Υπάρχουν φυτά που δεν θα τα ήθελε κανείς στον κήπο ή στην αυλή του. Κλασικό παράδειγμα, η τσουκνίδα. Σχεδόν ο καθένας μας γνωρίζει το φυτό αυτό, έστω κι αν το κοιτάζει με κάποιο φόβο γιατί κάποτε ταλαιπωρήθηκε από το άγγιγμά του. Σημαίνει όμως ότι τούτα τα φυτά είναι εντελώς άχρηστα; Όχι φυσικά!
τσουκνίδα
Το επιστημονικό της όνομα είναι Urtica dioica και ανήκει στην οικογένεια των κνιδοειδών, (αγγειόσπερμων), φυτών. Ευδοκιμεί κυρίως σε περιοχές που το χώμα τους έχει κατά καιρούς καλλιεργηθεί και εμπεριέχει αρκετές θρεπτικές ύλες, όπως ενώσεις αζώτου. Γι’ αυτό και την συναντάμε κοντά σε κατοικημένες περιοχές.
Εάν κοιτάξει κανείς τον κορμό και τα φύλα αυτού του φυτού στο μικροσκόπιο θα διακρίνει αδενώδεις τρίχες, οι οποίες έχουν σαν στόχο να εμποδίζουν στα έντομα και τα λοιπά ζωύφια να πλησιάζουν την επιφάνεια του φυτού. Αυτές δεν είναι υπεύθυνες για το τσουκνίδισμα. Υπάρχουν βελόνες οι οποίες είναι κατά πολύ μεγαλύτερες και πολύ πιο σκληρές απ’ ότι οι πρώτες κι αυτές είναι υπεύθυνες για το κάψιμο μετά το τσουκνίδισμα.
Αν δεν το αντέχετε, τότε τρίψτε το τσουκνιδισμένο δέρμα με φύλλα μολόχας. Οι κορυφές των λοιπόν σπάζουν σε κάθε άγγιγμα. Στο εσωτερικό αυτών των διαφανών βελονιών βρίσκεται το υγρό που προκαλεί το ερέθισμα του δέρματός μας: το μυρμηγκικό, (φορμικό) οξύ. Όταν λοιπόν την ακουμπήσεις σπάζουν οι βελόνες και το φορμικό οξύ έρχεται σε επαφή με το δέρμα, αλλά αυτό δεν είναι επικίνδυνο. Υπάρχει πράγματι ένα είδος τσουκνίδας στη νήσο Τιμόρ, η οποία είναι αρκετά προβληματική
τσουκνίδα
Το επιστημονικό της όνομα είναι Urtica dioica και ανήκει στην οικογένεια των κνιδοειδών, (αγγειόσπερμων), φυτών. Ευδοκιμεί κυρίως σε περιοχές που το χώμα τους έχει κατά καιρούς καλλιεργηθεί και εμπεριέχει αρκετές θρεπτικές ύλες, όπως ενώσεις αζώτου. Γι’ αυτό και την συναντάμε κοντά σε κατοικημένες περιοχές.
Εάν κοιτάξει κανείς τον κορμό και τα φύλα αυτού του φυτού στο μικροσκόπιο θα διακρίνει αδενώδεις τρίχες, οι οποίες έχουν σαν στόχο να εμποδίζουν στα έντομα και τα λοιπά ζωύφια να πλησιάζουν την επιφάνεια του φυτού. Αυτές δεν είναι υπεύθυνες για το τσουκνίδισμα. Υπάρχουν βελόνες οι οποίες είναι κατά πολύ μεγαλύτερες και πολύ πιο σκληρές απ’ ότι οι πρώτες κι αυτές είναι υπεύθυνες για το κάψιμο μετά το τσουκνίδισμα.
Αν δεν το αντέχετε, τότε τρίψτε το τσουκνιδισμένο δέρμα με φύλλα μολόχας. Οι κορυφές των λοιπόν σπάζουν σε κάθε άγγιγμα. Στο εσωτερικό αυτών των διαφανών βελονιών βρίσκεται το υγρό που προκαλεί το ερέθισμα του δέρματός μας: το μυρμηγκικό, (φορμικό) οξύ. Όταν λοιπόν την ακουμπήσεις σπάζουν οι βελόνες και το φορμικό οξύ έρχεται σε επαφή με το δέρμα, αλλά αυτό δεν είναι επικίνδυνο. Υπάρχει πράγματι ένα είδος τσουκνίδας στη νήσο Τιμόρ, η οποία είναι αρκετά προβληματική
Η περιγραφή της δεν νομίζω ότι είναι αναγκαία διότι όπως γράφει ο Camerer στα 1600, “μπορεί κανείς και την νύχτα με την αφή και μόνο να την γνωρίσει”. Το φυτό τούτο έχει μια μακρά φαρμακευτική ιστορία, ενώ θεωρείται ότι αποτελεί ένα είδος φάρμακο για ρευματικές και άλλες παθήσεις.
Την πρώτη επαινετική αναφορά του στον ποιητικό λόγο την βρίσκουμε στον ρωμαίο ποιητή Catull (το 57 μ.Χ.), ο οποίος αναφέρει ότι γιατρεύει βήχα και συνάχι. Αλλά και ο Διοσκουρίδης, Έλληνας γιατρός του 1ου μ.Χ. αιώνα γιάτρευε με τον ίδιο τρόπο τις άνω αναφερόμενες ασθένειες κάτι που γίνεται και σήμερα. Στον Μεσαίωνα τοποθετούσαν την τσουκνίδα στο κάτουρο του ασθενή. Αν έμεινε μέρα και νύχτα πράσινη και κρατούσε το σχήμα της, τότε ο ασθενής είχε καλές προϋποθέσεις σύντομα να γιατρευτεί. Αν έχανε το χρώμα της και μαζευόταν, τότε η κατάστασή του ήταν άσχημη.
Ο Paracelsus χρησιμοποίησε το φυτό για την καταπολέμηση του ίκτερου και συνιστούσε για τούτο τον χυμό του μαζί με τυρόγαλο από γίδινο γάλα.
Ο μεγάλος λόγιος Fuchs συμβούλευε: “Ο χυμός του μαζί με αλισίβα καταπολεμεί την τριχόπτωση” πουλούσε δε μια αλοιφή από λίπος Αρκούδας και φύλα τσουκνίδας ως φάρμακο για την ποδάγρα και για τους πόνους των άκρων γενικότερα. Στα μοναστήρια δε της κεντρικής Ευρώπης θεωρούσαν την βρώση βρασμένης τσουκνίδας ως καθαρτικό του στομάχου και του πεπτικού συστήματος.
Την πρώτη επαινετική αναφορά του στον ποιητικό λόγο την βρίσκουμε στον ρωμαίο ποιητή Catull (το 57 μ.Χ.), ο οποίος αναφέρει ότι γιατρεύει βήχα και συνάχι. Αλλά και ο Διοσκουρίδης, Έλληνας γιατρός του 1ου μ.Χ. αιώνα γιάτρευε με τον ίδιο τρόπο τις άνω αναφερόμενες ασθένειες κάτι που γίνεται και σήμερα. Στον Μεσαίωνα τοποθετούσαν την τσουκνίδα στο κάτουρο του ασθενή. Αν έμεινε μέρα και νύχτα πράσινη και κρατούσε το σχήμα της, τότε ο ασθενής είχε καλές προϋποθέσεις σύντομα να γιατρευτεί. Αν έχανε το χρώμα της και μαζευόταν, τότε η κατάστασή του ήταν άσχημη.
Ο Paracelsus χρησιμοποίησε το φυτό για την καταπολέμηση του ίκτερου και συνιστούσε για τούτο τον χυμό του μαζί με τυρόγαλο από γίδινο γάλα.
Ο μεγάλος λόγιος Fuchs συμβούλευε: “Ο χυμός του μαζί με αλισίβα καταπολεμεί την τριχόπτωση” πουλούσε δε μια αλοιφή από λίπος Αρκούδας και φύλα τσουκνίδας ως φάρμακο για την ποδάγρα και για τους πόνους των άκρων γενικότερα. Στα μοναστήρια δε της κεντρικής Ευρώπης θεωρούσαν την βρώση βρασμένης τσουκνίδας ως καθαρτικό του στομάχου και του πεπτικού συστήματος.
Φαρμακευτικές ιδιότητες: αιμοκαθαρτικό, αιμοπαραγωγικό, βοηθάει το μεταβολισμό, στην κάθαρση των ουρικών οδών, στους ρευματισμούς και την ουρική αρθρίτιδα χρησιμοποιείται από το 63 μ.Χ.. Παλιότερα, ακόμα και σήμερα το τσουκνίδισμα σε μέλη του σώματος που χρειάζονται περισσότερο αίμα ήταν και είναι ωφέλιμο, καθότι προκαλεί την αρτιότερη κυκλοφορία του σε μέρη που υποφέρουν από ρευματισμούς, ισχιαλγία κλπ. Δυναμώνει τα μαλλιά, καταπολεμεί την πιτυρίδα, Είναι τονωτικό στις αλλαγές του καιρού, επενεργεί ενάντια στην ανορεξία, βοηθάει στη αφόδευση, ενάντια στη ευκοιλιότητα, βοηθάει στην καλή λειτουργία του στομάχου και των νεφρών, χαμηλώνει την υψηλή πίεση, μαλακώνει προβλήματα στην έμμηνο ρύση (περίοδο). Είναι ευεργετικό για το αίμα λόγω των πλούσιων συστατικών του, του σιδήρου, του ασβεστίου, του καλίου, του νάτριου κ.λπ. Η υψηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνη C εξασφαλίζει την αυξημένη απορρόφηση από τον οργανισμό του σιδήρου, έτσι ο χυμός του φυτού βοηθά στην αντιμετώπιση της σιδηροπενικής αναιμίας. Χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, ενώ εκχύλισμα από τσουκνίδα διεγείρει το αμυντικό σύστημα των φυτών στις ασθένειες.
Απ’ ότι βλέπουμε η τσουκνίδα είναι φυτό το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βοηθητικό για την καταπολέμηση πολλών προβλημάτων. Σε μολύνσεις των ουρικών οδών, των νεφρών, ακόμα και για πέτρες στα νεφρά, είναι ευεργετική. Διευκολύνει τον μεταβολισμό, διεγείρει την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων και ενισχύει την καλή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Οργανώνει την αντίσταση του οργανισμού έναντι ρευματικών παθήσεων, κρυολογημάτων και παθήσεων του αναπνευστικού συστήματος. Μπορεί ακόμα να χρησιμοποιηθεί για την καταπολέμηση της αιμορραγίας και για την καταπράϋνση των ενοχλήσεων της έμμηνου ρύσης (περιόδου) ως χυμός ή και σαν βρασμένο φύλλο.
Ακόμα και το τσουκνίδισμα του παθόντος δέρματος συνιστάται. Σήμερα στην φαρμακευτική, χρησιμοποιούνται, τα φύλα και οι ρίζες της μεγάλης τσουκνίδας, οι ίνες του κορμού της ως εν μέρει αντικαταστάτης του βάμβακος στην υφαντουργία και ανακατεμένη με άλλα φυτά ως διατροφή των ζώων.
Μερικοί λαοί της Ευρώπης τοποθετούν ακόμα και σήμερα την ρίζα του σε ξύδι κρασιού και το υγρό το χρησιμοποιούν ενάντια στην τριχόπτωση και την πιτυρίδα. Το δε τσάι από φύλλα τσουκνίδας, όταν πίνετε για περισσότερες εβδομάδες, ισχύει για την λαϊκή ιατρική, ως φάρμακο για τις παθήσεις του ήπατος, της χολής, του στομάχου και των εντέρων. Π.χ. 250 g τριμμένη ρίζα ένα λίτρο νερό και μισό λίτρο ξύδι από κρασί. Μισή ώρα βράσιμο και στράγγισμα. Με τούτο μια φορά την εβδομάδα, σε περίπτωση τριχόπτωσης, μουσκεύουμε και τρίβουμε το δέρμα της κεφαλής.
Φύεται σχεδόν σε όλο τον κόσμο, υπάρχει σε δύο διαφορετικές ποικιλίες: η ψηλή (Urtica dioica) και η κοντή (Urtica urens) τσουκνίδα. Το ύψος της πρώτης μπορεί να φθάσει μέχρι και το 1,5 μέτρο και έχει το κάθε φυτό της, μόνο αρσενικά ή μόνο θηλυκά άνθη. Η κοντή μπορεί να φθάσει τα 15 έως 45 εκατοστά και έχει το κάθε φυτό της, τόσο αρσενικά όσο και θηλυκά άνθη στο ίδιο κλώνο. Τα κιτρινοπράσινα άνθη της είναι διατεταγμένα σε μακριά τσαμπιά, οι δε καρποί της ωοειδείς κόκκοι που είναι τυλιγμένοι με σέπαλα. Για φαρμακευτικούς λόγους χρησιμοποιούνται κυρίως τα φύλλα οι ρίζες ή οι σπόροι του μεγάλου φυτού της Urtica dioica. Το φυτό απαντάται σε μέρη εύφορα ή μη αλλά με αρκετή υγρασία και απλώνεται με θαυμαστούς ρυθμούς.
Σήμερα χρησιμοποιείται στη βιομηχανία τροφίμων για την παρασκευή της χλωροφύλλης. 0,01% χλωροφύλλη διώχνει π.χ. την κιτρινίλα του μοντέρνου σαπουνιού. Στην τσουκνίδα εμπεριέχονται μεταξύ άλλων και οι ουσίες Acetylcholin, Ακετυλοχολίνη Histamin Ισταμίνη και Serotonin Ζεροτονίνη.
Η τσουκνίδα είναι ένα φυτό το οποίο θεωρείται τις περισσότερες φορές ως ζιζάνιο. Μην ξεχνάμε όμως πως ο χυμός της μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως φάρμακο ενάντια σε έντομα και μύκητες που απειλούν τις καλλιέργειες . Κι εκτός αυτού αποτελεί το κυρίως φυτό το καταφύγιο για πολλές πεταλούδες. Για πάρα πολλά χρόνια αποτέλεσε η τσουκνίδα το φυτό για την βαφή. Το επίσημο βιολογικό της όνομα Urtica προέρχεται από το λατινικό ρήμα urere = καίω. Το όνομά της αυτό της το έδωσε ο Πλίνιος. Αναφέρεται στην αρχαιότητα ακόμα από τον Χρύσιππο, τον Αριστοφάνη και τον Ησίοδο. Στη γερμανική ύπαιθρο οι κάτοικοι πίστευαν ότι σε χώρο που φύονται τσουκνίδες, ότι δεν πέφτει κεραυνός.
Ακόμα και το τσουκνίδισμα του παθόντος δέρματος συνιστάται. Σήμερα στην φαρμακευτική, χρησιμοποιούνται, τα φύλα και οι ρίζες της μεγάλης τσουκνίδας, οι ίνες του κορμού της ως εν μέρει αντικαταστάτης του βάμβακος στην υφαντουργία και ανακατεμένη με άλλα φυτά ως διατροφή των ζώων.
Μερικοί λαοί της Ευρώπης τοποθετούν ακόμα και σήμερα την ρίζα του σε ξύδι κρασιού και το υγρό το χρησιμοποιούν ενάντια στην τριχόπτωση και την πιτυρίδα. Το δε τσάι από φύλλα τσουκνίδας, όταν πίνετε για περισσότερες εβδομάδες, ισχύει για την λαϊκή ιατρική, ως φάρμακο για τις παθήσεις του ήπατος, της χολής, του στομάχου και των εντέρων. Π.χ. 250 g τριμμένη ρίζα ένα λίτρο νερό και μισό λίτρο ξύδι από κρασί. Μισή ώρα βράσιμο και στράγγισμα. Με τούτο μια φορά την εβδομάδα, σε περίπτωση τριχόπτωσης, μουσκεύουμε και τρίβουμε το δέρμα της κεφαλής.
Φύεται σχεδόν σε όλο τον κόσμο, υπάρχει σε δύο διαφορετικές ποικιλίες: η ψηλή (Urtica dioica) και η κοντή (Urtica urens) τσουκνίδα. Το ύψος της πρώτης μπορεί να φθάσει μέχρι και το 1,5 μέτρο και έχει το κάθε φυτό της, μόνο αρσενικά ή μόνο θηλυκά άνθη. Η κοντή μπορεί να φθάσει τα 15 έως 45 εκατοστά και έχει το κάθε φυτό της, τόσο αρσενικά όσο και θηλυκά άνθη στο ίδιο κλώνο. Τα κιτρινοπράσινα άνθη της είναι διατεταγμένα σε μακριά τσαμπιά, οι δε καρποί της ωοειδείς κόκκοι που είναι τυλιγμένοι με σέπαλα. Για φαρμακευτικούς λόγους χρησιμοποιούνται κυρίως τα φύλλα οι ρίζες ή οι σπόροι του μεγάλου φυτού της Urtica dioica. Το φυτό απαντάται σε μέρη εύφορα ή μη αλλά με αρκετή υγρασία και απλώνεται με θαυμαστούς ρυθμούς.
Σήμερα χρησιμοποιείται στη βιομηχανία τροφίμων για την παρασκευή της χλωροφύλλης. 0,01% χλωροφύλλη διώχνει π.χ. την κιτρινίλα του μοντέρνου σαπουνιού. Στην τσουκνίδα εμπεριέχονται μεταξύ άλλων και οι ουσίες Acetylcholin, Ακετυλοχολίνη Histamin Ισταμίνη και Serotonin Ζεροτονίνη.
Η τσουκνίδα είναι ένα φυτό το οποίο θεωρείται τις περισσότερες φορές ως ζιζάνιο. Μην ξεχνάμε όμως πως ο χυμός της μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως φάρμακο ενάντια σε έντομα και μύκητες που απειλούν τις καλλιέργειες . Κι εκτός αυτού αποτελεί το κυρίως φυτό το καταφύγιο για πολλές πεταλούδες. Για πάρα πολλά χρόνια αποτέλεσε η τσουκνίδα το φυτό για την βαφή. Το επίσημο βιολογικό της όνομα Urtica προέρχεται από το λατινικό ρήμα urere = καίω. Το όνομά της αυτό της το έδωσε ο Πλίνιος. Αναφέρεται στην αρχαιότητα ακόμα από τον Χρύσιππο, τον Αριστοφάνη και τον Ησίοδο. Στη γερμανική ύπαιθρο οι κάτοικοι πίστευαν ότι σε χώρο που φύονται τσουκνίδες, ότι δεν πέφτει κεραυνός.
Φρέσκα φύλλα δεν περιέχουν ακόμα πολλά αγκαθάκια έτσι ώστε να μπορούν, μετά από βράσιμο, χωρίς πρόβλημα να φαγωθούν, ως θρεπτικότατο λαχανικό ή ως σαλάτα. Επίσης ως σούπα αποτελεί ένα ξεχωριστό έδεσμα. Πρωτοχρονιά στην κεντρική Ευρώπη έτρωγαν παραδοσιακά μια πίτα από τσουκνίδα, με στόχο να έχουν ένα προσοδοφόρο χρόνο. Την ημέρα του Αγίου Γιάννη επίσης, για να τους αποφεύγουν τα ξωτικά. Η τσουκνίδα ήταν το κυρίως λαχανικό που τρωγόταν την μεγάλη Πέμπτη στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους.
Ο Walahfrid Strabo την περιγράφει ως “Φυτό που επί των φύλλων του υπάρχουν βέλη με δηλητήριο. Όποιοςτα χαϊδέψει καίγεται”. Για τον λόγο αυτό θεωρούσαν το φυτό αυτό ως το σπίτι ενός διαβολικού όντος, το οποίο μόνο μια παρθένα μπορούσε να το πλησιάσει χωρίς να πάθει κακό δηλ. να τσουκνιδιστεί. Έτσι θεωρήθηκε κι ως το σύμβολο της πονεμένης αγάπης.
Και ο Mattioli μας πληροφορεί ότι: “Φύλλα τσουκνίδας στο κρασί το κάνουν να αναπτερώνει την επιθυμία για τον έρωτα, προσκαλούν χωρίς άλλο την συνουσία και εναντιώνονται στην αγνότητα” και ο Brunfels γράφει: “Εάν επιθυμείς συζυγικό παιχνίδι, φάε σπόρους τσουκνίδας με κρεμμύδια, κρόκο αυγού και πιπέρι”. Κάτι ανάλογο με το“ μέλι και καρύδια ή φάε λάδι κι έλα βράδυ“, που λέει και ο λαός μας. Και όλα ετούτα έχουν κάποια βάση αφού η καλύτερη κυκλοφορία του αίματος συμβάλει σημαντικά στην επιθυμία για έρωτα. Αποτελεί λοιπόν σίγουρα ένα Αφροδισιακό φυτό. Το ίδιο αποτέλεσμα παρατηρείτε και με μια ή δύο κουταλιές σπόρων τσουκνίδας σε κάθε πρωινό. Ένα τσάι από ξεραμένα φύλλα διώχνει την κούραση που αισθάνεται κανείς από την αλλαγή του καιρού κυρίως μεταξύ Χειμώνα και Άνοιξης. Αποτελεί ίσως το γνωστότερο και το πιο παρεξηγημένο των φυτών στον Ευρωπαϊκό και στον διεθνή χώρο, σε εμάς δε κατά την κατοχή και την πείνα έσωσε με τα φύλλα του και συμμάχους το καλαμποκάλευρο και την λοίπα, πάρα πολλές ζωές.
24grammata.com/ φύση
γράφει ο Δημήτρης Καλαντζής *
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
Reingruber, Sandra,
Die Brennessel als Heilkraut
Anwendungen von A bis Z – 54 S.
Battert Baden-Baden 2000
Die Brennessel als Heilkraut
Anwendungen von A bis Z – 54 S.
Battert Baden-Baden 2000
* ο κ. Καλαντζής είναι χημικός μηχανικός – περιβαλλοντολόγος, επ. καθηγητής στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο TFH του Βερολίνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου