Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

Ο πύργος του Δράκανου. ένα από τα εντυπωσιακότερα σωζόμενα μνημεία της ελληνιστικής περιόδου.

Ο πύργος του Δρακάνου είναι κτισμένος σε ύψωμα που περιβάλλεται από τείχος, σε δεσπόζουσα θέση ανάμεσα σε μικρή πεδιάδα και την ακτή του ορμίσκου του Αγίου Γεωργίου, πολύ κοντά στο ομώνυμο ανατολικό ακρωτήριο της Ικαρίας («Φανάρι» ή «Δράκανο»).
Μάλλον ογκώδης, για τα αρχαία ελληνικά δεδομένα, ο πύργος έχει σωζόμενο ύψος περ. 13,5 μ., διάμετρο περ. 25,5 μ. και πάχος λιθοδομής περ. 1 μ. Αποτελείται από ογκώδεις δόμους από λευκό ντόπιο ασβεστόλιθο, καμπύλους εξωτερικά, κατά το «λέσβιο» σύστημα λιθοδομής. Στο εσωτερικό, μία σκάλα, κτισμένη στα τοιχώματα, οδηγούσε στον δεύτερο όροφο, όπου πιθανώς διέμενε η φρουρά. Όμως, ο προορισμός του δεύτερου ορόφου ήταν κυρίως αμυντικός, όπως δηλώνουν έξι μακρόστενες τοξοθυρίδες, πλατύτερες στην εσωτερική πλευρά (περ. 50 εκ.) και στενότερες εξωτερικά (10 εκ.), ανοιγμένες στα τοιχώματα σε ύψος περ. 1,5 μ. επάνω από το δάπεδο του δεύτερου ορόφου. Επάνω από τις τοξοθυρίδες βρισκόταν ο τρίτος και τελευταίος όροφος του πύργου, με κύριο χαρακτηριστικό τα μεγάλα ορθογώνια ανοίγματα με άπλετη θέα προς όλα τα σημεία του ορίζοντα[1]. Από αυτό το μεγάλο ύψος, όπου δεν μπορούσαν να φθάσουν τα βέλη των πολιορκητών, οι υπερασπιστές του πύργου αμύνονταν βάλλοντας με καταπέλτες και βαλλίστρες ή έστελναν μηνύματα με φωτεινά σήματα προς τα πλοία ή τις φιλικές δυνάμεις πεζικού που βρίσκονταν στις γύρω στεριές.
Αποτελούσε έναν από τους 7 πύργους που υπήρχαν στο νησί και ειδοποιούσαν τους κατοίκους σε περίπτωση εμφάνισης πειρατικού ή άγνωστου καραβιού.Ο πύργος του Δράκανου αποτελεί σημαντικό μνημείο της αρχαιότητας και είναι ένας από τους ψηλότερους στο Αιγαίο.
Από τον πύργο εκτείνονται προς βορρά δύο παράλληλα τείχη μήκους 60 μ., σε απόσταση περ. 23 μ. το ένα από το άλλο, σχηματίζοντας έναν ευρύχωρο διάδρομο για την ασφαλή είσοδο και έξοδο της φρουράς, όταν γινόταν πολιορκία. Αν όμως οι εχθροί είχαν καταφέρει να πλησιάσουν κοντά στο τείχος ή οι αμυνόμενοι ήσαν ολιγάριθμοι και δεν επαρκούσαν για να υπερασπίσουν τον τειχισμένο διάδρομο σε όλη του την έκταση (6.000 τετ. μ.), οι κατασκευαστές είχαν προβλέψει να κτίσουν ένα μικρότερο εγκάρσιο τείχος, διαχωριστικό ανάμεσα στα δυο παράλληλα τείχη. Αυτό το διατείχισμα ήταν αρκετά κοντά στον πύργο και είχε σκοπό να περιορίσει τον αμυντικό περίβολο, ώστε σε περίπτωση στενής πολιορκίας οι πολιορκημένοι να συσπειρωθούν και επομένως να μπορέσουν να αμυνθούν αποτελεσματικότερα.
Προσπάθεια χρονολόγησης του πύργου
Ο πύργος του Δρακάνου στην ΙκαρίαΜολονότι είναι γενικά αποδεκτό ότι το λέσβιο σύστημα λιθοδομής και οι αψιδωτές πύλες διαδόθηκαν περί τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ.  στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτά τα δύο αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά δεν αρκούν από μόνα τους για την ασφαλή χρονολόγηση του πύργου. Απεναντίας, αν εξετάσει κανείς ένα προς ένα τα χαρακτηριστικά του οικοδομήματος, ως προς την περίοδο κατά την οποία εμφανίζονται, προκύπτει ότι ο πύργος θα μπορούσε να έχει ανεγερθεί μία οιαδήποτε χρονική στιγμή στη διάρκεια τριών αιώνων – από τον 5ο αιώνα π.Χ. έως και την ελληνιστική εποχή.
Ωστόσο, οι γενικές γνώσεις που διαθέτουμε για την ιστορία της περιοχής δεν επιτρέπουν μια πρώιμη χρονολόγηση του πύργου στον 5ο αιώνα. Εκείνη την εποχή οι Αθηναίοι, φοβούμενοι απόπειρες αποστασίας, δεν επέτρεπαν στα μέλη της Συμμαχίας της Δήλου να κτίζουν οχυρά -είναι γνωστή άλλωστε η ακραία περίπτωση της Χίου (Θουκυδίδης 2. 4. 5), όπου οι Αθηναίοι διέταξαν τους κατοίκους να κατεδαφίσουν τα νέα τείχη της πόλης τους, που μόλις είχαν ολοκληρώσει-, με ατυχές επακόλουθο ο Αλκίδας να συναντήσει πολλές ανοχύρωτες πόλεις στην εκστρατεία του στο Αιγαίο το 427 π.Χ. Μόνο περί τα τέλη του Πελοποννησιακού Πολέμου, ειδικά μετά την εξέγερση της Χίου το 412 π.Χ., όταν το Αιγαίο είχε πάψει πλέον να θεωρείται αθηναϊκή mare clausum, όσα μέλη παρέμειναν πιστά στη Συμμαχία φρόντισαν να οικοδομήσουν οχυρώσεις. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό ότι εκείνα τα χρόνια στην περιοχή του Δρακάνου οι Αθηναίοι έκτισαν, αν όχι το λαμπρό οικοδόμημα που βλέπουμε σήμερα, ένα ίσως πιο πρόχειρο παρατηρητήριο, με σκοπό να ελέγχουν τις κινήσεις των Σπαρτιατών στην περιοχή και σε περίπτωση ανάγκης να ειδοποιούν τον στόλο τους που ναυλοχούσε τότε απέναντι στη Σάμο. Αυτό το πρόχειρο, αλλά επίφοβο φρούριο ήθελε πιθανώς να αποφύγει ο Κλέαρχος, όταν προτίμησε να κάνει τον γύρο της Ικαρίας όχι από το Δράκανο, αλλά από το δυτικό ακρωτήριο του νησιού, διακινδυνεύοντας να ναυαγήσει λόγω των καιρικών συνθηκών που επικρατούν συχνά εκεί (πράγματι, συνάντησε θύελλα που τον παρέσυρε μακριά μέχρι τη Δήλο). Αυτόν μάλλον τον κίνδυνο είχε, επίσης, κατά νουν ο Καλλικρατίδας, όταν προκαλούσε τον Λύσανδρο να αποδείξει πως ήταν απόλυτος κυρίαρχος των θαλασσών, ζητώντας του να πλεύσει από την Έφεσο στη Μίλητο, με τη Σάμο στα αριστερά -να διασχίσει, δηλαδή, αν τολμούσε, το στενό μεταξύ Ικαρίας και Σάμου.
Το έδαφος στο Δράκανο είναι αρκετά επίπεδο, ωστόσο δεν υπάρχει παρά ελάχιστο νερό[2]. Αυτό το μειονέκτημα, όμως, μάλλον δεν ήταν αρκετό ώστε να εμποδίσει τους ανθρώπους να εγκατασταθούν στην περιοχή. Πράγματι με την πάροδο του χρόνου το Δράκανο αναπτύχθηκε τόσο, ώστε κάποια στιγμή, όταν οι γενικότερες συνθήκες το επέτρεψαν, έφτασε να υποσκελίσει τα Θέρμα και έγινε η δεύτερη σημαντικότερη πόλη της Ικαρίας μετά την Οινόη. Παρ’ όλα αυτά, όσοι και αν ήσαν οι κάτοικοι του Δρακάνου, θεωρείται μάλλον απίθανο να διέθεταν τη δυνατότητα να κτίσουν έναν πύργο τόσο μεγαλοπρεπή για δική τους χρήση, ακόμα και αν είχαν ζητήσει τη συνδρομή όλων των κατοίκων του νησιού. Τόσο το ίδιο το οικοδόμημα, όσο και η συντήρηση και η επάνδρωσή του με φρουρά απαιτούσαν αναμφίβολα αρκετά μεγάλες δαπάνες, τέτοιες ώστε ο εμπνευστής αυτού του σχεδίου δεν μπορεί παρά να ήταν μία ισχυρή ναυτική δύναμη με ευρύτερες στρατηγικές φιλοδοξίες στην περιοχή -πιθανότατα η Αθήνα του 4ου αιώνα π.Χ., λίγο μετά την ίδρυση της Β’ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Οι Αθηναίοι, άλλωστε, είναι γνωστό ότι είχαν τροποποιήσει τη ναυτική στρατηγική που ακολούθησαν στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, όταν πίστευαν ότι μπορούσαν να ελέγχουν ολόκληρο το Αιγαίο, βασιζόμενοι αποκλειστικά στον στόλο τους. Όσα πλοία και αν διέθεταν, οι περιπολίες τους ποτέ δεν ήσαν αρκετές· έτσι εγκατέστησαν σε διάφορα στρατηγικά σημεία των ακτών μόνιμα επανδρωμένα οχυρά φυλάκια με προορισμό να επιβλέπουν και να αναφέρουν κάθε εχθρική κίνηση στον αντίστοιχο θαλάσσιο τομέα. Πράγματι, στη Λέρο, στην Αστυπάλαια, στην Άνδρο, στην Κέα, στην Κύθνο, στη Σέριφο, στη Σάμο και την Αμοργό υπάρχουν αρκετοί οχυρωμένοι πύργοι που έχουν πολλά κοινά γνωρίσματα με τον πύργο του Δρακάνου -έστω και αν οι ειδικοί δεν έχουν συμφωνήσει ακόμα για τη συγκεκριμένη λειτουργία του κάθε πύργου.
________________________________________
 Το 1826, οτη διάρκεια του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, όταν ο ελληνικός στόλος πέρασε από την Ικαρία, σπεύδοντας να εμποδίσει την επικείμενη καταστροφή της Σάμου από τους Τούρκους, ο ναύαρχος Σαχτούρης αποφάσισε να δοκιμάσει την ευθυβολία των νέων πυροβόλων των πλοίων του και επέλεξε ως στόχο τον πύργο του Δρακάνου. Οι βολές προκάλεσαν τις ζημιές που βλέπει κανείς σήμερα στη λιθοδομή, κυρίως στο άνω μέρος.
 Το Δράκανο ή «Φανάρι» ή «Φάρος», όπως λέγεται σήμερα, έχει γίνει δημοφιλές θέρετρο των κατοίκων του Αγίου Κηρύκου, ωστόσο ο τόπος δεν έχει πηγές, μόνο πηγάδια με γλυφό νερό. Η έλλειψη αυτή δεν επηρεάζει καθόλου τα αμπέλια. Τα σταφύλια του Φαναριού θεωρούνται τα καλύτερα σε όλο το νησί. Το 1992, όταν άρχισε η κατασκευή του νέου αεροδρομίου της Ικαρίας, η μορφολογία της περιοχής άλλαξε δραματικά, αφού ο αεροδιάδρομος κατέλαβε ολόκληρη την έκταση της αρχαίας πεδιάδας από τη βόρεια μέχρι τη νότια ακτή.
Το κείμενο είναι από το βιβλίο του Αντώνη Παπαλά “Αρχαία Ικαρία”                                 https://www.isamos.gr/   φωτογραφιεςJoannis Xiros

Κυριακή 2 Απριλίου 2017

ΘΕΟΔΩΡΑΚΕΙΟ Μουσείο-Μνημείο Αγώνων και Συμφιλίωσης ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

Ο ΜΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΙΚΑΡΙΑ 1947-1948
 
Ελάτε να  ακολουθήσουμε τον Μίκη Θεοδωράκη στα χρόνια της εξορίας του στην Ικαρία (1947-1948). Είναι ένα οδοιπορικό μνήμης που ταξιδεύει στην Ικαρία 
H Ικαρία είναι γνωστή για πολλούς κυρίως σαν τόπος εξορίας, ιδιαίτερα μετά το Β΄παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο. Μέχρι πριν από αρκετά χρόνια η Ικαρία ήταν ένα από τα νησιά που δεν είχε φυσικά λιμάνια και αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός της σχετικής απομόνωσης των κατοίκων της για δύο εκατονταετίες την καθιστούσε τόπο κατάλληλο για εξορία απ' όπου δύσκολα κανείς μπορούσε να ξεφύγει. Ο Μεταξάς εξόρισε όλους σχεδόν τους πολιτικούς του αντιπάλους σε διάφορα νησιά και αρκετούς στην Ικαρία π.χ τον αρχηγό του αγροτικού κόμματος Μυλωνά. Και πάλι αναπτύχθηκαν στενές ακόμη και οικογενειακές σχέσεις με τους κατοίκους. Σε σχέση με άλλα νησιά αυτοί οι πολιτικοί εξόριστοι ήταν λιγοστοί. Όταν όμως ξεκίνησε ο εμφύλιος σπαραγμός, λιγοστοί το 1946 , μέγας αριθμός το 1947, όσοι για διάφορους λόγους δεν ανέβηκαν στα βουνά και ακριβώς για να εμποδιστούν να βοηθήσουν τους συμμορίτες οδηγήθηκαν στην Ικαρία. Για τρία χρόνια περίπου ήταν περισσότεροι οι εξόριστοι από τους κατοίκους. Χιλιάδες και αντί να δημιουργηθούν προβλήματα όπως θα ήταν αναμενόμενο έλαμψε η ανθρωπιά, η αγάπη. Ανεξάρτητα από πολιτικές ιδεολογίες όλοι άνοιξαν τα σπίτια τους και τις αγκαλιές τους στους εξόριστους. Κι εκείνοι έκπληκτοι ανταποκρίθηκαν με ένα σφιγμένο χαμόγελο γλυκό και πικρό μαζί. 

Στην Ικαρία βρέθηκε και ο διαπρεπής μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης μαζί με άλλους πολιτικούς εξόριστους. Ο σπουδαίος Έλληνας διέμενε στο ορεινό χωριό Βρακάδες. Στο ίδιο χωριό φιλοξενήθηκαν εκείνη την εποχή 200 περίπου πολιτικοί εξόριστοι
Εβδομήντα χρόνια μετά, το «σπίτι – μνημείο αγώνα και συμφιλίωσης Μίκης Θεοδωράκης» γίνεται παγκόσμιο σύμβολο και ανοίγει τις πύλες του για να δεχθεί το προσκύνημα του κόσμου.Φωτογραφία της Eleni Fotinou.


Το σπίτι μας με τους σκορπιούς

1947





* Α
Ο καθένας θα ‘χει βρεθεί σε παρόμοιες στιγμές. Υπάρχουν δεσμίδες από ζεστές επικλήσεις. Πράσινες, κίτρινες, μωβ, που ανεβαίνουν από κάθε φυτό. Η θάλασσα φυσά θυμωμένα είτε ήρεμα, τις τυλίγει και τις διευθύνει ψηλά στο υπομονετικό μας σπίτι. Θα ‘πρεπε να σας μιλήσω γι’ αυτό το σπίτι. Η έκφρασή του αντανακλά τις πτυχές των βασανισμένων βουνών. ‘Εχει κάτι από το συρτό θρήνο.Φωτογραφία της Eleni Fotinou.

* Β
Ευθύς εξ αρχής θα διακρίνει κανείς το τείχος των δέντρων που τυλίγονται ολόγυρά του με φροντίδα και στοργή. Υπάρχει ανάμεσά τους η απόσταση των ισοδύναμων ανθρώπων, η απόσταση ανάμεσα σε δυο όμοιες αχτίνες που κατευθύνονται από το βάθος της θάλασσας προς δύο απομονωμένους γλάρους.

* Γ
Με πέντε βήματα αγγίζεις από τη ρίζα των δέντρων τις ξασπρισμένες πέτρες που υποβαστάζουν την υπομονή και τα όνειρα του σπιτιού μας. Το χαμόγελό του είναι πάντα βεβιασμένο. Η γνώση του τροχίζεται απ’ τους σκορπιούς και το βορινό άνεμο που φοβισμένος το παρακάμπτει συχνά όταν μέσα στις νύχτες του Δεκεμβρίου αλλοιθωρίζει προς την απέραντη θάλασσα με τα μάτια πύρινα και προκλητικά.

