Ποιος θα φανταζόταν ότι θα περιμέναμε εναγωνίως πότε μια στις 100 φάλαινες θα πάθει κολικό του εντέρου (ή, χειρότερα, θα πεθάνει από ρήξη εντέρου) για να πάρουμε το πιο ακριβό συστατικό στον κόσμο, απαραίτητο για την παρασκευή διάσημων αρωμάτων…
Νότες κεχριμπαριού
Γοητευτικά, ακριβά αρώματα κλεισμένα σε μπουκάλια πολυτελείας θεωρούνται ότι τονίζουν τη θηλυκότητα (ή την αρρενωπότητα, αντίστοιχα) και είναι συνώνυμα του καλού γούστου. Προορισμένα για επιλεκτικές μύτες, είναι φτιαγμένα από εκλεκτά υλικά. Όπως σκόνη από… αποξηραμένο εμετό (ή τέλος πάντων γαστρεντερικά απόβλητα) φάλαινας, συστατικό που θεωρείται ότι προσθέτει κάτι μαγνητικό, αισθησιακό και ζωώδες στο ανθρώπινο δέρμα. Το αηδιαστικό απόβλητο αναφέρεται συνήθως ως «νότες κεχριμπαριού» και πρόκειται για το πιο ακριβό και περιζήτητο αρωματικό υλικό εδώ και χιλιετίες. Πρόκειται για το Ambergris, γκρίζο κεχριμπάρι ή αλλιώς αμπέρι. Ωστόσο ο μοριακός βιολόγος Christopher Kemp, συγγραφέας του βιβλίου «Επιπλέων χρυσός: Η φυσική (και αφύσικη) ιστορία του γκρίζου κεχριμπαριού» (Floating Gold: the Natural (and Unnatural) History of Ambergris), ισχυρίζεται ότι δεν πρόκειται για εμετό αλλά για περιττώματα φάλαινας, που επιπλέουν στους ωκεανούς πριν ξεβραστούν σε κάποια ακτή και μοσχοπουληθούν σε εταιρίες αρωματοποιείας. Αν ισχύει αυτό, τότε τι βάζουμε τόσα χρόνια στο δέρμα μας για να μυρίζουμε όμορφα (!);
Γοητευτικά, ακριβά αρώματα κλεισμένα σε μπουκάλια πολυτελείας θεωρούνται ότι τονίζουν τη θηλυκότητα (ή την αρρενωπότητα, αντίστοιχα) και είναι συνώνυμα του καλού γούστου. Προορισμένα για επιλεκτικές μύτες, είναι φτιαγμένα από εκλεκτά υλικά. Όπως σκόνη από… αποξηραμένο εμετό (ή τέλος πάντων γαστρεντερικά απόβλητα) φάλαινας, συστατικό που θεωρείται ότι προσθέτει κάτι μαγνητικό, αισθησιακό και ζωώδες στο ανθρώπινο δέρμα. Το αηδιαστικό απόβλητο αναφέρεται συνήθως ως «νότες κεχριμπαριού» και πρόκειται για το πιο ακριβό και περιζήτητο αρωματικό υλικό εδώ και χιλιετίες. Πρόκειται για το Ambergris, γκρίζο κεχριμπάρι ή αλλιώς αμπέρι. Ωστόσο ο μοριακός βιολόγος Christopher Kemp, συγγραφέας του βιβλίου «Επιπλέων χρυσός: Η φυσική (και αφύσικη) ιστορία του γκρίζου κεχριμπαριού» (Floating Gold: the Natural (and Unnatural) History of Ambergris), ισχυρίζεται ότι δεν πρόκειται για εμετό αλλά για περιττώματα φάλαινας, που επιπλέουν στους ωκεανούς πριν ξεβραστούν σε κάποια ακτή και μοσχοπουληθούν σε εταιρίες αρωματοποιείας. Αν ισχύει αυτό, τότε τι βάζουμε τόσα χρόνια στο δέρμα μας για να μυρίζουμε όμορφα (!);
Όταν οι φάλαινες έχουν δυσπεψία
Το γκρίζο κεχριμπάρι είναι εξαιρετικά σπάνιο, επομένως πολύτιμο σχεδόν όσο και το χρυσάφι. Η τιμή του κυμαίνεται γύρω στα 20.000 δολάρια το κιλό. Όμως πώς συλλέγεται; Ας δούμε πρώτα πώς παράγεται. Όπως εξηγούν οι επιστήμονες, όταν οι φάλαινες φυσητήρες καταναλώνουν γιγάντια καλαμάρια, σουπιές και οστρακοειδή, έχουν δυσκολία στο να χωνέψουν τα σκληρά μέρη τους. Γι’ αυτό το πεπτικό τους σύστημα εκκρίνει μια λιπαρή ουσία (αντίστοιχη της χολής), που περιβάλλει το δύσπεπτο τμήμα των θαλασσινών φτιάχνοντας μια μάζα. Η μάζα αυτή (κάτι σαν γιγάντια πέτρα χολής) αποβάλλεται από το έντερο της φάλαινας και η ποσότητά της μπορεί να φτάσει μέχρι και εκατοντάδες κιλά τον χρόνο. Οι χολόλιθοι αυτοί ξεβράζονται (λόγω παλίρροιας) σε κάποια παραλία. Όποιοι… τυχεροί τους ανακαλύψουν κατά σύμπτωση – όπως π.χ. στη Νέα Ζηλανδία, την Αυστραλία, τη Σκωτία και την Αγγλία – και καταλάβουν περί τίνος πρόκειται, τους μοσχοπουλούν στην αγορά.
Το γκρίζο κεχριμπάρι είναι εξαιρετικά σπάνιο, επομένως πολύτιμο σχεδόν όσο και το χρυσάφι. Η τιμή του κυμαίνεται γύρω στα 20.000 δολάρια το κιλό. Όμως πώς συλλέγεται; Ας δούμε πρώτα πώς παράγεται. Όπως εξηγούν οι επιστήμονες, όταν οι φάλαινες φυσητήρες καταναλώνουν γιγάντια καλαμάρια, σουπιές και οστρακοειδή, έχουν δυσκολία στο να χωνέψουν τα σκληρά μέρη τους. Γι’ αυτό το πεπτικό τους σύστημα εκκρίνει μια λιπαρή ουσία (αντίστοιχη της χολής), που περιβάλλει το δύσπεπτο τμήμα των θαλασσινών φτιάχνοντας μια μάζα. Η μάζα αυτή (κάτι σαν γιγάντια πέτρα χολής) αποβάλλεται από το έντερο της φάλαινας και η ποσότητά της μπορεί να φτάσει μέχρι και εκατοντάδες κιλά τον χρόνο. Οι χολόλιθοι αυτοί ξεβράζονται (λόγω παλίρροιας) σε κάποια παραλία. Όποιοι… τυχεροί τους ανακαλύψουν κατά σύμπτωση – όπως π.χ. στη Νέα Ζηλανδία, την Αυστραλία, τη Σκωτία και την Αγγλία – και καταλάβουν περί τίνος πρόκειται, τους μοσχοπουλούν στην αγορά.
Το φρέσκο είναι το καλύτερο;
Στην πραγματικότητα όμως, σύμφωνα με τον Christopher Kemp, υπάρχει ένα υπόγειο δίκτυο από τυχοδιώκτες συλλέκτες και μεταπράτες, οι οποίοι γνωρίζουν καλά πότε ο καιρός θα φέρει το αμπέρι στις ακτές – και τότε, όποιος προλάβει. Κάποιοι μάλιστα είναι ικανοί να το αποσπάσουν βίαια από τον πρωκτό της φάλαινας, αν βρεθούν σε χώρο με σφάγια φαλαινών. Επειδή δεν είναι εύκολο να το ξεχωρίσεις ανάμεσα σε άλλα απόβλητα, ο πιο σίγουρος τρόπος είναι να το… μυρίσεις: Το φρέσκο αμπέρι είναι σχεδόν μαύρο και λέγεται ότι μυρίζει σαν κοπριά αγελάδας (όταν ωριμάσει και οξειδωθεί, αυτή η μυρωδιά αλλάζει και γίνεται πιο…εκλεπτυσμένη), ενώ το… ώριμο μπορεί να είναι υπόλευκο, κιτρινωπό, γκρίζο ή καστανό. Είναι μια στερεά, αδιαφανής, εύφλεκτη κηρώδης μάζα, που θυμίζει κομμάτι σκληρού, παλιού τυριού με έντονη μυρωδιά. Με την πάροδο του χρόνου λέγεται ότι μυρίζει πιο…γλυκά, σαν ένα περίεργο μείγμα από καπνό, βρεγμένη γη, σάπιο ξύλο και γυαλιστικό επίπλων. Όταν το αναλάβει η επιστήμη της χημείας, παίρνει την καθαρή μορφή του και αποκτά μια πιο ευχάριστη μυρωδιά, η οποία στην αρωματοποιία χαρακτηρίζεται ως ζωώδης (animalic).
Στην πραγματικότητα όμως, σύμφωνα με τον Christopher Kemp, υπάρχει ένα υπόγειο δίκτυο από τυχοδιώκτες συλλέκτες και μεταπράτες, οι οποίοι γνωρίζουν καλά πότε ο καιρός θα φέρει το αμπέρι στις ακτές – και τότε, όποιος προλάβει. Κάποιοι μάλιστα είναι ικανοί να το αποσπάσουν βίαια από τον πρωκτό της φάλαινας, αν βρεθούν σε χώρο με σφάγια φαλαινών. Επειδή δεν είναι εύκολο να το ξεχωρίσεις ανάμεσα σε άλλα απόβλητα, ο πιο σίγουρος τρόπος είναι να το… μυρίσεις: Το φρέσκο αμπέρι είναι σχεδόν μαύρο και λέγεται ότι μυρίζει σαν κοπριά αγελάδας (όταν ωριμάσει και οξειδωθεί, αυτή η μυρωδιά αλλάζει και γίνεται πιο…εκλεπτυσμένη), ενώ το… ώριμο μπορεί να είναι υπόλευκο, κιτρινωπό, γκρίζο ή καστανό. Είναι μια στερεά, αδιαφανής, εύφλεκτη κηρώδης μάζα, που θυμίζει κομμάτι σκληρού, παλιού τυριού με έντονη μυρωδιά. Με την πάροδο του χρόνου λέγεται ότι μυρίζει πιο…γλυκά, σαν ένα περίεργο μείγμα από καπνό, βρεγμένη γη, σάπιο ξύλο και γυαλιστικό επίπλων. Όταν το αναλάβει η επιστήμη της χημείας, παίρνει την καθαρή μορφή του και αποκτά μια πιο ευχάριστη μυρωδιά, η οποία στην αρωματοποιία χαρακτηρίζεται ως ζωώδης (animalic).
Οι απόψεις βέβαια διίστανται: Κάποιοι τη θεωρούν αηδιαστική, ενώ άλλοι την κατατάσσουν στις … αισθησιακές. Προστίθεται τόσο σε αντρικά όσο και σε γυναικεία αρώματα ως ενισχυτικό και σταθεροποιητικό στοιχείο, αφού αργεί πολύ να εξατμιστεί. Μια σταγόνα του έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει καταλυτικά ένα άρωμα κάνοντάς το να παραμένει πολλές ώρες στο δέρμα, όπως εξηγούν οι αρωματοποιοί. Φημολογείται ότι, αν πέσει μια σταγόνα αμπέρι σε ένα κομμάτι χαρτί και φυλαχτεί μέσα σε ένα κλειστό βιβλίο, το άρωμά του θα παραμείνει για 40 χρόνια, ενώ αν πέσει στα δάχτυλα θέλει πολλές ημέρες και καλό πλύσιμο για να φύγει. Έτσι έχει χρησιμοποιηθεί επίσης για να δώσει άρωμα σε αποξηραμένα φρούτα και καπνό τσιγάρων.
Το ερώτημα βέβαια είναι αν η συλλογή και η χρήση του είναι νόμιμες, αλλά αυτό εξαρτάται από τους νόμους της κάθε χώρας. Για παράδειγμα, στη Γαλλία – την καρδιά των ακριβών αρωμάτων – είναι νόμιμο, ενώ στις ΗΠΑ έχει απαγορευτεί από το 1972.
Το ερώτημα βέβαια είναι αν η συλλογή και η χρήση του είναι νόμιμες, αλλά αυτό εξαρτάται από τους νόμους της κάθε χώρας. Για παράδειγμα, στη Γαλλία – την καρδιά των ακριβών αρωμάτων – είναι νόμιμο, ενώ στις ΗΠΑ έχει απαγορευτεί από το 1972.
Άρωμα από το σάλιο του δράκου
Το εμπόριο του γκρίζου κεχριμπαριού ανθίζει εδώ και αιώνες. Οι Κινέζοι το ονόμαζαν «άρωμα από το σάλιο του δράκου» πιστεύοντας πως είναι το σάλιο που κυλά απαλά από τα χείλη των θαλάσσιων δράκων, όταν αυτοί κοιμούνται μακάρια επάνω στα βράχια της θάλασσας. Οι Ιάπωνες, πιο προσγειωμένοι, το ονόμαζαν από πολύ παλιά «περιττώματα φαλαινών». Βέβαια όλων αυτών είχαν προηγηθεί οι Αιγύπτιοι της αρχαιότητας, οι οποίοι το χρησιμοποιούσαν ως θυμίαμα και φάρμακο για διάφορες ασθένειες. Τον 10ο μ.Χ. αιώνα λέγεται ότι ένας Άραβας έμπορος το εκτίμησε ως ισότιμο με το χρυσάφι και τους μαύρους σκλάβους. Ακόμα δε λείπουν οι φήμες για τις αφροδισιακές του ιδιότητες, γι΄ αυτό κάποιοι (π.χ. τον Μεσαίωνα) το προσέθεταν στο φαγητό και το ποτό τους ως καρύκευμα – συνήθεια που, όπως λέγεται, διατηρείται ως σήμερα.
Το εμπόριο του γκρίζου κεχριμπαριού ανθίζει εδώ και αιώνες. Οι Κινέζοι το ονόμαζαν «άρωμα από το σάλιο του δράκου» πιστεύοντας πως είναι το σάλιο που κυλά απαλά από τα χείλη των θαλάσσιων δράκων, όταν αυτοί κοιμούνται μακάρια επάνω στα βράχια της θάλασσας. Οι Ιάπωνες, πιο προσγειωμένοι, το ονόμαζαν από πολύ παλιά «περιττώματα φαλαινών». Βέβαια όλων αυτών είχαν προηγηθεί οι Αιγύπτιοι της αρχαιότητας, οι οποίοι το χρησιμοποιούσαν ως θυμίαμα και φάρμακο για διάφορες ασθένειες. Τον 10ο μ.Χ. αιώνα λέγεται ότι ένας Άραβας έμπορος το εκτίμησε ως ισότιμο με το χρυσάφι και τους μαύρους σκλάβους. Ακόμα δε λείπουν οι φήμες για τις αφροδισιακές του ιδιότητες, γι΄ αυτό κάποιοι (π.χ. τον Μεσαίωνα) το προσέθεταν στο φαγητό και το ποτό τους ως καρύκευμα – συνήθεια που, όπως λέγεται, διατηρείται ως σήμερα.
Αγαπημένο της Μαρίας Αντουανέτας
Τα προηγούμενα χρόνια έγινε γνωστό ότι αναπαράχθηκε (σε περιορισμένη ποσότητα) το άρωμα που φορούσε πριν από 200 χρόνια η Μαρία Αντουανέτα, παρασκευασμένο ειδικά για εκείνη. Αν αναλογιστούμε ότι το βασικό συστατικό του ήταν το γκρίζο κεχριμπάρι, ίσως δικαιολογείται η τιμή του πρότυπου αρώματος: 11.000 δολάρια το μπουκάλι. Το αμπέρι υπήρξε επίσης αγαπημένο του βασιλιά Καρόλου Β΄ της Αγγλίας, όχι ως άρωμα αλλά ως… λιχουδιά (μαζί με αυγά). Το ίδιο γούστο είχε και ο Λουδοβίκος ο 15ος, ο οποίος αρωμάτιζε με αυτό τα αγαπημένα του πιάτα. Όσο για την βασίλισσα Ελισάβετ Α΄, απλώς το χρησιμοποιούσε για να αρωματίζει τα γάντια της…
Τα προηγούμενα χρόνια έγινε γνωστό ότι αναπαράχθηκε (σε περιορισμένη ποσότητα) το άρωμα που φορούσε πριν από 200 χρόνια η Μαρία Αντουανέτα, παρασκευασμένο ειδικά για εκείνη. Αν αναλογιστούμε ότι το βασικό συστατικό του ήταν το γκρίζο κεχριμπάρι, ίσως δικαιολογείται η τιμή του πρότυπου αρώματος: 11.000 δολάρια το μπουκάλι. Το αμπέρι υπήρξε επίσης αγαπημένο του βασιλιά Καρόλου Β΄ της Αγγλίας, όχι ως άρωμα αλλά ως… λιχουδιά (μαζί με αυγά). Το ίδιο γούστο είχε και ο Λουδοβίκος ο 15ος, ο οποίος αρωμάτιζε με αυτό τα αγαπημένα του πιάτα. Όσο για την βασίλισσα Ελισάβετ Α΄, απλώς το χρησιμοποιούσε για να αρωματίζει τα γάντια της…
Σε κρεατόπιτες και ποτά!
Στο μυθιστόρημα «Μόμπι Ντικ» ο συγγραφέας Herman Melville περιγράφει το αμπέρι ως «ουσία που βρέθηκε στα άδοξα σπλάγχνα μιας άρρωστης φάλαινας». Αυτή η ουσία χρησιμοποιείται από παλιά στην αρωματοποιία, σε παστίλιες, πολύτιμα κεριά, σκόνες για τα μαλλιά και αρωματισμένες αλοιφές. Στη σύγχρονη εποχή κατάφερε να μπει ακόμα και σε κρεατόπιτες, για να προσδώσει τη… μοναδική νοστιμιά της (!) και να κάνει τη διαφορά. Όπως η πίτα αξίας 4.700 δολαρίων που εμπνεύστηκε ο σύγχρονος σεφ Andrew Stellitano ή τα ενισχυμένα με γκρίζο κεχριμπάρι ποτά που σερβίρονται σε πολυτελή αμερικανικά μπαρ, σύμφωνα με το businessweek.
Στο μυθιστόρημα «Μόμπι Ντικ» ο συγγραφέας Herman Melville περιγράφει το αμπέρι ως «ουσία που βρέθηκε στα άδοξα σπλάγχνα μιας άρρωστης φάλαινας». Αυτή η ουσία χρησιμοποιείται από παλιά στην αρωματοποιία, σε παστίλιες, πολύτιμα κεριά, σκόνες για τα μαλλιά και αρωματισμένες αλοιφές. Στη σύγχρονη εποχή κατάφερε να μπει ακόμα και σε κρεατόπιτες, για να προσδώσει τη… μοναδική νοστιμιά της (!) και να κάνει τη διαφορά. Όπως η πίτα αξίας 4.700 δολαρίων που εμπνεύστηκε ο σύγχρονος σεφ Andrew Stellitano ή τα ενισχυμένα με γκρίζο κεχριμπάρι ποτά που σερβίρονται σε πολυτελή αμερικανικά μπαρ, σύμφωνα με το businessweek.
Έφτιαξαν χημικό υποκατάστατο, για να μη μας λείψει…
Η βιομηχανία αρωμάτων, λόγω της σπανιότητας και της υψηλής τιμής του υλικού, επιχείρησε φυσικά (και τα κατάφερε) να φτιάξει χημικό υποκατάστατο χρησιμοποιώντας ένα συστατικό του φασκόμηλου και ένα… κολοβακτηρίδιο, το Escherichia coli, το οποίο βρίσκεται στα κόπρανα ζώων και ανθρώπων. Τον περασμένο χρόνο Ελβετοί ερευνητές βελτιστοποίησαν το συνθετικό αμπέρι, οπότε ανοίγει ο δρόμος για κάτι φθηνότερο. Έτσι, για να μην το στερηθούμε…
Η βιομηχανία αρωμάτων, λόγω της σπανιότητας και της υψηλής τιμής του υλικού, επιχείρησε φυσικά (και τα κατάφερε) να φτιάξει χημικό υποκατάστατο χρησιμοποιώντας ένα συστατικό του φασκόμηλου και ένα… κολοβακτηρίδιο, το Escherichia coli, το οποίο βρίσκεται στα κόπρανα ζώων και ανθρώπων. Τον περασμένο χρόνο Ελβετοί ερευνητές βελτιστοποίησαν το συνθετικό αμπέρι, οπότε ανοίγει ο δρόμος για κάτι φθηνότερο. Έτσι, για να μην το στερηθούμε…
“Τροφή”: Επί τη ευκαιρία, όσες έχουν την φαεινή ιδέα να λούζονται με κάτι βρωμερά εντονότατα αρώματα πρωί – πρωί με την αυγούλα και να κινούνται με τις αστικές συγκοινωνίες, τις παρακαλώ θερμά να παίρνουν το, ας πούμε, άρωμά τους και να το φοράνε αφού φτάσουν στην εργασία τους ή φορέστε κάτι πιο ελαφρύ για το πρωί ή πάρτε ταξί… Δεν σας φταίμε κάτι οι υπόλοιποι, να ξεκινάμε τόσο χάλια την ημέρα μας. πηγη http://proionta-tis-fisis.com/