει σα σκουληκοφωλιά” (12).
Το επόμενο πρωί, απ’ τα χαράματα κιόλας, οδηγείται σ’ ένα βαρυεστημένο καϊκάκι που τον περίμενε υπομονετικά στο αραξοβόλι (13) του. Το μοτόρι σε λίγο βάζει μπρος με κατεύθυνση τον Εύδηλο, για να επιβιβαστεί το βραδάκι με τη συνοδεία του χωροφύλακα Σκουπίδα στο βαπόρι με προορισμό το Λαύριο. Η θαλασσοταραχή, ωστόσο, αναγκάζει τον καπετάνιο ν’ αναζητήσει ασφαλές καταφύγιο στο Βαθύ της Σάμου, όπου φτάνουν αργά το βράδυ της επόμενης μέρας:
5Στο δρόμο από Καραβόσταμο για Αρέθουσα για το βασανιστικό προσκλητήριο (1949).
Γι’ αυτή του την εμπειρία γράφει χαρακτηριστικά ο σύγγραφέας: “… Το βαπόρι αργά, βουβά, ήρθε και φουντάρησε (14) αντίκρυ από το Λιμεναρχείο. Άδεια ήταν όλη η παραλία. Η κυκλοφορία απαγορευόταν μετά τη δύση του ήλιου. Τα σπίτια όλα μανταλωμένα (15). Οι μόνοι που κυκλοφορούσαν ελεύθερα ήταν εκείνοι που απαγόρευαν την ελεύθερη κυκλοφορία.
Με κατέβασαν σε μια βάρκα μαζί με το φρουρό μου. Το κέφι του Σκουπίδα ήταν μαύρο.
-Τί μας έφεραν εδώ; μουρμούριζε και κυττούσε ολοένα κατά τα βουνά. Τα τηράς (16); μου λέει… όλα τούτα είναι γιομάτα κατσαπλιάδες (17). Μην τους χαίρεσαι. Κλάφτους. Όπου νάναι τελειώνουν τα ψωμιά τους. Στραβωμάρα είχαν και μας έφεραν μες στη μύτη τους; ” (18).
Σε λίγο ο Μενέλος Λουντέμης οδηγείται εξαντλημένος στο κρατητήριο και σπρώχνεται σ’ ένα μπουντρούμι μπουκωμένο (19) βαριά αποφορά από τσιγαρίλες και ποδαρίλες, να περάσει τη νύχτα ανάμεσα σε μεροκαματιάρηδες που έχουν συλληφθεί για μικροπαρανομίες από ένα ανάλγητο στη φτώχεια τους κράτος.
Το πρωί που ξυπνά συναναστρέφεται με τους συγκρατούμενούς του και δέχεται τις περιποιήσεις και μοιράζεται το προσφάι με τον μπαρμπα Θαλή Αληφασκή, έναν γέρο ψαρά που τον έπιασε η αστυνομία ένεκα “αλιείας μετά της δυναμίτιδος” (20). Όταν πέφτει ξανά το σκοτάδι τον βαρύ και τρομαγμένο ύπνο των κρατουμένων διακόπτουν σεισμοί, μπαταριές (21), χαλασμός:
“Στα όπλα! ούρλιαζαν από παντού. Στα όπλα! Συναγερμός. Καλυφθήτε! Πυρ!
Τί έτρεξε; “Το αντάρτικο, λέει, έκανε έφοδο στην πόλη”. Βλακείες. Κάποιος χωροφύλακας θα τρόμαξε ως φαίνεται από τον ίσκιο του κι άρχισε να πυροβολεί. Κι εδώ λοιπόν τα ίδια. Κι έδώ έκανε έφοδο μεσ’ στην ψυχή τους ο φόβος.
Μα ο χαλασμός ωστόσο ήταν τόσος που λες πως έπεσε η πόλη σε χέρια άγριων κουρσάρων που τώρα περνούσαν τον πληθυσμό από σφαγή και λεηλασία. Ποδοβολητά ακούγονταν από παντού, κλαγγές (22), λαχανιάσματα. Φαίνεται πως όλοι, ο στρατός κι η χωροφυλακή, συγκεντρώνονταν για επίθεση. Τώρα θα συντάσσονται για να τρέξουν κατά τα βουνά. Μα… τα ποδοβολητά αντί ν’ ακουστούν στο πλακόστρωτο ακούστηκαν μέσα, στο διάδρομό μας. Και κει -απομείναμε όλοι!- οι μπούκες (23) των ντουφεκιών αντί να στραφούν προς τα έξω στράφηκαν προς τα μέσα και μας σημάδευαν.
-Αλτ!.. να μη σαλέψει κανείς… μας φώναξαν πίσω απ’ τους φεγγίτες. Τα κινητά ουραία (24) ετοιμάστηκαν.
Θα σας καθαρίσουμε όλους!.. ξαναφώναξαν.
Τα χέρια τους δε φαίνονταν για να δούμε αν έτρεμαν αλλά έτρεμαν οι κάννες τους… Έτρεμαν σα να ήσαν κρεμασμένες στον αέρα.
Πέρασε ώρα. Η σάλπιγγα κάποτε βουβάθηκε. Οι κάννες αποσύρθηκαν. Είχε σταματήσει και το τρεμούλιασμα. Έξω βασίλευε πάλι ησυχία. Τα πολυβόλα είχαν σταματήσει. Τα βήματα των χωροφυλάκων σύρθηκαν στο διάδρομο. Σε λίγο ξανάγινε ησυχία. Ξημέρωνε. Απ’ έξω ακούστηκαν να κυλούν κάτι ρόδες. Οι βρύσες άρχισαν να τρέχουν” (25) και μπήκε φρικιαστική, άυπνη από το παραθυρόνι η φάτσα του χωροφύλακα Σκουπίδα, για να οδηγήσει τον Μενέλαο Λουντέμη ως τη σκάλα του βαποριού.
6Πολιτικός εξόριστος φωτογραφίζεται με φόντο τα πλοία της εξορίας προς την Ικαρία.
Το βαπόρι πράγματι ήταν γεμάτο από νέα παιδιά, 20 ως 25 χρονών, που τους πήγαιναν σιδηροδέσμιους για “κατάταξη” στη Μακρόνησο. Ο Μενέλαος Λουντέμης κατέβηκε στο αμπάρι που έβραζε σαν καζάνι, για να υποβληθεί από τους δεσμώτες του, όπως και όλοι οι υπόλοιποι, στο μαρτύριο της δίψας για καμιά εικοσαριά ώρες, όπως σαδιστικά τους ανακοίνωσε ο ανθυπομοίραρχος, όσο δηλαδή θα διαρκούσε το ταξίδι για το Λαύριο. Από τις διαμαρτυρίες και τα ξεφωνητά οι ναύτες άνοιξαν τα δύο καπάκια και με τη μάνικα από τη θάλασσα άρχισαν έναν άγριο, αλμυρό καταιονισμό (26) που κράτησε ως μισή ώρα.
Αυτή η κτηνώδης αντιμετώπιση των εκτοπιζομένων στη Μακρόνησο αποκαλύπτει στα μάτια του συγγραφέα γυμνό τον σκοπό των δεσμωτών τους:
“Φαίνεται ότι η διαταγή ήταν: ‘Φέρτε τους εξαντλημένους, αποκαμωμένους, αλλά όχι νεκρούς. Από τους νεκρούς δεν αποσπώνται δηλώσεις’. Απουσίαζε λοιπόν κι απ’ αυτήν την πράξη κι η παραμικρή υποψία συμπόνιας. Ο σκοπός τους αποκαλύφθηκε γυμνός στα μάτια μας. Οι σφαίρες τους πέφτανε απάνω μας όχι για να μας εξοντώσουν αλλά να μας αχρηστέψουν. Οι νεκροί μεγαλώνουν μια ιδεολογία, δεν την αχρηστεύουν”(27).
7Χμ… Σε γνωρίζω εγώ εσένα. / Σε ξέρω απ’ έξω κι’ ανακατωτά / Όχι απ’ την “όψη του σπαθιού την τρομερή” / Μα από την όψη τη χοντρή και βρωμερή. / Και μη θαρρείς πως γεννήθηκες σήμερα, / Είσαι πιο παλιός κι’ από το μπιστόλι σου / Κι’ απ’ το καουτσικένιο σου ρόπαλο / Το γεμάτο ξερά αίματα. / Είσαι πιο παλιός κι’ απ’ το μίσος σου / Κι’ απ’ το δικαίωμα ζωής και θανάτου / Πάνω στις ζωές μας. / Επάγγελμά σου το ξύλο. / Καρδιά σου το ξύλο. / Ξύλινος ο κόσμος σου / Ξυλοκοπημένος ο κόσμος σου. / Δεν είσαι αποδώ / Δεν είσαι μόνο εδώ. / Έρχεσαι από παντού. / Απ’ τη Χιλή και το Περναμπούκο / Απ’ το Σικάγο και το Τέξας. / Κι’ απ’ τον κάθε τόπο όπου οι άνθρωποι / Ζητούν ψωμί. Ενώ / Πρέπει να το ζητιανεύουν. / (Μενέλαος Λουντέμης, Ο φύλαξ άγγελος). (28)
(Φωτογραφία: Μακρόνησος, 1950.  
 Από αριστερά προς τα δεξιά 
ο ηθοποιός Γ. Γιολδάσης, 
ο λογοτέχνης Μενέλαος Λουντέμης, 
ο ιστορικός Δημήτρης Φωτιάδης, 
ο ηθοποιός Μάνος Κατράκης, 
ο ηθοποιός Τζαβαλάς Καρούσος, 
ο λογοτέχνης Νίκος Παπαπερικλής, 
ο Γιάννης Ιμβριώτης 
και ο ηθοποιός Κώστας Ματσακάς)
.
Το βαπόρι άραξε στο Λαύριο κοντά στα ξημερώματα. Τότε ανέβηκαν όλοι στο κατάστρωμα. Το Μακρονήσι ορθωνόταν αντίκρυ ως πέτρινο φίμωτρο…
Σημειώσεις:
1 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα (Σαρκοφάγοι ΙΙ), εκδόσεις Δωρικός, έκδοση Γ’, Αθήνα 1974.
2 “Τους βλέπεις πώς με κάνανε”, θα πει στον πονόψυχο χωροφύλακα Μπαντούνα, που έρχεται και τον βρίσκει στο αναρρωτήριο. “Από εβδομήντα κιλά δεν μ’ αφήσανε ούτε σαράντα” (βλ. Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 20).
3 Βλ. Μενέλαος Λουντέμης, Οι εφτά κύκλοι της μοναξιάς, εκδόσεις Δωρικός, Αθήνα 1977, σελ. 87.
4 Χιλιάδες άλλοι αγωνιστές της Αριστεράς στάλθηκαν εξόριστοι κατά την περίοδο 1938 – 1954. Το 1946-1949 σ’ αυτό το νησί των 11.000 κατοίκων υπήρχαν 14.000 εξόριστοι! (Βλ. Θ. Λ., Οι εννιά της Νικαριάς. Τιμή στους αλύγιστους της ταξικής πάλης, εφημερίδα Ριζοσπάστης, Κυριακή 28 Ιούνη 2015 – 2η έκδοση, σελ. 26)
5 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 15.
6 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 15.
7 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 23.
8 Βλ. Ευάγγελος Μαχαίρας, Ικαρία-Μακρόνησος-Στρατοδικεία. Εξόριστος στην Ικαρία και στη Μακρόνησο, περιοδικό της Εταιρείας Ικαριώτικων Μελετών, τριμηνιαία έκδοση, αριθμ. φύλλου 14, έτος 5ον, σελ. 25.
9 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 23.
10 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 26-27.
11 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 28.
12 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 31.
13 αραξοβόλι το: (λογοτ.) 1. μέρος κοντά στην ακτή, προφυλαγμένο από ανέμους, όπου αγκυροβολούν τα πλοία• αγκυροβόλιο. 2. (μτφ.) καταφύγιο.
14 φουντάρω: (εδώ, προφ.) ρίχνω άγκυρα, αγκυροβολώ.
15 μανταλώνω -ομαι: (λαϊκότρ., συνήθ. για πόρτα ή παράθυρο) κλείνω με το μάνταλο || (επέκτ.) κλείνω καλά,βκλειδώνω: Mανταλώθηκαν όλοι στα σπίτια τους, κλείστηκαν μέσα.
16 τηράω: (λαϊκότρ.) βλέπω.
17 κατσαπλιάς ο: (εδώ) υβριστικός χαρακτηρισμός για τους αντάρτες, κυρίως κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου.
18 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 40.
19 μπουντρούμι το: (εδώ παρωχ.) κρατητήριο ή φυλακή.
20 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 43.
21 μπαταριά η: (παρωχ.) ομοβροντία.
22 κλαγγή η: ήχος που ακούγεται, όταν συγκρούονται σιδερένια όπλα, κυρίως ξίφη.
23 μπούκα η: (εδώ) το στόμιο, ιδίως του πυροβόλου όπλου.
24 ουραίος -α -ο: (ως ουσ.) το κινητό ουραίο, ονομασία του κλείστρου στα οπισθογεμή επαναληπτικά τουφέκια.
25 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 48-49.
26 καταιονισμός ο: (λόγ.) κατάβρεγμα με συσκευή που εκτοξεύει το νερό από ψηλά, σαν βροχή. || (ειδικότ.) ντους.
27 Μενέλαος Λουντέμης, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα, ο.π., σελ. 52-53.
28 Μενέλαος Λουντέμης, Οι εφτά κύκλοι της μοναξιάς, εκδόσεις Δωρικός, Αθήνα 1977, σελ. 58-59.
http://agonaskritis.gr/
www.sarantakos.com/liter/lountemis6.htm