* Δ
‘Επειτα απο ένα συγκρατημένο και ήρεμο όνειρο ξύπνησε αντικρύζοντας την καταματωμένη θάλασσα ως τις ρίζες της γης. Αναταράχτηκε από τις χιλιάδες λεπτές και φευγαλέες μυρωδιές που κυνηγιούνται με τις πεταλούδες και τις μέλισσες πάνω στο κάτασπρο σεντόνι του ‘Ηλιου. ‘Ηταν καιρός να εξακοντίσει την πρώτη του σκέψη προς το στερέωμα που το συγκρατούσε στο χώμα με συγκατάβαση και ειρωνία. ‘Ισως να μη γνώριζε που το πλοίο μας διέσχιζε ήδη το Αιγαίο κι ακόμα πως πριν γεννηθούν οι μητέρες μας είχε αποφασιστεί ο ερχομός μας εδώ ψηλά.

* Ε
Δυσκολευτήκαμε να καταλάβουμε το βεβιασμένο του χαμόγελο καθώς και την παράξενη συνήθεια να προσκαλεί τ’ αδέσποτα σύγνεφα που τριγυρίζουν ψαχουλεύοντας στο λόγγο και τις πλαγιές του βουνού. ‘Ετσι δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε τα μάτια μας, δυσκολευόμαστε να προσαρμοστούμε σ’ αυτή την απότομη και βάρβαρη μεταλλαγή ανάμεσα στο φως και την πάχνη, στο κύμα και τη συρτή φωνή που εξακοντίζεται τόσο συχνά προς το δυτικό Αιγαίο. Χάνουμε έτσι το πρόσωπό μας καθώς γινόμαστε ένα με τα παράξενα όνειρά του που ενώ έχουν αγκυροβολήσει στις σφραγισμένες εποχές προεκτείνονται προς τα μακρινά σημεία που ειρωνεύονται τους κύκλους και τις επανόδους.


* ΣΤ
Υπάρχει εν τούτοις κάτι που ενώ δεν τραβά σε δένει σφιχτά. Νομίζεις ότι προεκτείνεσαι διαρκώς προς τα μπρός ενώ τα ίχνη σου μπλέκονται μες στις ρίζες των θάμνων που σε περικυκλώνουν με θανάσιμη χαρά.
Θα ‘ρθει και για σένα η όμορφη εποχή !

Φωτογραφία της Eleni Fotinou.
* Ζ
Θα πρέπει τώρα να σας μιλήσω για τις χαρές και τους θυμούς του. Την ήρεμη αφήγηση κάτω απ’ το θόλο των κουμαριών. Τον τελείως απόκρυφο έρωτά του για την νοτιοανατολική πηγή. Τη νοσταλγία των ξασπρισμένων του τοίχων που ήταν συνηθισμένοι ν’ αγναντεύουν προς το Αιγαίο τους κουρσάρους καθώς γύριζαν ανήσυχοι τα κεφάλια για να χαιρετήσουν με σεβασμό και φόβο. Προ παντός όμως η φροντίδα του από αιώνες ήταν αυτός ο ατέλειωτος κι ανώφελος αγώνας που γίνεται μέσα του ανάμεσα σ’ ό,τι υπήρχε και σ’ ό,τι ήρθε.


* Η
Αυτή την ώρα ο ορίζοντας εξαφανίζεται κάτω από την πίεση του ουρανού και το ανέβασμα της θάλασσας. Υπάρχει διάχυτο στην ατμόσφαιρα το αίσθημα της κατανόησης. Στα μικρά σύγνεφα που ταξιδεύουν προς τον ήλιο αντιμάχονται η αγάπη με το μίσος. Σε λίγο το φως θα ισομοιραστεί εφ’ όσον ο ήλιος εξαλείψει τις σκιές και τους ενδοιασμούς που τον οδηγούν στην οδυνηρή και χιλιοτραγουδισμένη του πτώση. Η τελευταία αχτίνα οδηγείται προς τον γνώριμο δρόμο του σπιτιού μας. Τη δεχόμαστε ήρεμα δίχως φωνές. Θα συνομιλήσουμε όλη τη νύχτα μαζί της. Θα ονειρευτούμε μαζί.

Φωτογραφία της Eleni Fotinou.
* Θ
Υπάρχει μια αναγκαιότητα που διανοίγει ανάμεσα στα σύννεφα μακρύ και ανήσυχο δρόμο. Απ’ αυτόν θα περάσουν οι σκέψεις του σπιτιού μας, οι σιωπηλές του έγνοιες για κάθε τι που πιστεύει στη ζωή. Όλοι απορούν για το βάθος του βλέματός του. Ξεσκίζει κατάβαθα τους σκλάβους της Νότιας Αφρικής όπως και τα αιχμάλωτα θηρία των ζωολογικών κήπων της Ευρώπης. Από κει πάλι έρχονται αγκαλιασμένα τα όνειρα του κόσμου με ανοιχτά και βρώμικα τραύματα. Μπορεί κάθε στιγμή να δεις την ατέλειωτη φάλαγγα που κάνει τους σκορπιούς να αναδιπλώνονται με ανατριχίλα..


* Ι
Βλέπετε πως όλο παρασύρομαι απ’ αυτήν την αργυρή αντανάκλαση που μου δίνει την αυταπάτη πως είμαι αδερφός των σκορπιών, παιδί των τοίχων και των στοχασμών του σπιτιού μας. Σας υποσχέθηκα να σας μιλήσω για τις χαρές και τους θυμούς του.
Φωτογραφία της Eleni Fotinou.


* Κ
Σήμερα η μέρα ήρθε αθόρυβα. Το φως κλιμακώνεται στην ήρεμη θάλασσα σχηματίζοντας μια φωτεινή σκάλα που συνεχίζεται απ’ τις γραμμές του ορίζοντα. Θα μπορέσω ίσως να τοποθετήσω δίπλα δυο σκέψεις που να έχουν το θάρρος να αλληλοκοιταχτούν στιγμιαία στα μάτια; Όμως αυτή η ησυχία μου επιτρέπει ν’ ακούω τον παράξενο σάλο που γίνεται εντός μου... Όσο κι αν θέλω να το ξεφύγω είμαι παιδί των στοχασμών του, είμαι αδερφός των σκορπιών του. Δεν ανέχεται μέσα μου αυτό που υπάρχει εκείνο που έρχεται.. Πώς θέλετε λοιπόν ν’ αρνηθώ τη γενιά μου, να επιτρέψω να δώσουν τα χέρια που τρέμουν από το μίσος, να κοιταχτούνε στα μάτια που χάνονται απ’ το ακόρεστο πάθος, ν’ αγκαλιαστούνε κραυγές που ξεσκίζονται απ’ την ανατριχίλα; ΕΧΘΡΟΙ ΜΕ ΕΧΘΡΟΙ ;Φωτογραφία της Eleni Fotinou.

* Λ
(Το βράδυ καθόμαστε κι αγναντεύουμε τη θάλασσα. Τραγουδάμε σιγά... Συχνά σιωπούμε κοιτάζοντας κάτω. Μας στεναχωρεί αυτή η συνεχής παρακολούθηση. Θέλουμε πολύ να μείνουμε μια στιγμή μόνοι με συντροφιά μας μονάχα τους σκορπιούς και τους τοίχους).


ΙΚΑΡΙΑ  1947
(17 - 21   ΙΙΧ)                                                                                                               Ο Μίκης Θεοδωράκης δεν έχασε ποτέ το θάρρος του στο σπίτι µε τους µαύρους σκορπιούς στην Ικαρία, «που έχει κάτι από συρτό θρήνο και η έκφρασή του αντανακλά τις πτυχές των βασανισµένων βουνών», όπως γράφει στο ποίηµά του, κι ας ήταν µόλις είκοσι ενός ετών.
«Στις φυλακές και τις εξορίες ονειρευόµουν µια καινούρια, ελεύθερη και ιδανική κοινωνία. Γι” αυτή τη νέα κοινωνία βιαζόµουν να γράψω µουσικά έργα. ∆εν έκανα µουσική για να παιχτεί σε µια αίθουσα, έγραφα για όλο το λαό, είχα εξιδανικεύσει την Eλλάδα, ήµουν ουτοπιστής!», έχει πει ο Μίκης, το έργο του οποίου είναι γεµάτο εικόνες και οράµατα κοινωνικά και πολιτικά.
ΠΗΓΕΣ http://www.athenstimeout.gr/ toxwni.gr http://www.mikistheodorakis.gr/el     Ένα 

ευχαριστω απο καρδιας για τις όμορφες φωτογραφίες της 
Eleni Fotinou

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

Ικαρία- Ακου μια Μεγάλη Ιστορία !



 Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα  ραδιοφωνική  εκπομπή     για την Ιστορία της Ικαρίας του χθες ,αλλά και του σήμερα   Δυο σπουδαίες Ικάριες λαλιές ξετυλίγουν  το σοφό κουβάρι των  προγόνων  μας   Ένα κουβάρι γιομάτο  με κάμπιες που όταν το φυσάς  ,Χριστέ μου, μεταμορφώνονται σε   πεταλούδες!                                                    
                                                                                                                           «Η Ικαρία είναι μια κιβωτός στο Αιγαίο. Διέσωσε πανάρχαιες παραδόσεις, ιστορία και γλώσσα», λέει ο Θεμιστοκλής Κατσαρός,ιστορικός – αρχαιολόγος και εμβληματική προσωπικότητα της Ικαρίας. «Οταν έφυγαν οι τελευταίοι Φράγκοι από τη Ρόδο και οι Τούρκοι κυριάρχησαν στο Αιγαίο, οι Ικαριώτες κατέφυγαν σε δυσπρόσιτα μέρη στα βουνά, ξεκινώντας μια νέα ζωή στην αφάνεια. Εκεί διατήρησαν έθιμα και γλώσσα».
Οταν γύρω στο 1930 επισκέφθηκε το νησί ο γλωσσολόγος του Πανεπιστημίου Αθηνών Γ. Χατζιδάκις έμεινε έκπληκτος από το ικαριώτικο ιδίωμα που διέσωζε τύπους της αρχαίας ιωνικής διαλέκτου. Αυτή η γλώσσα επιζεί μέχρι σήμερα σε χωριά και γηραιότερους. «Αυτό που δεν έκαναν ολόκληροι αιώνες κάνει σήμερα η τηλεόραση»… Το έθιμο της κούνιας που αναβιώνει το Πάσχα γινόταν στην αρχαιότητα για να εξευμενιστεί η Ηριγόνη κόρη του Ικαρίου που κρεμάστηκε όταν βρήκε τον πατέρα της δολοφονημένο. Τα έθιμα του Κλείδωνα είναι επίσης πανάρχαια, ενώ πολλά τοπωνύμια έχουν αρχαίες ρίζες.
«Το νησί κατοικείται από το 13000 π.Χ. συνεχώς. Εχουν βρεθεί θέσεις της μεσολιθικής περιόδου στη θέση Κεραμέ, ενώ νεολιθικές θέσεις υπάρχουν στο Νίφι και στο Γλαρέδο (με κυκλικές κατοικίες όπως στην Χοιροκιτία της Κύπρου) κ.α. Τα είχα εντοπίσει όταν ήμουν φοιτητής και αρχικά δεν με πίστευαν».
Κατά τη μυθολογία, στην Ικαρία γεννήθηκε ο Διόνυσος, που δώρισε στο νησί την καλλιέργεια της αμπέλου. Αρχαία κείμενα αναφέρουν πως στην Ικαρο φύτρωσε για πρώτη φορά αμπέλι. Στον Ομηρο αναφέρεται ο πράμνειος οίνος που ήταν περιζήτητο κρασί της αρχαιότητας. Στην κλασική εποχή άνθισαν δυο πόλεις, η Οινόη (βόρεια) και οι Θέρμες (νότια). Οι αρχαίοι είχαν αξιοποιήσει τις ιαματικές πηγές που αναβλύζουν από το Θερμό της Λευκάδας μέχρι το Δράκανο και την Αγία Κυριακή. Τον 3ο αι. π.Χ. μετονομάστηκαν από Θερμαίοι του Ικάρου σε Ασκληπιείς του Αιγαίου.
«Τα λουτρά θεωρούνται τα καλύτερα του κόσμου λόγω της περιεκτικότητάς τους σε ραδόνιο. Η πηγή της Αρτέμιδος έχει τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα από όλες τις πηγές του κόσμου σε ρέον ύδωρ». Στην Ικαρία καλλιεργήθηκε για πρώτη φορά η πατάτα, που εισήχθη από Ικαριώτες αιχμαλώτους στην Μπαρμπαριά μέσω Γαλλίας τον 19ο αιώνα, πριν τη φέρει ο Ιωάννης Καποδίστριας. «Την ίδια πατάτα καλλιεργούσαν μέχρι τη δεκαετία του 1950 οπότε εισέβαλαν οι ξενικοί σπόροι και χάθηκε».
Τα ίχνη επίσης είναι ισχυρά από τα βυζαντινά χρόνια και την παλαιοχριστιανική εποχή. Το 1912 όταν ξέσπασε η ικαριακή επανάσταση οι Ικαριώτες μέτρησαν το τουρκικό ταμείο, μοίρασαν εξίσου στους αιχμαλώτους το ποσό, τους φόρτωσαν σε ένα καράβι και τους παρέδωσαν στη Σάμο. Από τις 17/7 έως τις 4/11 όταν ενώθηκαν με την Ελλάδα τύπωσαν γραμματόσημα, έγραψαν σύνταγμα, οργάνωσαν διοίκηση, στρατό αγροφυλακή και χωροφυλακή, εκπαίδευση, δικαιοσύνη, τελωνεία, φορολογικό σύστημα. «Μέσα σε 110 μέρες έγιναν τόσα όσα δεν έγιναν σε 100 χρόνια»…                                       «Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει».Νίκος Καζαντζάκης                                                                                                                                                     Καλεσμένοι στην εκπομπή των Γ. Λεκάκη - Α. Μαζαράκη ο αρχαιολόγος, κ. Θέμης Κατσαρός και η εκπαιδευτικός, Μαρία Κράτσα. Η εκπομπή μεταδόθηκε από τον "901"                                                                                                                                                  

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

Τα ποτάμια και η μόλυνση. Μελετώντας το παρελθόν κατανοείς το παρόν


Του Πέτρου Θέμελη
Ο χρόνος που μας χωρίζει από το παρελθόν αποτελείται από μιαν αδιάσπαστη αλληλουχία αρχαιολογικών και ιστορικών στρωμάτων, δεν είναι ένα χάσμα που πρέπει να γεφυρωθεί, δεν διακόπτει την πολιτιστική συνέχεια αλλά αποτελεί το σταθερό έδαφος της διαδικασίας στην οποία έχει τις ρίζες του το παρόν. (1) Tο παρελθόν συνεχίζει την ύπαρξή και την επίδρασή του διά μέσω των γενεών, είναι υψίστης σημασίας μορφωτική και ανθρωπιστική δύναμη. 
Ο κόσμος μας έχει ανάγκη να επιστρέψει σε εποχές, κείμενα και επιτεύγματα του παρελθόντος που καθόρισαν τη φυσιογνωμία του. Τα επανεξετάζει με νέα οπτική και σύγχρονα μέσα, τα κρίνει εκ νέου στην προσπάθειά του να κατανοήσει τόσο τη σύγχρονη εποχή, όσο και τους αιώνες από τους οποίους αυτή κατάγεται. Μελετώντας το παρελθόν, κατανοεί κανείς ευκολότερα το παρόν. (2) Το παρελθόν επενεργεί καταλυτικά στο παρόν.
H Iστορία αναφέρεται πρωτίστως στον άνθρωπο, στη δραστηριότητα και τη μοίρα του. Eντάσσονται σε αυτήν φυσικά δεδομένα και στοιχεία, όπως το γεωγραφικό τοπίο, ως κατοικία, ως τόπος εργασίας, επίσης οι δρόμοι της στεριάς και της θάλασσας, οι ποταμοί. «O άνθρωπος ως φυσικό ον είναι τοποθετημένος σε καθορισμένη περιοχή, βρίσκεται στους κόλπους της φυσικής πραγματικότητας, και ταυτόχρονα ζει σε ορισμένη ιστορική εποχή ενός συγκεκριμένου πολιτιστικού και πνευματικού ορίζοντα». (3) Eίναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι οι γεωγραφικές συνθήκες επηρεάζουν και προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο ζωής και σκέψης, τις πεποιθήσεις και τις αισθητικές αξίες των τοπικών κοινωνιών και έμμεσα τη μορφή των πολιτειακών συστημάτων. Οι αρχαίοι Ελληνες έβλεπαν παντού στη φύση το στοιχείο της ζωής. 
Το ενδιαφέρον για την αλλοίωση και την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος έχει τις ρίζες του στην κλασική αρχαιότητα. Ο Πλάτων ενδιαφέρονταν ζωηρά για το φυσικό περιβάλλον. Ο σοφιστής Κριτίας, στον ομώνυμο διάλογο του Πλάτωνα (111,α-δ) περιγράφει με μελανά χρώματα την αποψίλωση των δασών και την απογύμνωση της γης:
«Eίναι σαν να αρρώστησε βαριά το σώμα της και τού ‘μειναν μονάχα τα οστά, καθώς ξεπλύθηκε το παχύ και απαλό της χώμα. Ενώ παλιά και οι γήλοφοι και τα λεγόμενα βραχώδη της πεδία γεμάτα ήτανε με πλούσια γη, και τα βουνά της γύρω δασωμένα. Τώρα, θάμνοι φυτρώνουν στα βουνά, μονάχα για τις μέλισσες τροφή. Δεν πέρασε πολύς καιρός από τότε που τα δέντρα ήταν ακόμα σώα και πρόσφεραν το ξύλο τους για τις μεγάλες οροφές των οικοδομημάτων. Το ετήσιο νερό δεν έρρεε ανεξέλεγκτα από τη αποψιλωμένη γη στη θάλασσα, το χώμα το συγκρατούσε, το απορροφούσε και το αποταμίευε σε κοιλότητες, και υπήρχε άφθονο παντού νερό στις κρήνες, στα ποτάμια, στις πηγές...». 

Δεν διατηρούμε δυστυχώς καλές σχέσεις με τα ποτάμια μας. Tους πετάμε σκουπίδια και κάθε είδους απορρίμματα, τα μπαζώνουμε και φυτεύουμε από πάνω σπίτια, αντί για δέντρα. Tα εγκλωβίζουμε σε μπετονένια κανάλια, τα μετατρέπουμε σε υπονόμους και τελικά σε μονίμως μποτιλιαρισμένους αυτοκινητόδρομους. Γνωστή η μοίρα των δύο φημισμένων ποταμών της Αττικής με τα πανάρχαια προελληνικά ονόματά τους, του Iλισσού και του Κηφισού, αλλά και του βοιωτικού Ασωπού και του μεσσηνιακού Πάμισου. 
Στον Ιλισσό, σύμφωνα με το μύθο, έπαιζε κάποτε με τις φίλες της η Ωρείθυια, κόρη του βασιλιά Ερεχθέα, όταν την άρπαξε βίαια ο άνεμος Βορέας και την έκανε γυναίκα του. Ο Πλάτων (Φαίδρος 229) περιγράφει με ευαισθησία το τοπίο γύρω στις όχθες του ποταμού Ιλισσού που αγαπούσε ιδιαίτερα ο Σωκράτης. Αναφέρει βωμό του Βορέα κοντά στη διάβαση του ποταμού προς το ιερό της Αγροτέρας Αρτέμιδας. Ο Φαίδρος, ύστερα από μακρά συζήτηση με τον Λυσία στο σπίτι του κοντά στο ιερό του Ολυμπίου Διός, βγήκε έξω από τα τείχη της Αθήνας για να μελετήσει ένα χειρόγραφο σε τόπο ήσυχο, δροσερό και σκιερό καθώς πλησίαζε μεσημέρι και η ζέστη ήταν αφόρητη. Η περιοχή του Ιλισσού ήταν τόπος ιδανικός για μελέτη και περισυλλογή, τους καλοκαιρινούς μήνες. Στο δρόμο ο Φαίδρος συνάντησε τον Σωκράτη. Πέρασαν ξυπόλυτοι μέσα από την κοίτη του ποταμού, που την περίοδο εκείνη του καλοκαιριού είχε λίγο αλλά δροσερό και γάργαρο νερό. Κάθισαν κάτω από τη σκιά μιας «αμφιλαφούς και υψηλής» πλατάνου δίπλα στα «χαρίεντα και διαφανή» νερά του ποταμού στην απέναντι όχθη, στα κράσπεδα της καταπράσινης πλαγιάς ενός λοφίσκου, με τα τζιτζίκια να τραγουδούν ασταμάτητα γύρω τους, ενώ τα φύλλα των δένδρων θρόιζαν, καθώς τα άγγιζε η δροσερή πνοή του ανέμου. Το παραδείσιο αυτό τοπίο δίπλα στην όχθη του Ιλισσού συμπλήρωνε μια μικρή χαριέστατη πηγή με παγωμένο νερό και μια μεγάλη λυγαριά, που με τα άνθη της ευωδίαζε την ατμόσφαιρα. Υπήρχε και ιερό των Νυμφών και του Αχελώου εκεί κοντά με μικρά πήλινα αφιερώματα, καθώς και του Πάνα. 
Πώς να περιγράψω σήμερα την πλήρη εξαφάνιση του Ιλισσού και τη μετατροπή του σε υπόνομο κάτω από το κατάστρωμα των οδών Βασιλέως Κωνσταντίνου, Καλλιρρόης και Ιλισσού, πού να αποδώσω τη σημερινή κατάντια του πάλαι ποτέ παριλίσσιου τοπίου. Τι να πω για τα  πενιχρά λείψανα του ναού της Αγροτέρας και τις σύγχρονες οικοδομές που τον περιβάλλουν ασφυκτικά. Οι μυρωδιές που δεσπόζουν σήμερα εκεί δεν έχουν βέβαια σχέση με τις ευωδιαστές λυγαριές, το συνεχές μούγκρισμα των αυτοκινήτων δεν θυμίζει σε τίποτε το άσμα των τζιτζικιών και το θρόισμα των φύλλων. Το παραδείσιο παριλίσσιο τοπίο έχει μετατραπεί σε κόλαση.
Στα αρχαία χρόνια, ακολουθώντας κανείς την Ιερά Οδό που οδηγούσε στην Ελευσίνα, έφτανε στην ειδυλλιακή καταπράσινη παρόχθια περιοχή του Κηφισού. Εκεί που βρίσκεται σήμερα η Γεωπονική Σχολή και το περιφραγμένο κάποτε γέρικο ελαιόδενδρο, «η ελιά του Πλάτωνα», υπήρχε σεβάσμιο ιερό της Δήμητρας και της Κόρης, όπου συλλατρεύονταν η Αθηνά Μορία, προστάτρια των λιόδενδρων, ο Ποσειδώνας Φυτάλμιος, προστάτης της βλάστησης και ο άνεμος Ζέφυρος, το δροσερό αεράκι που ερχόταν απ’ την πλευρά της θάλασσας. Μια θάλασσα από λιόδεντρα που τ’ ασημένια φύλλα τους πάλλονταν στην πνοή του Ζέφυρου κάλυπτε την παρακηφίσια κοιλάδα. Εκεί φύτρωνε και η ιερή συκιά, το δένδρο που η θεά Δήμητρα φανέρωσε για πρώτη φορά στον Φύταλμο, που τη φιλοξένησε.  
Η σημερινή Ιερά Οδός συναντάει ένα ρέμα με στενή και βαθιά κοίτη, που ρέει ανάμεσα στη Γεωπονική Σχολή και την εκκλησιά του Αγίου Σάββα. Ηταν κάποτε ο σημαντικότερος από τους τρεις βραχίονες του αρχαίου Κηφισού. Τον διέσχιζε κανείς περνώντας πάνω από την περίφημη γέφυρα των «γεφυρισμών», όπου ακούγονταν τα αμοιβαία σκωπτικά πειράγματα ανάμεσα στους συμμετέχοντες στη μεγάλη πομπή των Ελευσινίων. Η γέφυρα ήταν έργο του Ρόδιου αρχιτέκτονα Ξενοκλή, που είχε μετοικήσει από τη Λίνδο στην Αθήνα. Οι έφηβοι με την ενηλικίωση συνήθιζαν να αφιερώνουν τα μαλλιά τους στον Κηφισό, όπως ο Αχιλλέας που είχε τάξει την κόμη του στο Σπερχειό, ποταμό της ιδιαίτερης πατρίδας του. 
Η σημερινή κοίτη του Κηφισού με τη σύγχρονη γέφυρα της Ιεράς Οδού, που βρίσκεται 1.500 περίπου μέτρα δυτικότερα της αρχαίας, είναι εγκλωβισμένη σε τσιμεντένια  αναχώματα, ενώ πάνω της ρέει αργά αλλά σταθερά, σε εικοσιτετράωρη βάση ένα τεράστιο συμπαγές «ποτάμι» μποτιλιαρισμένων δίτροχων και τετράτροχων οχημάτων που μουγκρίζουν ξερνώντας καυσαέρια. Αντί για σκωπτικά πειράγματα ανταλλάσσονται εκεί καθημερινά χυδαίες βρισιές μεταξύ των οδηγών της αυτοκινητοπομπής. Ο ειδυλλιακός Κηφισός μεταλλαγμένος σε τερατώδη λεωφόρο, το γνωστό μας «Ποτάμι»! Στα τσιμενταρισμένα σωθικά του αντί για γάργαρο νερό κυλάει ένα παράξενο ερυθροκύανο δυσώδες υγρό που εκβράζεται στο Φαληρικό Δέλτα. Κανείς δεν τολμά πια να αφιερώσει εδώ τα μακριά μαλλιά της νιότης του. Προτιμά να προσπεράσει όσο γίνεται ταχύτερα. Guarda et sputa! Ο,τι υπήρχε ανάμεσα στις εκβολές του Κηφισού, στο Φάληρο, και στο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου: ιερά, ναοί, βωμοί θεών και ηρώων έχει μπαζωθεί και αναμένεται με αγωνία από το 2004 ως σήμερα η φημολογούμενη αξιοποίηση (scribe τσιμεντοποίηση) της περιοχής.
Η ίδια, ίσως και χειρότερη μοίρα είναι βέβαιο ότι επιφυλάσσεται και για το μεγάλο ποτάμι της νότιας και δυτικής Βοιωτίας, τον Ασωπό. Δέχεται τα πρώτα νερά του στην περιοχή των Λεύκτρων και της Εύτρησης και καθώς ρέει προς τα ανατολικά ενισχύεται στο δρόμο του απ’ όλα τα ρέματα και τα μικρότερα ρυάκια της Παρασώπιας περιοχής, πριν καταλήξει στον Ευβοϊκό Κόλπο, βόρεια του Ωρωπού. Το ποτάμι την εποχή των βροχών κατεβάζει νερό και γίνεται σχεδόν αδιάβατο (Θουκυδίδης 2.5).  Ο Ομηρος στην Ιλιάδα (Δ 383) χαρακτηρίζει τον Ασωπό «βαθύσχοινον» και «λεχεποίην», γιατί στις όχθες του υπήρχαν παντού θάμνοι μεγάλοι, σχοίνα, και άφθονο χορτάρι. Σήμερα κατά μήκος του ρου του υπάρχουν μεγάλες ρυπαίνουσες βιομηχανικές μονάδες και άφθονα σκουπίδια, διασχίζει χωράφια που ραντίζονται με φυτοφάρμακα, μεταφέρει στην κοίτη του ως τις εκβολές παντοειδή πολύχρωμα και δυσώδη υγρά και στερεά απόβλητα εργοστασίων και τα ξερνάει στον Ευβοϊκό! Πώς φτάσαμε αλήθεια ως εδώ; Είναι δυνατό να συνεχίσουμε να ασεβούμε ατιμωρητί προς το περιβάλλον; 
Η γεωγραφική θέση της Μεσσηνίας κατά μήκος της δυτικής ακτής της Πελοποννήσου και το ήπιο μεσογειακό κλίμα την ανέδειξαν σε περιοχή ευνοημένη από τη φύση με μεγάλη ποικιλία ζώων της στεριάς και των νερών και με παραγωγή αγροτικών προϊόντων με κυρίαρχο το ελαιόλαδο. Ο Πάμισος, το πλατύ ποτάμι της μεσσηνιακής γης, πλωτό στην αρχαιότητα και πλούσιο σε ψάρια, που διασχίζει την εύφορη ευλογημένη κοιλάδα που διακαώς επιθυμούσαν και ασταμάτητα διεκδικούσαν οι Σπαρτιάτες, την Μακαρία των παιδικών χρόνων του Στέφανου Ληναίου, θεοποιήθηκε και λατρεύτηκε στην αρχαιότητα και εικονίζεται ως ταύρος ορμητικός, δυνατός και γονιμοποιός. Κανείς δεν κολυμπά ούτε και ψαρεύει σήμερα στον Πάμισο, η μόλυνση και δω είναι προχωρημένη με κύρια πηγή τα λύματα από τα ανεξέλεγκτα λιοτρίβια που χύνονται στους παραπόταμους, κατά κύριο λόγο στον πανάρχαιο ποταμό Βαλύρα, τη σημερινή Μαυροζούμενα με την ιστορική τριπλή γέφυρα στο Νεοχώρι του Μελιγαλά. Την γέφυρα της Μαυροζούμενας κατασκεύασε ο στρατός των Θηβαίων του Επαμεινώνα που τύχησε την αρχαία πρωτεύουσα της Μεσσηνίας, τη Μεσσήνη. Από τη γέφυρα αυτή πέρασε ο περιηγητής Παυσανίας. Πάνω στη γέφυρα αυτή περπάτησαν Ρωμαίοι, Φράγκοι, Βενετσιάνοι και Οθωμανοί, ο Σούμπασης Ινάν την επισκεύασε. Γάργαρα νερά έβρεχαν κάποτε τα στέρεα ποδαρικά της, μελανά αμφίβολης ποιότητας νερά, ανάκατα με μολυσμένα απόβλητα τα βρέχουνε στις μέρες μας. Ιστορικό μνημείο ύψιστης σημασίας δεν είναι μόνο η κατασκευασμένη από θνητούς ανθρώπους γέφυρα που οδηγεί στην Αρκαδική Πύλη της Μεσσήνης, είναι και ο «ηρωικός» Βαλύρας που δηλητηριάζεται καθημερινά, καθώς και Πάμισος ο θεϊκός που γονιμοποιεί τις εύφορες κοιλάδες. Τόσο την κατασκευή όσο και τη χρήση των γεφυριών, τοπόσημων της ελληνικής υπαίθρου, συνοδεύουν λαϊκές αφηγήσεις, δεισιδαιμονίες, μύθοι και θρύλοι για φημισμένους μαστόρους και πανέμορφες κυράδες. Το λαϊκό προφορικό αυτό απόθεμα, κομμάτι της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς μας, άρρηκτα δεμένο με την υλική υπόσταση των γεφυριών και του φυσικού περιβάλλοντος, είναι που κάνει τη διαφορά και αναδεικνύει τις μοναδικές αυτές χειροποίητες κατασκευές σε έργα τέχνης, σε μνημεία που ζητούν σήμερα απεγνωσμένα την προστασία μας.      
Η κατάσταση επιδεινώνεται δραματικά, προστέθηκαν: η μόλυνση του αέρα, τα ανεξέλεγκτα νταμάρια, οι ανοιχτές χωματερές, τα τοξικά απόβλητα, τα ρέματα που κτίστηκαν αυθαίρετα, η αποθέωση του αυτοκινήτου και η αυτοκρατορία του μπετόν αρμέ. Ζούμε με την ελπίδα και το όνειρο της ανάκαμψης, περιμένουμε τον «Δήμαρχο Μεσσία» που θα μας σώσει, δημιουργώντας πάρκα, κήπους, παιδικές χαρές, ελεύθερες παραλίες, που θα γκρεμίσει τα αυθαίρετα, θα μας απαλλάξει απ’ τις χωματερές και τα νταμάρια, τα απόβλητα των ελαιοτριβείων. Η ύπαρξη μιας πόλης σχετίζεται άμεσα με τον αλώβητο περιβάλλοντα φυσικό χώρο της, αν διακοπεί αυτή η σχέση η πόλη εξαφανίζεται, πεθαίνει.
Ζούμε σήμερα σ’ ένα παγκόσμιο χωριό, σ’ ένα παγκόσμιο εθνο-τοπίο (global ethnoscape), όπως νεολογικά το ονομάζει ο Appadurai, και η διανομή “κοινών εικόνων” για τον κόσμο συνηγορεί υπέρ μιας “κοινής άποψης” για τον πολιτισμό. (4) Η πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα σήμερα είναι να κατανοήσει ότι ο πλανήτης αποτελεί μια ολότητα και να επινοήσει στρατηγικές που θα αποτρέψουν τη ραγδαία καταστροφή του περιβάλλοντος και την οικονομική ταυτόχρονα κατάρρευσή του, να αναπτύξει σχέδιο για τη βιωσιμότητα του πολιτισμού μας και την πορεία προς ένα πιο αισιόδοξο μέλλον. Με άλλα λόγια, “να χτίσουμε έναν κόσμο όπου θα ικανοποιούνται οι βασικές ανάγκες όλης της ανθρωπότητας και θα μας επιτρέπει να θεωρούμε τους εαυτούς μας πολιτισμένους”. (5) 
Η ίδρυση της μη κυβερνητικής διεπιστημονικής Οργάνωσης “Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού”, καθώς και η ίδρυση σε συνέχεια μιας ανάλογης από τον Λέστερ Μπράουν είχαν ως έναυσμα την ατμοσφαιρική ρύπανση της Αθήνας, την καταστροφή μεγάλου μέρους της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς με στόχο το εύκολο κέρδος, με μοχλό την αντιπαροχή και συγχωροχάρτι την ατελή νομική προστασία ορισμένων παραδοσιακών οικισμών. (6) Τρία ρεύματα συνενώθηκαν και δημιούργησαν το πλατύ ποτάμι της οικολογίας, κατά τον Κώστα Καρρά: η αγάπη για τη φύση, ο σεβασμός της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και το ενδιαφέρον για τη δημόσια υγεία. Aναλύεται η σημερινή δραματική κατάρρευση του ελληνικού και κατ᾽ επέκταση του δυτικού κοινωνικού, οικονομικού και διοικητικού μοντέλου, καθώς και οι καταστροφικές συνέπειες της κατάρρευσης για το περιβάλλον και την επιβίωση των κατοίκων. Το πρόβλημα διασάλευσης της ευπαθούς ισορροπίας μεταξύ φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, με την τερατώδη διόγκωση του δεύτερου, δεν είναι μόνο ελληνικό ή ευρωπαϊκό, είναι παγκόσμιο και απειλεί την επιβίωση του ίδιου του πλανήτη Γη. Για τα φλέγοντα ζητήματα του περιβάλλοντος χρησιμοποιείται γλώσσα καυστική για τους υπεύθυνους και τους υποκριτές, για τις αυθαιρεσίες των υπουργών, την κομματοκρατία, τα ρουσφέτια, την απουσία δασολογίου, την μη τήρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος, την εγκληματική μόλυνση των ποταμών, της θάλασσας και της ατμόσφαιρας. Οι πελατειακές σχέσεις από συστάσεως του ελληνικού κράτους είναι εκείνες που διαμόρφωσαν τη βαθύτατα πωρωμένη σχέση του Δημοσίου με τους πολίτες, οι βραχυπρόθεσμες επιτυχίες κοντόφθαλμων συναλλαγών διαμόρφωσαν μεσοπρόθεσμα την αποκρουστική εικόνα του Ελληνα ως ανακόλουθου κατεργάρη. (7)
Η προστασία του φυσικού κάλλους, των φυσικών και ιστορικών χαρακτηριστικών και της άγριας πανίδας και των μνημείων είναι θέμα επιβίωσης και ευημερίας του ανθρώπινου γένους. Εκ των ουκ άνευ είναι και η καλλιέργεια των ανθρώπων με τρόπο και μέσα που θα τους ωθεί να διατηρούν άθικτα τα παραπάνω αγαθά, ώστε να μπορούν να τα απολαμβάνουν και οι επόμενες γενιές. (8) 

Πέτρος Θέμελης
pthemelis@hotmail.com                                                                                                                                                                                1. Gadamer 1975.
2. Α. Βιστωνίτη, Τα βιβλία που συγκλόνισαν τον κόσμο, ΤΟ ΒΗΜΑ 22.10.06, σελ. 49.
3. K.Δ. Γεωργούλης, Φιλοσοφία της Iστορίας (εκδ. Παπαδήμα), Aθήνα 1993, 3-6.
4 Arjun Appadurai, Global Ethnoscape: Notes and Queries for a Transnational Anthropology, στο R.   G. Fox (εκδ.), Recupturing Anthroplogy: Working in the Present, Santa Fe, New Mexico1991, 191-210.
5. Οπως τονίζει ο Lester R. Brown στο βιβλίο του: Ο πλανήτης μας στα όριά του ή πώς θα αποτρέψουμε την περιβαλλοντική και την οικονομική κατάρρευση (μετάφρ. Χρ. Φουντούλης), Αθήνα 2011.
6. Κ. Καρράς, Ημιτελές Τοπίο: Βούληση και Αντίθεση στον Αγώνα για την Αειφορία (εκδ. Ωκεανίδα), Αθήνα 2011. Το βιβλίο παρουσιάστηκε από τον υποφαινόμενο, τον αστροφυσικό Νικόλαο Ζερεφό, τον συνταγματολόγο Νίκο Αλεβιζάτο, τον συγγραφέα Απόστολο Δοξιάδη και γνωστή ηθοποιό, υπουργό Πολιτισμού σήμερα, Λύδια Κονιόρδου.
7. Κ. Καρράς, ό.π.

8. Τζον Γκ. Μίτσελ, Απειλούμενα καταφύγια, National Geographic 17, αρ. 4, 2006, 52-61. https://www.eleftheriaonline.gr/

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2016

ΟΙ ΠΕΙΡΑΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΓΑΊΟΥ



Το Αιγαίο,  ο ανατολικός κόλπος της Μεσογείου και το λίκνο του ελληνικού πολιτισμού, υπήρξε  πριν πολλά χρόνια ένα εξαιρετικό λημέρι για τους πειρατές,  Τα χιλιάδες μικρά νησιά με τα  βράχια,τις  σπηλιές, και τις πολλές κρυμμένες παραλίες έγιναν  ιδανικές κρυψώνες  για τους Πειρατές Χρησιμοποιώντας τα ως ορμητήριο μπορούσαν να εντοπίζουν και να λεηλατούν τα εμπορικά πλοία που ταξίδευαν μέσα στη περιοχή τους.Το έργο της πειρατείας γινόταν  επίσης λιγότερο δύσκολο από το γεγονός ότι τα εμπορικά πλοία έπλεαν κοντά στην ακτή και ποτέ δεν αποτολμούσαν ταξίδια  στην ανοικτή θάλασσα.  Οι δραστηριότητες των Πειρατών είχαν δυο στόχους ...πρώτον τα διερχόμενα σκάφη και τα εμπορεύματα τους και δεύτερον τις επιδρομές ενάντια στους τοπικούς πληθυσμούς των νησιών με στόχο να κλέψουν τους πολύτιμους σπόρους ,τα ζώα τους και συνάμα την αρπάγη των νεότερων και δυνατότερων από τους ντόπιους για να τους χρησιμοποιήσουν ως άμισθα πληρώματα στα πειρατικά σκάφη τους. Νησιά όπως η Ίος το 1528, η Σάμος για πολλές δεκαετίες, αλλά και η Σκιάθο, η Σκόπελος και τα Κύθηρα το 1570 έγιναν  έρημα, ως αποτέλεσμα της εν λόγω δραστηριότητας.Τον 16ο και ιδιαίτερα τον 17ο αιώνα, η πειρατεία αποτελεί κανόνα της καθημερινής ζωής. Από το Βόρειο Αιγαίο ως το Ικάριο (το δικό μας πέλαγος) και το Λιβυκό πέλαγος τα πειρατικά και κουρσάρικα καράβια παραμονεύουν. Οι απέραντες ελληνικές ακτές με την ιδιαίτερη ακτογραμμή, τους βράχους, τις σπηλιές και τους πάμπολλους αθέατους όρμους είναι ιδανικά κρησφύγετα. Ο περιηγητής Deshayes συμβουλεύει τους ταξιδιώτες για Κωνσταντινούπολη να αποφεύγουν το ταξίδι με πλοίο, διότι οι πειρατές καραδοκούν ανάμεσα στην Κρήτη και την Πελοπόννησο (Κάβο Μαλέα).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον κατά την περίοδο της πειρατείας παρουσιάζει η νήσος Κίμωλος, η οποία έχει κάτι σαν ασυλία από πειρατές και κουρσάρους καθώς φιλοξενεί μόνο περί τις πεντακόσιες γυναίκες και έξι με οκτώ καθολικούς παπάδες για τις ανάγκες των πειρατών του Αιγαίου. Ένα άλλο σημαντικό λημέρι πειρατών ήταν και οι Φούρνοι Κορσεών (ή αλλιώς Φούρνοι Ικαρίας)Τα ελληνικά κουρσάρικα και πειρατικά είχαν συνήθως στα πληρώματα τους ορθόδοξους παπάδες όπου για τα πειρατικά της Μάνης ήταν απαράβατος κανόνας.
Ο Ιούλιος Βερν το 1883 έως 1888 ακολουθεί θαλάσσιες ρότες με μηχανοκίνητο ιστιοφόρο. Το 1884 γράφει το βιβλίο "Το Αρχιπέλαγος στις φλόγες" (ή "Οι Πειρατές του Αιγαίου") όπου και μας περιγράφει πως στην Μάνη οι μοναχοί ήταν ουσιαστικά βιγλάτορες που καραδοκούσαν να φανεί κάποιο πλοίο και με τεχνάσματα μετά να το οδηγήσουν στα βράχια ή σε κάποιο ύφαλο. Έτσι λοιπόν μπορούσαν οι ντόπιοι να πλιατσικολογήσουν χωρίς κινδύνους. Τέλος αναφέρεται διεξοδικά στην περιοχή της Μάνης του Μαραθιά, Κυθήρων και Αντικυθήρων.
— Καράβι! ξεφώνισε. ο καλόγερος Σαν αστραπή τινάχτηκαν όλοι οι τεμπέληδες, χτύπησαν παλαμάκια κι έτρεξαν σ’ ένα βράχο πάνω από το λιμάνι. Από κει μπορούσαν ν’ αγναντέψουν μακριά όλο το πέλαγος. Ένας ξένος θα νόμιζε πως η κίνηση τούτη έγινε από το ενδιαφέρον που έχουν οι ναυτικοί για κάθε πλοίο που έρχεται από τα ξένα. Μα πολύ πιο συμφεροντολογικό ενδιαφέρον αναστάτωνε έτσι τους λιμανιώτες μας. Γιατί οι Μανιάτες ήταν τότε αγριώτατος λαός και φοβεροί κουρσάροι. Κι ακριβώς το λιμάνι του Οίτυλου στην άκρη της Πελοποννήσου, ανάμεσα σε δυο θάλασσες και κοντά στα Ανηκύθηρα, το αγαπημένο νησί των κουρσάρων, ήτανε περίφημο για τη δουλειά τούτη. Το κέντρο αυτό της Μάνης το λέγανε Κακοβούνι κι οι κακοβουνιώτες, ενεδρεύοντας στην άκρη αυτή του Ταίναρου, στύλωναν τα μάτια τους στο πέλαγος λαχταρώντας το πρώτο καράβι που θα φανεί να το κουρσέψουν. Του ρίχνονταν με τα δικά τους καράβια ή το τραβούσαν κοντά στη στεριά με ψεύτικα σινιάλα. Παντού λήστευαν και έκαιγαν. Λίγο τους έμελε αν το πλήρωμα ήταν Τούρκοι, Αραπάδες, Μαλτέζοι ή Έλληνες ακόμα! Τους έσφαζαν αλύπητα ή τους πουλούσαν σκλάβους στην Αφρική. Τύχαινε και δεν είχανε δουλειά, και δεν περνούσανε καράβια από τ’ ακρογιάλια της Κορώνης ή της Λακωνίας; Τότε, λοιπόν, παρακαλούσανε το θεό της φουρτούνας, να ευδοκήσει να τους στείλει κανένα καράβι μεγάλο και πλούσια φορτωμένο! Τώρα όμως και λίγες βδομάδες οι σφαγές και τα κούρσα είχανε σταματήσει. Κανένα καΐκι δεν ξέπεσε στ’ ακρογιάλια της Μάνης. Φαντάζεστε λοιπόν τι χαρά ξέσπασε, ήταν το καλόγερος πρόσφερε την περιπόητη λέξη: — Καράβι!..απόσπασμα απο το βιβλίο του ΙΟΥΛΙΟΥ ΒΕΡΝ ΟΙ ΠΕΙΡAΤAI ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ (L’ARCHIPEL ΕΝ FEU) Διασκευή: Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ     φωτογραφια
Κοσμάς Ινιωτάκης
Σ' όλα τα νησιά του Αρχιπελάγους και στις παράκτιες περιοχές υπήρχαν παρατηρητήρια, βίγλες, απ' όπου οι βιγλάτορες παρακολουθούσαν μέρα και νύχτα τα καράβια που πλησίαζαν στη στεριά και ειδοποιούσαν τον πληθυσμό μόλις διέκριναν κάποιο πλοίο.
Διαβόητος έμεινε σε όλη την Μεσόγειο ο Έλληνας εξωμότης πειρατής και κουρσάρος Μπαρμπαρόσα (Κοκκινογένης). Στην ουσία όμως δεν επρόκειτο για έναν αλλά για δύο αδέρφια, οι οποίοι κατάγονταν από τη Λέσβο και ήταν εγγόνια παπά. Το 16ο αιώνα είχαν καταληστέψει με τα πλοία τους όλα τα παράλια της ανατολικής Μεσογείου και τις Ενετοκρατούμενες Κυκλάδες, σπέρνοντας τον τρόμο σε όλο το Αιγαίο με απίστευτη αγριότητα, δημιουργώντας μέχρι και δικό τους κράτος (Μπαρμπαριά) και κόβοντας δικό τους νόμισμα.
Είναι γεγονός ότι κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου επιδίδονται στην πειρατεία άνθρωποι κάθε εθνικότητας και θρησκεύματος από νησιώτες μέχρι Τυνήσιους, Βενετούς, Σικελούς και Τούρκους. Πειρατές ήταν και οι Μανιάτες. Τη Μάνη την ονόμαζαν Μεγάλο Αλγέρι. Τον 18 αιώνα, η Μάνη ζει από πειρατικές επιδρομές αποκλειστικά. Όταν δεν ταξιδεύουν με τα καράβια τους, ενεδρεύουν περιμένοντας να παρασυρθεί κάποιο καράβι στην ακτή από την κακοκαιρία ή από τα δόλια τεχνάσματα τους.
Αρχές 19ου αιώνα ο αριθμός των ελληνικών πλοίων που επιδίδονται σε πειρατικές επιδρομές αυξάνεται σταθερά εξαιτίας της δυσμενούς τροπής που παίρνει ο Αγώνας. Στις αρχές του 1828 ήταν περί τα 1.500 πλοία και 50.000 ναύτες που ασχολούνται συστηματικά με την πειρατεία και λυμαίνονται το Αιγαίο. Από τον Ελλήσποντο ως τη Ρόδο και τα ανατολικά παράλια της Πελοποννήσου οι πειρατές προκαλούν με τη δράση τους πάμπολλα προβλήματα. Αυτός που τελικά κατόρθωσε να ελέγξει την κατάσταση, ήταν ο Καποδίστριας όταν ήρθε τον Ιανουάριο του 1828 στην Ελλάδα, για να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Η καταστολή της πειρατείας υπήρξε άμεση και εντυπωσιακή. Η πειρατεία εκριζώθηκε με τη σύσταση δύο ελληνικών μοιρών υπό τον Ανδρέα Μιαούλη και τον Κωνσταντίνο Κανάρη. Ωστόσο η δολοφονία του Καποδίστρια (1831) και η αναρχία που ακολούθησε, αναζωπύρωσε τη δραστηριότητα των πειρατών, μολονότι η Ελλάδα από το 1830 ήδη άρχισε τον ελεύθερο πολιτικό της βίο, που δεν της εξασφαλίζει όμως και την ανάλογη ευνομία.
Η εμφάνιση πειρατικών πλοίων στην ελληνική θάλασσα διακόπηκε οριστικά το 1850, όταν το Πολεμικό Ναυτικό ανέλαβε την καταδίωξή τους με την παράλληλη δράση και ξένων στόλων καταστρέφοντας οριστικά τα πειρατικά ορμητήρια του Αιγαίου. Από τη χρονιά αυτή ξεκινάει ως ένδειξη ελευθερίας και το άσπρισμα των σπιτιών στα νησιά του Αιγαίου από τους ντόπιους, καθώς δεν υπάρχει πια ο κίνδυνος θέασης των χωριών από τους πειρατές.
Εν κατακλείδι τον 19ο αιώνα, τα κρούσματα και οι πειρατικές επιδρομές γίνονται σπανιότερα και είναι βέβαια ηπιότερης μορφής απ' ότι σε προγενέστερες εποχές, γεγονός που σχετίζεται με την αρτιότερη κρατική οργάνωση αλλά και με τον εκσυγχρονισμό της ναυτιλίας.
Οι δε οικισμοί στα παραθαλάσσια μέρη και στα νησιά μέχρι τότε βρίσκονταν μακριά από την θάλασσα σε αθέατα σημεία και σε πάμπολλες περιπτώσεις τα σπίτια χτίζονταν το ένα δίπλα στο άλλο σε μορφή κάστρου (συναντάτε σε όλο το Αιγαίο).
Η Ικαρία, γεμάτη από πυκνά δάση  από τις βουνοκορφές της ως και τα παράλια από δένδρα αιώνων, με ορεινά κακοπέρατα και σωσμένα από τους καιρούς του Λίθου, με τους ραούς (τα ρήγματα της γης), τους απρόσιτους κρημνούς, τα υπόγεια κατοικητήρια, τα χωστά κελιά ήχωστοκέλια, με είσοδο κατακαλυμμένη από θάμνους αιωνόβιους, Αυτή η ιδιαίτερη και μοναδική σε όλο το Αιγαίο φύση της ήταν επόμενο να οπλίσει τους Ικαρίους  με την υποδειγματική αντιπειρατική εμπειρία και τη δυνατότητα που έμελλε να εξασφαλίσει την επιβίωση των ιδίων και της αρχαιότροπης ιωνικής λαλιάς των.Ο κυριότερος όμως λόγος της σωτήριας αντιπειρατικής τακτικής των Ικαριωτών ήταν ότι οι ίδιοι ήταν γνωστές των πειρατών αφού οι περισσότεροι κάτοικοι της Ικαρίας ήρθαν στο νησί  πότε σαν κυνηγημένοι από τα κουρσάρικα καράβια και πότε σαν πειρατές που αναζητουσαν  έναν άλλο τρόπο Ζωής....!