Ο πρωταρχικός ρόλος της γυναίκας στην οικογένεια και την κοινωνία της Ικαρίας έχει επισημανθεί, διαχρονικά, από περιηγητές, ιστορικούς, λαογράφους, ερευνητές. Γράφει, σχετικά, ο Γάλλος περιηγητής Τhevenot, (δεύτερο μισό 17ου αιώνα): «Εις την νήσον αυτήν ο κόσμος είναι ανάποδος, διότι συμβαίνει να κυριαρχούν οι γυναίκες».
Η σημαντική θέση του κοριτσιού στην οικογένεια απηχείται, ακόμη, σε λαϊκές ρήσεις, γνωμικά ή δίστιχα που λέγανε οι πρωτινοί Ικαριώτες, όπως: «Της καλομάνας το παιδί, το πρώτο να ’ναι κορίτσι» ή «μεγάλη κόρη, μεγάλη τύχη».
Στα «παίνια» που εξυμνούν τις χάρες της «Καριωτίνας» περιλαμβάνονται χαρακτηριστικά, ικανότητας και αξιοσύνης, όπως: Συνιστάμενη (μυαλωμένη), χρυσοχέρα, καλόγνωμη (συγκαταβατικιά), προκομμένη, παστρικοδούλα (τέλεια στη δουλειά της), λεβεντοκοπέλλα, συντρέχτρα (βοηθάει όλους που έχουν ανάγκη), καταδεχτικιά, καλαντρούσα (καλή στον άντρα της), ταμαχιάρα, γομαριάρα (αυτή που σηκώνει ,γομάρια, βαριά φορτία από ξύλα, κάρβουνα, κλαδί), κ.ά.
Η «Καριωτίνα», ως πρωτοκόρη, αλλά και, αργότερα, ως «φαντίνα» (που ΄χει σειρά για παντρειά), βοηθά την οικογένεια αναλαμβάνοντας την ανατροφή ή την φροντίδα των μικρότερων αδελφών, ώστε να μπορεί να ασχοληθεί η μάνα με τα άλλα «χουσμέτια» του νοικοκυριού: τα χωράφια, τους κήπους, τα ζώα, τα γομάρια, το μεροκάματο ή την «αλλαξά». Οι ρόλοι, που αναλαμβάνει η κόρη, όταν μεγαλώσει, καταγράφονται στο επόμενο ταχτάρισμα:
Στα «παίνια» που εξυμνούν τις χάρες της «Καριωτίνας» περιλαμβάνονται χαρακτηριστικά, ικανότητας και αξιοσύνης, όπως: Συνιστάμενη (μυαλωμένη), χρυσοχέρα, καλόγνωμη (συγκαταβατικιά), προκομμένη, παστρικοδούλα (τέλεια στη δουλειά της), λεβεντοκοπέλλα, συντρέχτρα (βοηθάει όλους που έχουν ανάγκη), καταδεχτικιά, καλαντρούσα (καλή στον άντρα της), ταμαχιάρα, γομαριάρα (αυτή που σηκώνει ,γομάρια, βαριά φορτία από ξύλα, κάρβουνα, κλαδί), κ.ά.
Η «Καριωτίνα», ως πρωτοκόρη, αλλά και, αργότερα, ως «φαντίνα» (που ΄χει σειρά για παντρειά), βοηθά την οικογένεια αναλαμβάνοντας την ανατροφή ή την φροντίδα των μικρότερων αδελφών, ώστε να μπορεί να ασχοληθεί η μάνα με τα άλλα «χουσμέτια» του νοικοκυριού: τα χωράφια, τους κήπους, τα ζώα, τα γομάρια, το μεροκάματο ή την «αλλαξά». Οι ρόλοι, που αναλαμβάνει η κόρη, όταν μεγαλώσει, καταγράφονται στο επόμενο ταχτάρισμα:
«Ταριρί να μεγαλώσει, να το βάλω να ζυμώσει,
ταριρί να μεγαλύνει να το βάλω να μου πλύνει».
ταριρί να μεγαλύνει να το βάλω να μου πλύνει».
Ενδεικτικό της εργατικότητας της κόρης και της ενασχόλησής της με τις, κατ΄ άλλους,«αντρικές» δουλειές είναι το «νυφιάτικο» δίστιχο που ακολουθεί και φέρεται να λέει ο πατέρας της:
Τώρα ποια θα τραβά το βου και ποια θα ζευγαρίζει
που πάντρεψα την κόρη μου κι άλλος μου την ορίζει.
που πάντρεψα την κόρη μου κι άλλος μου την ορίζει.
Η «Καριωτίνα», από παλιά ξενιτεύεται για να εργαστεί ως τροφός, παραμάνα - «φαντέσκα», για να συνεισφέρει οικονομικά να σπουδάσουν τα παιδιά ή τα αδέλφια της. Είναι πολλά τα παραδείγματα πνευματικών ανθρώπων της Ικαρίας που σπούδασαν χάρη στη μάνα ή την αδελφή τους.
Ως σύζυγος, σε περιπτώσεις που ο άντρας της φεύγει μετανάστης ή να δουλέψει καρβουνιάρης ή να μπαρκάρει ναυτικός, επωμίζεται, εξ ολοκλήρου, την ευθύνη της οικογένειας και τη διαχείριση της οικιακής οικονομίας. Κάνει κουμάντο στο σπίτι, αναλαμβάνει ευθύνες και αναθέτει ρόλους στα παιδιά. Με αποθέματα δύναμης δουλεύει σκληρά στη γη, συναγωνίζεται πολλές φορές στην αντοχή τους άντρες, καλλιεργεί τα χτήματα, σκάβει τ΄ αμπέλια, παράγει σταφίδα, φυτεύει κήπους, δέντρα, φροντίζει για τη σοδειά, για τα ζωντανά, σηκώνει γομάρια, μεταφέρει κάρβουνο και σταφύλια για εμπόριο στα καΐκια. Καταπιάνεται με όλες τις δουλειές και τα «προκάνει» όλα.
Η «Καριωτίνα» δένεται με τον τόπο και το μικρόκοσμο του σπιτιού της, ονοματοθετεί το χώρο: «σωφρανική» από τη βόρεια και δυτική Ικαρία ή «σταβεντική» από το νότιο μέρος του νησιού, ορεσίβια ή «κακαούλι» με την τραχύτητα του βουνού, θαλασσινή με τον αέρα του πελάγου, τη μοσχοβολιά της καριώτικης γης και τη μακρόσυρτη λαλιά.
Αναγνωρίζεται για την προσφορά της, συμμετέχει σε κοινωνικές και θρησκευτικές εκδηλώσεις, ασχολείται με τα κοινά. Εκλέγεται, με την αποδοχή και των αντρών, σε τοπικά αξιώματα, όπως γυναίκες πρόεδροι κοινοτήτων, στο Μαγγανίτη, στην Αρέθουσα, κ.ά. Διακρίνεται στα γράμματα, γυναίκες δασκάλες που υπηρέτησαν πολλά χρόνια στα χωριά του νησιού, εκπαιδεύοντας τις γενιές των γονιών μας και τις δικές μας. Και μια πλειάδα σύγχρονων γυναικών επιστημόνων που τιμούν τους χώρους στους οποίους υπηρετούν.
Αντί επιλόγου η αναφορά μου στην «Καριωτίνα» «καλομάνα», τη γιαγιά, η οποία διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο στην οικογένεια και συμβάλλει στην ανατροφή και τη διαπαιδαγώγηση των εγγονών της, με τις ορμήνιες, τα τραγούδια, τους θρύλους, τα παραμύθια της. Αντικαθιστά τη μάνα όταν λείπει, με αποθέματα υπομονής και αγάπης, όπως αυτά καταγράφονται στο λόγο της: «Των παιδιών μου τα παιδιά είναι δυο φορές παιδιά μου» και, «η ευκή μου και το μέλι να κολλά και να (μ)η βγαίνει».
Η «καλομάνα» μάς ξυπνά δυνατές μνήμες: Τη θυμόμαστε με ευγνωμοσύνη για την έξοδο της Κυριακής με το παιγνίδι, απολείτουργα, στην πλατεία του χωριού και το κέρασμα από το κομπόδεμά της …
Σημείωση: Ο όρος «Καριωτίνα» αν και δεν είναι δόκιμος, αποδίδει το χαρακτηρισμό της Ικαριώτισσας στη ντοπιολαλιά του νησιού. Για το λόγο αυτό κι εγώ τον επέλεξα σε χρήση.
Ως σύζυγος, σε περιπτώσεις που ο άντρας της φεύγει μετανάστης ή να δουλέψει καρβουνιάρης ή να μπαρκάρει ναυτικός, επωμίζεται, εξ ολοκλήρου, την ευθύνη της οικογένειας και τη διαχείριση της οικιακής οικονομίας. Κάνει κουμάντο στο σπίτι, αναλαμβάνει ευθύνες και αναθέτει ρόλους στα παιδιά. Με αποθέματα δύναμης δουλεύει σκληρά στη γη, συναγωνίζεται πολλές φορές στην αντοχή τους άντρες, καλλιεργεί τα χτήματα, σκάβει τ΄ αμπέλια, παράγει σταφίδα, φυτεύει κήπους, δέντρα, φροντίζει για τη σοδειά, για τα ζωντανά, σηκώνει γομάρια, μεταφέρει κάρβουνο και σταφύλια για εμπόριο στα καΐκια. Καταπιάνεται με όλες τις δουλειές και τα «προκάνει» όλα.
Η «Καριωτίνα» δένεται με τον τόπο και το μικρόκοσμο του σπιτιού της, ονοματοθετεί το χώρο: «σωφρανική» από τη βόρεια και δυτική Ικαρία ή «σταβεντική» από το νότιο μέρος του νησιού, ορεσίβια ή «κακαούλι» με την τραχύτητα του βουνού, θαλασσινή με τον αέρα του πελάγου, τη μοσχοβολιά της καριώτικης γης και τη μακρόσυρτη λαλιά.
Αναγνωρίζεται για την προσφορά της, συμμετέχει σε κοινωνικές και θρησκευτικές εκδηλώσεις, ασχολείται με τα κοινά. Εκλέγεται, με την αποδοχή και των αντρών, σε τοπικά αξιώματα, όπως γυναίκες πρόεδροι κοινοτήτων, στο Μαγγανίτη, στην Αρέθουσα, κ.ά. Διακρίνεται στα γράμματα, γυναίκες δασκάλες που υπηρέτησαν πολλά χρόνια στα χωριά του νησιού, εκπαιδεύοντας τις γενιές των γονιών μας και τις δικές μας. Και μια πλειάδα σύγχρονων γυναικών επιστημόνων που τιμούν τους χώρους στους οποίους υπηρετούν.
Αντί επιλόγου η αναφορά μου στην «Καριωτίνα» «καλομάνα», τη γιαγιά, η οποία διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο στην οικογένεια και συμβάλλει στην ανατροφή και τη διαπαιδαγώγηση των εγγονών της, με τις ορμήνιες, τα τραγούδια, τους θρύλους, τα παραμύθια της. Αντικαθιστά τη μάνα όταν λείπει, με αποθέματα υπομονής και αγάπης, όπως αυτά καταγράφονται στο λόγο της: «Των παιδιών μου τα παιδιά είναι δυο φορές παιδιά μου» και, «η ευκή μου και το μέλι να κολλά και να (μ)η βγαίνει».
Η «καλομάνα» μάς ξυπνά δυνατές μνήμες: Τη θυμόμαστε με ευγνωμοσύνη για την έξοδο της Κυριακής με το παιγνίδι, απολείτουργα, στην πλατεία του χωριού και το κέρασμα από το κομπόδεμά της …
Σημείωση: Ο όρος «Καριωτίνα» αν και δεν είναι δόκιμος, αποδίδει το χαρακτηρισμό της Ικαριώτισσας στη ντοπιολαλιά του νησιού. Για το λόγο αυτό κι εγώ τον επέλεξα σε χρήση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου