Η στέγη με πλάκες πέτρας, ή κεραμίδια, είχε μεγάλη κλίση, για τα χιόνια και τις βροχές και προεξείχε πολύ πάνω από τις προσόψεις. Το πάνω πάτωμα (1ος όροφος) το ανώι και το κάτω (ισόγειο) το κατώι. Το ανώι είχε 2-3 δωμάτια και προοριζόταν για τη διαμονή της μεγάλης (συνήθως) αγροτικής οικογένειας ή για φιλοξενία για κάποιους επισκέπτες .Το ένα από τα 2 μεγάλα ήταν το σαλόνι του σπιτιού, με σανιδένιο πάτωμα. Το μικρό, ανάλογα με τις ανάγκες της οικογένειας, άλλαζε χρήση. Το άλλο μεγάλο δωμάτιο ήταν το πρόχειρο, αλλά και το πιο σημαντικό. Από εκεί ήταν και η κύρια είσοδος στο σπίτι. Όλη η λάτρα του σπιτιού, γινόταν στο πρόχειρο δωμάτιο. Επίσης εδώ δέσποζε το τζάκι, το πιο πολύτιμο μέρος (ίσως) σε μια αγροτική κατοικία. Μόνιμη παρουσία στο τζάκι η πυροστιά ή σιδεροστιά, ένας κυκλικός ή τριγωνικός μεταλλικός τρίποδας. Αποτελούσε το βασικό εργαλείο της νοικοκυράς, γιατί πάνω σ’ αυτό έβαζε κάθε κουζινικό σκεύος (π.χ. τηγάνι, τέντζερη, τσουκάλι, ταψί, σκάρα) για να ετοιμάσει το φαγητό. Τα βοηθητικά όργανα, εκεί κι αυτά. Η μασιά, για να ανακατεύουν τα κάρβουνα κι η τσιμπίδα, για να τα πιάνουν όταν σκόρπαγαν. Ο χώρος στο γείσωμα του τζακιού ήταν πολύ χρήσιμος για τη νοικοκυρά, που τον αξιοποιούσε με τον καλύτερο τρόπο. Εκεί πάνω τοποθετούσε πράγματα αμέσου χρήσεως. Μια σειρά απόπήλινα βάζα, στα οποία έβαζε το αλάτι, τη ρίγανη, το αλεύρι για το τηγάνισμα, το τσάι του βουνού ή τη φασκομηλιά κι ότι άλλο την εξυπηρετούσε. Δεξιά κι αριστερά υπήρχαν πολλά ξύλινα ράφια για τα χαλκώματα και τα τσουκάλια. Επίσης πολλά καρφιά στους τοίχους, όπου κρέμαγε πολλές πάνινες σακούλες με τρόφιμα όπως τραχανά, χυλοπίτες, μπουλουγούρι, κριθαρένια παξιμάδια, σταφίδες και άλλα. Πάνω ψηλά, κρεμασμένη στα δοκάρια της σκεπής, μια πλατιά τάβλα, μήκους περίπου 2 μέτρων, που πάνω εκεί έβαζαν όλα τα καρβέλια μετά από το ξεφούρνισμα και τα σκέπαζαν μ’ ένα στενόμακρο πανί.
Σ’ ένα άνοιγμα στον τοίχο, που είχε μετατραπεί σε ντουλάπι με εσωτερικά ράφια, τοποθετούσαν όλα τα πιατικά, τα μαχαιροπίρουνα, τα κουτάλια, τις κούπες και τα ποτήρια.
Σ’ άλλο ειδικά διαμορφωμένο χώρο, υπήρχε θέση για την στάμνα με το πόσιμο νερό από την κεντρική βρύση του χωριού, απ’ όπου το κουβάλαγαν.και στη σειρά μικρότερες στάμνες - κιούπια - διαφορετικού μεγέθους για τη γλίνα, τη ντομάτα και το πετιμέζι.το λαδι ,το κρασι Στον τοίχο κρεμασμένος κι ο σοφράς ή τάβλα, ένα χαμηλό τραπέζι, συνήθως στρογγυλό, ύψους 20 εκατοστών. Την ώρα του φαγητού το ξεκρέμαγαν και κάθονταν όλοι τριγύρω σε σκαμνάκια.
Η σάλα του σπιτιού . Προοριζόταν για τον υπνο της οικογενοιας. Οι οικογένειες είχαν σιδερένια κρεβάτια,
Σ’ αυτό το δωμάτιο, αριστερά της εισόδου και πάνω ψηλά δέσποζε το εικονοστάσι, με τις εικόνες και τα στέφανα των νοικοκυραίων. Πιο πέρα, ο μεγάλος γιούκος με όλα τα στρωσίδια καλοδιπλωμένα και τοποθετημένα προσεκτικά το ένα πάνω στο άλλο. Βελέντζες, χράμια και το πάπλωμα όλα σκεπασμένα . Ντουλάπα με τη σημερινή μορφή δεν υπήρχε. Τα ρούχα της οικογένειας βρίσκονταν σε ένα παραπέτασμα κρυμμένα Σ’ ένα μπαούλο , κλειδώνονταν αντικείμενα κάποιας αξίας, αχρησιμοποίητος ρουχισμός & πολλές φορές τα γλυκά του σπιτιού.
Ένα μεγάλο τραπέζι στο μέσο του δωματίου, σκεπασμένο μ’ ένα κεντημένο τραπεζομάντιλο, και γύρω-γύρω καρέκλες. Κυρίαρχη θέση πάνω στο τραπέζι ή στον τοίχο κρεμασμένη, είχε η λάμπα πετρελαίου που άναβε στη κυριολεξία με το σταγονόμετρο καθώς το πετρέλαιο ήταν πολύ ακριβό για τα δεδομένα της εποχής.
Οι δυο οροφοι του σπιτιου επικοινονουσαν με μια ξηλινη σκαλα
Το κατώι προοριζόταν κυρίως για τα ζώα. Η χρησιμότητά τους ήταν μοναδική. Ήτανε λοιπόν επόμενο να τα φροντίζουν πολύ. Για τον ίδιο λόγο, η απώλεια κάποιου ζώου, αποτελούσε βαρύ πλήγμα για την οικογένεια που το έχανε. Αν κάποια οικογένεια δεν μπορούσε να φτιάξει δίπατο σπίτι, τότε για τα ζώα κατασκεύαζε ένα καλυβάκι. Δεμένα με τέτοιο τρόπο, ώστε το ένα να μην ενοχλεί το άλλο. Σε κάποιο χώρο έβαζαν το άχερο, τη βρώμη και το σανό. Ένα μικρό τμήμα του κατωγιού τον χρησιμοποιούσε η οικογένεια το χειμώνα. Στο κατώι υπήρχε επίσης και στον τοίχο κρεμασμένες οιπλεξούδες με τα κρεμμύδια και τα σκόρδα.
Στην αυλή, τέλος, αποθηκεύονταν σε ντάνες τα ξύλα και τα κλαριά για τις ανάγκες του σπιτιού. Σε κάποιο σημείο δέσποζε ο φούρνος, απαραίτητος για κάθε σπίτι κι αυτό γιατί εκείνη την εποχή δεν υπήρχε έτοιμο ψωμί, ούτε επαγγελματίας φούρναρης.
Μεγάλο μειονέκτημα βέβαια, αποτελούσε το γεγονός ότι δεν υπήρχε τουαλέτα, στον εσωτερικό χώρο του σπιτιού. Η αρχιτεκτονική των χτιστάδων δεν προέβλεπε κάτι τέτοιο. Αναγκαστικά έπρεπε να βρεθεί χώρος κάπου στην αυλή. Η λύση ήταν ένα πρόχειρο κτίσμα, μια λύση ανάγκης, όχι και τόσο ελκυστική, αντίθετα ανθυγιεινή.