Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παραδοσιακά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παραδοσιακά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 5 Απριλίου 2015

Όμορφα διακοσμημένα αυγά με φυσικά χρώματα

Μερικά από τα τρόφιμα που χρησιμοποιούνται για να δημιουργήσουν μερικά από τα αγαπημένα μας χρώματα ....

Κόκκινο λάχανο, βραστό νερό,  και ξίδι ~  Μπλε
Βατόμουρα και νερό ~ μπλε-γκρι 
Tumeric,  βραστό νερό και ξίδι ~ Μουστάρδα κίτρινα 
Ψημενο καφέ ~ Καφέ Χρυσό 
Παντζάρια , βραστό νερό, & Ξύδι ~ απαλό ροζ 
Κρεμμυδοφυλλα  όπως παρακάτω .....
πασχαλινά αυγά
http://www.duitang.com/people/mblog/13204274/detail//
δροσερό-αυγά-κρεμμύδι-κοχύλια-λουλούδια
http://themetapicture.com/beautifully-decorated-eggs/                                                                                                                    Τι θα χρειαστείτε:
1 ζευγάρι κάλτσες νάιλον ή φύλλα 
Λίγα κλαδάκια φρέσκα μυρωδικά (μαϊντανό, κόλιαντρο, κλπ) 
12 άσπρα αυγά 
περίπου 1/2 από μια πλαστική σακούλα κίτρινα κρεμμύδια τις φλούδες 
1/2 κουταλιά της σούπας αλάτι Πώς να : Γεμίστε μια μέτρια κατσαρόλα με 2/3 από τις φλούδες κρεμμυδιού και προσθέστε νερό μέχρι να είναι περίπου το ένα τρίτο .Βράζετε για 10 λεπτά ώστε το κρεμμύδι να απελευθερώσει το χρώμα του, στη συνέχεια, προσθέστε 1/2 κουταλιά της σούπας αλάτι. ........ και αυτό είναι το μαγείρεμα, για  τα αυγά σας.               Ρίξτε   λίγο λάδι πάνω σε απορροφητικό χαρτί και τρίψτε τα αυγά με αυτό.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Σας ευχαριστούμε κυρία Ιωάννα .......!

Αφιέρωμα στην κυρά του αργαλειού                                                                          Στις Ράχες   ζει μια γυναίκα 102 ετών, η κυρία Ιωάννα Πρωΐου-Δημητριάδου, που ασχολείται ακόμα με τον αργαλειό. Αποφασίσαμε να έρθουμε σε επαφή μαζί της και να την παρακαλέσουμε να μας παραχωρήσει λίγο από τον πολύτιμο χρόνο της, ώστε να της θέσουμε κάποια ερωτήματα για τη ζωή και τη δουλειά της.

Τη συναντήσαμε στο μικρό της καμαράκι περιτριγυρισμένη από φωτογραφίες και αντικείμενα μιας ζωής γεμάτης και δημιουργικής. Πολύ γρήγορα έφυγε η αρχική μας αμηχανία και η αγωνία μας μήπως την κουράσουμε. Η κυρία Ιωάννα αποδείχτηκε ενεργητική, ενθουσιώδης και γεμάτη όρεξη να μας μιλήσει για τα πάντα. Τα λόγια της ήταν πραγματικός χείμαρρος και σχεδόν την αφήσαμε να μας παρασύρει με την αφήγησή της όπου εκείνη ήθελε. Μας έδειξε τον αργαλειό της, αλλά και τις πέτρες που «διαβάζει» και που αποτελούν τη δεύτερη μεγάλη αγάπη της.
Πείτε μας λίγα λόγια για την Νέα Ιωνία, όπως τη γνωρίσατε τα παλαιότερα χρόνια;

Πότε μάθατε να υφαίνετε στο αργαλειό;

Από πού αντλείτε ιδέες για τα υφαντά σας;

Γιατί είναι σημαντική η ενασχόληση με το εργόχειρο;

Πείτε μας για τα νήματα που χρησιμοποιούσατε; Ποια η γνώμη σας για τα σημερινά;

Ποια άλλη αγαπημένη ασχολία έχετε;

Τι σας δίνει ζωή και την κάνει να έχει νόημα;

Στο «βασίλειό» της:

Φύγαμε από το σπίτι της έχοντας στα αυτιά και το μυαλό μας τις συμβουλές μιας γυναίκας που έζησε τόσα πολλά… «Μην τα παρατάτε ποτέ. Όσο έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά πρέπει να πηγαίνουμε μπροστά, μόνο μπροστά. Αυτά που μας αρέσουν και τα δημιουργούμε μόνοι μας είναι που μας δίνουν ζωή – ζωή ουσιαστική και γεμάτη – και μας δυναμώνουν μπροστά στις δυσκολίες.»
Εφόσον η κυρία Ιωάννα στα 102 της χρόνια μας λέει πως θα περάσουμε κι αυτή τη δυσκολία και η ίδια δεν το βάζει κάτω, αλλά συνεχίζει να ονειρεύεται και να δημιουργεί, εμείς οι νεότεροι είναι τουλάχιστον ντροπή να απαισιοδοξούμε και να καταθέτουμε τα όπλα με την πρώτη δυσκολία.
Μπροστά, λοιπόν, μόνο μπροστά… Η ζωή είναι δημιουργία!

 

Ρεπορτάζ: Μαρία Καραγεώργου – Θωμαΐς Κικίτη – Ερμίνα Ξανθοπούλου 
Επιμέλεια: Δώρα Χωριανοπούλου – Κωνσταντίνα Κοεμτζίδου                    https://ektosprogrammatos.wordpress.com/

Με αφορμή σήμερα  που γιορτάζουν οι Γυναίκες  σκέφτηκα οτι η Ικαρία εχει πολύ σπουδαίες γυναίκες  δραστήριες ,έξυπνες και με περίσσιο τσαγανό   Προσπάθησα να σκεφτώ μία Ικαριώτισα  που να έχει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά  και ακόμα περισσότερα και ο νους μου πήγε αμέσως στη Κυρία Ιωάννα "τη Κυρά του αργαλειού "                                                                                                                      

Σ’ ευχαριστούμε κυρία Ιωάννα! 

Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Αρματολοί και Κλέφτες

armatoloshaagΕπίκαιρη ιστορία σαν να μην άλλαξε ούτε μια μέρα, ο τρόπος που  κυβερνάται αυτή η Χώρα 

Στην Ελλάδα, όπως και γενικότερα στην Βαλκανική, οι σουλτάνοι αντιμετώπιζαν το πρόβλημα τής υποταγής, των ορεινών πληθυσμών, πού είχαν αυξηθεί από πρόσφυγες των πεδινών. Αρκετοί ήταν οι ορεινοί κάτοικοι πού αρνούνταν κάθε συμβιβασμό με τούς κατακτητές και εξακολουθούσαν την ανυπότακτη ζωή τους. Ήταν οι ονομαζόμενοι κλέφτες και τα χωριά τους κλεφτοχώρια. Πολλά είναι γνωστά ακόμη ως σήμερα με το όνομα αυτό.
Οι Τούρκοι έποικοι, οι εγκαταστημένοι ιδίως στις εύφορες πεδιάδες τής Θεσσαλίας και Μακεδονίας δεν ήταν δυνατόν να επιβάλουν την τάξη. Ήταν λοιπόν φυσικό ν’ αγανακτούν και να επιδιώκουν να βρουν ένα αποτελεσματικό τρόπο για την φρούρηση τής περιοχής τους. Έτσι ό θεσμός των αρματολικιών φαίνεται ότι προέκυψε κυρίως από την ανάγκη να επιβληθεί ή τάξη και ασφάλεια εκεί όπου οι ορεινοί κάτοικοι με πυρήνες θαρραλέους και ανυπότακτους νέους ή και ληστές είχαν γίνει ο εφιάλτης ιδίως των κατακτητών.
Όπως και στις άλλες χώρες της Βαλκανικής, έτσι και στις ελληνικές, οι σουλτάνοι με την παροχή ορισμένων προνομίων προσπαθούσαν να προσελκύσουν τούς επικίνδυνους ορεινούς πληθυσμούς και να τούς κάνουν φρουρούς των τόπων τους, ιδίως μάλιστα εκείνους πού κατοικούσαν κοντά σε κλεισούρες (δερβένια). Έτσι π.χ. ο σουλτάνος Μεχμέτ Β’ από την εποχή πού είχε καταλάβει την Πελοπόννησο είχε παραχωρήσει στους Δερβενοχωρίτες διάφορα προνόμια με τον όρο να εξασφαλίζουν τις συγκοινωνίες. Τα προνόμια αυτά τα είχαν διατηρήσει ως την ελληνική επανάσταση του 1821. Πολύ νωρίτερα κιόλας ό πατέρας του Μουράτ Β’ είχε αναγκαστεί, να ιδρύσει το αρματολίκι των Αγράφων.

Ο θεσμός των αρματολικιών στις ελληνικές χώρες στην αρχή είχε ασφαλώς κάποια ωφέλιμη για τούς Τούρκους απόδοση• γι’ αυτό με το πέρασμα του χρόνου οι σουλτάνοι δημιούργησαν και άλλα αρματολίκια, αλλά δεν ξέρουμε με ποια σειρά και πότε. Πάντως, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού, κατά τα τέλη του 15ου αι. ιδρύεται το αρματολίκι του Ολύμπου με αρχηγό τον Καρά Μιχάλη, για τον οποίο δεν γνωρίζουμε τίποτε. Μόνο το επίθετό του Καρά μαρτυρεί πολλά για τις επιδρομές του και για τον φόβο πού προξενούσε στους Τούρκους.

Τα περισσότερα απ’ όσα γνωρίζουμε για την οργάνωση των αρματολικών σωμάτων προέρχονται κυρίως από την προφορική παράδοση, όπως σωζόταν ως τα 1821. Σύμφωνα με την παράδοση, όταν οι ορεινοί κάτοικοι ή οι κλέφτες υποτάσσονταν, οι άνδρες πού θ’ αποτελούσαν την ντόπια φρουρά ονομάζονταν αρματολοί ή τουρκικά μαρτολός και έμπαιναν στην υπηρεσία τής οθωμανικής αυτοκρατορίας. 
Η περιοχή στην οποία εκτείνεται ή δικαιοδοσία των αρματολών ονομάζεται αρματολίκι, ό αρχηγός του καπιτάνιος ή καπετάνιος (από το ιταλικό capitano), οι άνδρες του παλλικάρια (από το αρχαίο πάλληξ, -ηκος) και οι υπασπιστές του πρωτοπαλλήκαρα. Κατά τούς τελευταίους αιώνες τής τουρκοκρατίας αρματολοί δεν διορίζονταν μόνο παλιοί κλέφτες, αλλά και παλληκαράδες του χωριού ή τής κωμόπολης, πού είχαν αντιμετωπίσει με τα όπλα τούς κλέφτες φυλάγοντας την πατρίδα τους και οι οποίοι ζητούσαν μισθό, για να εξακολουθήσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους.

Ατίθασοι λοιπόν νέοι ή και παλιοί κλέφτες σχημάτιζαν τις ομάδες αντιστάσεως πού τριγύριζαν στα βουνά. Διάφοροι λόγοι τούς έσπρωχναν ν’ αντιδράσουν με τον τρόπο αυτό. Πρόχειρη ήταν στο στόμα των νέων των ορεινών περιοχών ή φράση «σηκώνομαι κλέφτης», για να φοβερίσουν τούς άδικους Τούρκους τοπάρχες ή αγάδες ή τούς τυραννικούς προεστούς. Ο καθένας τους εξασφάλιζε την ελευθερία μόνο για τον εαυτό του και φρόντιζε να ζήσει, όπως μπορούσε, ληστεύοντας στην ανάγκη και Έλληνες ακόμη. Αλλά και οι ληστές, που δρούσαν και παλιότερα, βρήκαν τώρα ένα καινούργιο πεδίο δράσης, που εξευγενίζει το όνομά τους και ανοίγει τον δρόμο προς την ηρωοποίηση και την εξιδανίκευσή τους, εφόσον μάλιστα τώρα παρουσιάζονται ως προστάτες και εκδικητές των τυραννισμένων και καταδιωγμένων ομοεθνών τους, κυρίως των φτωχών.

Αυτονόητο είναι ότι οι κλέφτες κατά τούς πρώτους αιώνες τής τουρκοκρατίας δεν είχαν την συνείδηση ότι αγωνίζονται για την ελευθερία ολόκληρου του έθνους. Ο,τι τούς ξεχώριζε από τούς κοινούς ληστές ήταν μόνο το έντονο μίσος εναντίον των κατακτητών και των συνεργατών τους και ή συμπάθειά τους προς τούς κατατρεγμένους. Έτσι ο κλέφτης άρχισε να γίνεται ίνδαλμα. Από τις αρχές λοιπόν τής τουρκοκρατίας πρέπει να άρχισε να παίρνει την οριστική του διαμόρφωση ο κόσμος του μύθου και του θρύλου, πού περιβάλλει βαθμιαία την προσωπικότητα του ληστή, του κλέφτη. 
Έτσι γεννιέται σιγά σιγά μιά μακραίωνη παράδοση πού επιζεί για πολλά ακόμη χρόνια μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους και τελικά σβήνει μέσα στους κόλπους των ληστών. Οι κλέφτες είναι οι πρώτοι πυρήνες τής αντίστασης του ελληνικού λαού, αυτοί διερμηνεύουν την θέλησή του να μην υποταχθή στην βία και στις καταπιέσεις των αλλόδοξων κατακτητών και των χριστιανών οργάνων τους.

Η ορεινή διάρθρωση της ελληνικής χερσονήσου υπήρξε ή σωτηρία του ελληνικού λαού στις δύσκολες στιγμές τής ιστορίας του. Τα βουνά όχι μόνον είχαν σώσει και θα έσωζαν στο μέλλον τον ελληνικό λαό από την ολοκληρωτική καταστροφή, αλλά και θα μόρφωναν γενιές ελεύθερων ανθρώπων, πού θα βρίσκονταν πάντα σε αντίθεση με τούς αποκαρωμένους κατοίκους του κάμπου. Σωστά λοιπόν παρατηρούσε ό Γάλλος περιηγητής Lauvergne πού είχε επισκεφθεί την Ελλάδα στα 1825 πώς «ολόκληρη ή Ελλάδα, με τα πολλά βουνά, τα τρομακτικά φαράγγια πού τα χωρίζουν, με τις άπειρες ανωμαλίες του κατασχισμένου σε κάθε πλευρά εδάφους της, μοιάζει να έχει προοριστεί από την φύση να είναι το λίκνο ελεύθερων ανθρώπων».

Η οργάνωση της Ελλάδας σε 14 αρματολίκια, που αναφέρει ό Pouqueville, έγινε επί Σουλεϊμάν Α’, αλλά δεν μνημονεύει την πηγή τής πληροφορίας του:
"η Μακεδονία εδώθε από τον Αξιό σε 5 (Βέροια, Σέρβια, Ελασσόνα, Γρεβενά και Μηλιά), ή Θεσσαλία σε 6 (Όλυμπος, Μαυροβούνι, Χάσια, Άγραφα, Πατρατζίκι και Μαλακάσι) και ή Αιτωλοακαρνανία σε 3 (Βενέτικο, Λιδορίκι, Ξερόμερο)." 

Οι αρματολοί αποτελούν χωριστή τάξη με ιδιαίτερα κατά τόπους προνόμια (κυρίως φορολογικές απαλλαγές και παραχωρήσεις γαιών με δικαίωμα ανακλήσεως) και με ιδιαίτερες υποχρεώσεις απέναντι τής Πύλης. Οι ορθόδοξοι αρματολοί σύμφωνα μ’ ένα φιρμάνι του 1710 φέρονται ως απαλλαγμένοι και από «δοσίματα» στον πατριάρχη.
Αξιοσημείωτο είναι ότι σε σωζόμενα έγγραφα και τα αδέλφια και τα παιδιά των αρματολών δεν φέρονται εγγεγραμμένοι ως ραγιάδες, αλλά ως mu’af, δηλαδή ως απαλλαγμένοι από φόρους. 
Οι αρματολοί και οι αρχηγοί τους ήταν δυνατόν να διορίζονται και από τις τοπικές αρχές, δηλαδή από τούς μουσουλμάνους προκρίτους (αγιάν) και τούς άλλους ραγιάδες, από τα τοπικά ιεροδικεία με ένα ειδικό μόνο σκοπό, να φυλάγουν π.χ. ένα ντερβένι τής περιοχής.

Στα 1621 αναφέρεται ότι ή σπαρμένη από βουνά Δυτική Ελλάδα ήταν γεμάτη από κλέφτες και έπρεπε να είναι βέβαιος κανείς ότι θα κινδύνευε να πέσει στα χέρια τους, αν επιχειρούσε ξεκινώντας από τις ηπειρωτικές ακτές (τις απέναντι από την Κέρκυρα) να φθάσει στην Θεσσαλονίκη.

Οι ληστείες με φόνους, εμπρησμούς και ωμότητες πληθύνονται κατά τον 17° αιώνα, ιδίως στις περιοχές του Ολύμπου, Πιερίων και Βερμίου. Αναφέρεται ότι οι κάτοικοι του χωριού Δράνιστα στα 1639 - 1640 είχαν εγκαταλείψει το χωριό τους όχι μόνο εξ αιτίας των υπερβολικών φόρων, αλλά και των απαιτήσεων των ληστών. 
Ακαταστασία παρατηρείται επίσης και στις περιοχές Γρεβενών, Σαρή Γκιόλ, Καστοριάς, Φλώρινας, Πρέσπας. Πέρ’ από τα σημερινά ελληνικά σύνορα, στις περιοχές Μοναστηρίου, Περλεπέ, Βελεσών, Σκοπίων, δρούσαν κυρίως μουσουλμάνοι και Βούλγαροι κλέφτες (χαϊντούτοι). Γενικά σημειώνονται ληστείες όχι μόνο στις ελληνικές χώρες, κυρίως Θεσσαλία, Μακεδονία και Θράκη, αλλά και στις βορειότερες βαλκανικές. Αλλεπάλληλες διαταγές στέλνονται στους καδήδες και στους άλλους υπαλλήλους των σαντζακιών για την λήψη μέτρων εναντίον των κλεφτών.

Ο περιηγητής Brown έλεγε ότι ό αριθμός των κλεφτών ήταν πάρα πολύ μεγάλος, μολονότι τούς τιμωρούσαν πολύ αυστηρά, όταν τούς έπιαναν. Στα επικίνδυνα μικρά περάσματα οι κοινότητες τοποθετούσαν ανθρώπους με τύμπανα επάνω στα ψηλώματα και αυτοί κρούοντάς τα καθησύχαζαν τούς διαβάτες πού περνούσαν ανήσυχοι μέσα από τα στενά. Εφιαλτικό ήταν το πέρασμα στενών πού εκτείνονταν σε μάκρος. Μιλώντας για το Σαραντάπορο ό Εβλιά Τσελεμπή λέγει χαρακτηριστικά: «Ο ακατάληπτος Θεός νά δώση νά μην ξαναπεράσω από το στενό αυτό• γιατί στον καθένα μυρίζει ανθρώπινο αίμα. Άπιστοι πού ονομάζονται «χαϊντούκ» εξολοθρεύουν τούς ανθρώπους. Εδώ κάθε άνδρας χύνει αίμα, σκοτώνει και υποφέρει. Γιατί επάνω και κάτω οι δρόμοι του είναι φοβεροί κι’ επικίνδυνοι και ολότελα δασωμένοι• είναι όλοι τόποι για ενέδρα. Σε κάθε λάκκο του χιλιάδες μάρτυρες είναι θαμμένοι• γιατί άλογο δεν περνά• ένας-ένας είναι ανάγκη νά περάση κανείς πεζός . . .»

Ο φόβος των «απίστων ληστών» είναι διάχυτος και στην Στερεά Ελλάδα. Η επίδοση τής ληστείας οφείλεται στην εξασθένηση τής οθωμανικής αυτοκρατορίας, στην παράλυση τής κρατικής μηχανής, στις καταπιέσεις των τοπικών αρχών, στον πολλαπλασιασμό των ληστοτρόφων ραγιάδων πού εκδηλώνουν επαναστατικές τάσεις, και συχνά, φθάνεται, στην αμέλεια, ανοχή ή και υποστήριξη των κλεφτών από τούς εντόπιους φοβισμένους μουσουλμάνους και χριστιανούς προκρίτους, όπου μας αφήνει νά υπονοήσουμε έγγραφο του 1682. 
Το επόμενο έτος πληθύνονται τόσο πολύ «οι λησταί, οι αντάρται και οι κακοποιοί» στους καζάδες τής Ρούμελης, ώστε να διοριστεί σ’ αυτούς επιθεωρητής με ειδική φροντίδα την επιβολή της τάξης. 

Αξιοσημείωτος είναι ό διαχωρισμός των επικηρυγμένων σε ληστές, αντάρτες και κακοποιούς. Τον αντίκτυπο τής ακαταστασίας αυτής τον διαπιστώνουμε και μέσα στο ίδιο το Αγ. Όρος. Σε μιά απόφαση τής Μεγάλης Συνάξεως (Νοέμβριος 1692) διαβάζουμε: «... όντας τα ιερά μοναστήρια εν ειρήνη και ευημερία συμβαίνοντας και οι σύγχυσαις των πολέμων εξαίφνης ευρέθη να γεμίση το Όρος θορύβου και ταραχής, ώστε ό αναχωρητικός τούτος λιμένας των ψυχών ήλθε παρ’ ολίγον να γίνη καταφυγή ληστών».

Οι αρματολοί, μολονότι κατόρθωναν κάποτε νά συλλάβουν μερικούς κλέφτες, φαίνεται ότι δεν μπορούσαν ν’ αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την κατάσταση, ίσως και γιατί δεν εκτελούσαν ευσυνείδητα τα καθήκοντά τους. Δεν ξεχνούσαν τούς παλιούς συντρόφους των και συχνά θα συνέπρατταν μαζί τους. Γι’ αυτούς ασφαλώς τούς λόγους είχε επιχειρήσει στα 1637 ό Μουράτ Δ’ νά καταργήσει ολότελα το αρματολικό σύστημα. Αφαίρεσε τότε από τούς αρματολούς την εντολή να φυλάγουν τις διόδους και τις στενωπούς και ανέθεσε στους Τούρκους τοπάρχες νά εγκαταστήσουν σ’ αυτές τουρκικές φρουρές, αλλά οι αρματολοί τις χτυπούσαν και τις έδιωχναν από τις περιοχές τους. Η απόπειρα λοιπόν αυτή του Μουράτ Δ’ απέτυχε. Έτσι ό Εβλιά Τσελεμπή μνημονεύει αρματολούς πού εκτελούν στρατιωτική υπηρεσία στην Θεσσαλονίκη και Ελασσόνα. Επίσης αρματολοί φύλαγαν και στα Χανιά και 200 κάθε νύχτα στην Λάρισα.

Οι Τούρκοι εμπιστεύονται στους Έλληνες αρματολούς την τήρηση της ασφάλειας μόνον από ανάγκη. Γι’ αυτό και χρησιμοποιούν ως αντίβαρο τούς άλλους ομοτέχνους των, τούς Αλβανούς. Από την εποχή μάλιστα πού τα αξιώματα των δερβέν - αγάδων και των δερβέν - μπασήδων των ελληνικών χωρών άρχισαν να δίνονται σε Αλβανούς, οι Έλληνες κλέφτες αντιμετωπίζουν σκληρούς και πεισματικούς αντιπάλους. Αυτοί τώρα καταπιέζουν φοβερά τούς ελληνικούς πληθυσμούς και αποτελούν αληθινή πληγή του τόπου. Τα δημοτικά τραγούδια συχνά ψάλλουν τις συγκρούσεις των κλέφτικων ελληνικών σωμάτων με τούς Αλβανούς αρματολούς.
Νέα απόπειρα - μερική όμως - για αντικατάσταση των Ελλήνων και Αλβανών αρματολών με μουσουλμάνους στα 1699 στις περιφέρειες Ιωαννίνων, Λάρισας, Σερβίων, Γρεβενών, Γενιτσών, Δοϊράνης, Θεσσαλονίκης, Βέροιας, Στρώμνιτσας, Μοναστηρείου, Περλεπέ και Κιουπρουλού φαίνεται ότι δεν είχε καλύτερα αποτελέσματα. 

Αργότερα στα 1704 εξ αιτίας ληστρικών πράξεων Αλβανών αρματολών, διατάσσει ό σουλτάνος νά παύσουν όλοι οι Αλβανοί αρματολοί, οπουδήποτε και αν υπάρχουν, και να διοριστούν στην θέση τους - με την εκλογή και εγγύηση των τοπικών αρχών - άλλοι αρματολοί και ένας αρχηγός. Χαρακτηριστικό είναι ότι εξαιρεί το σαντζάκι Τρικάλων, όπου είναι ανάγκη να χρησιμοποιηθούν αρματολοί. Είναι ή εστία όπου έντονη είναι ή αντίσταση των Ελλήνων, εκεί όπου οι γεωγραφικές συνθήκες ευνοούν την δράση των κλεφτών.

Ο αριθμός των αρματολικιών στην Ελλάδα κυμαινόταν κατά καιρούς κα περιστάσεις. Λίγο πριν από την επανάσταση του 1821 υπήρχαν 17 αρματολίκια, από τα οποία 10 στην Θεσσαλία και στη Λιβαδειά, 4 στην Αιτωλία, Ακαρνανία και Ήπειρο και τα υπόλοιπα στην Μακεδονία νοτίως του Αξιού. Πάντως από το 1537 ως τις παραμονές του 1821 τα αρματολίκια εκτείνονται σχεδόν στους ίδιους τόπους τής ηπειρωτικής Ελλάδας. 
Επομένως οι εστίες, όπου κατ’ εξοχήν αναπτύχθηκε και χαλυβδώθηκε το μαχητικό πνεύμα των Ελλήνων επί τουρκοκρατίας είναι ή Ήπειρος, ή Αιτωλοακαρνανία, μέρος τής Ανατολικής Στερεάς και οι ορεινές συνοριακές περιοχές τής Θεσσαλίας και Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας.

Οι αρματολοί πληρώνονταν από τούς ελληνικούς πληθυσμούς τής περιοχής πού φύλαγαν. Συνήθως ό τίτλος και το αξίωμα του καπετάνιου, καθώς και το επάγγελμα των αρματολών, περιέρχονταν κληρονομικά στους απογόνους των οικογενειών. Ο καπετάνιος με ένα μέρος των ανδρών του έμενε συνήθως στην πρωτεύουσα του αρματολικιού του. Οι υπόλοιποι με επικεφαλής τα πρωτοπαλλήκαρά του, τούς «κολιτζήδες», ήταν σκορπισμένοι κατά μικρά σώματα σε διάφορα μέρη τής περιοχής.
Τα φορέματα και τα όπλα των αρματολών ήταν τα ίδια με τα αντίστοιχα των Αλβανών: όπλο, γιαταγάνι και εγχειρίδιο.

Αν βέβαια ό θεσμός των αρματολών ανακούφιζε και διευκόλυνε τούς Τούρκους στο κατακτητικό τους έργο, από το άλλο μέρος έδινε θάρρος και παρηγοριά στους απελπισμένους ραγιάδες. Είχαν την ψευδαίσθηση ότι ήταν ελεύθεροι, γιατί μόνοι τους διαχειρίζονταν τα κοινά, γιατί μόνοι τους εξασφάλιζαν την ησυχία και τάξη στις περιοχές των αρματολικιών, στις πόλεις, στα χωριά και στα χωράφια τους. 
Οι Τούρκοι, είναι αλήθεια, έμεναν μακριά και συνήθως δεν αναμειγνύονταν στα εσωτερικά τους, αλλά καραδοκούσαν πάντοτε να εκμηδενίσουν τα προνόμια, τις παραχωρήσεις πού είχαν κάνει στους ραγιάδες• «και ή κατάκτηση πού είχε, να πούμε, ανασταλή, γράφει ό Fauriel, έτεινε να ξαναπάρει τον δρόμο της. Με λίγα λόγια, όσο οι Έλληνες είχαν κάτι να χάσουν, οι Τούρκοι είχαν κάτι να κάνουν. 

Οι πασάδες ανέλαβαν να συμπληρώσουν το μισοτελειωμένο έργο των πρώτων κατακτητών: ό κύριος σκοπός της διοίκησης τους ήταν να απογυμνώσουν σιγά σιγά τους νικημένους από τα υπόλοιπα αγαθά και δικαιώματά τους. Οι αρματολοί ήταν ένα εμπόδιο στην πραγματοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου• γι’ αυτό ή ιστορία τους, από τότε πού είναι λίγο γνωστή, δεν είναι παρά ή αναπαράσταση μιας μακριάς και γενναίας πάλης με τούς πασάδες».

Η διαλλακτική στάση των Τούρκων απέναντι των κλεφτών και αρματολών ήταν λοιπόν μιά κατάσταση ανάγκης, μιά ακούσια και προσωρινή συνθηκολόγηση μαζί τους, μιά ανακωχή. Γι’ αυτό, όταν τούς δινόταν ευκαιρία, επιχειρούσαν να εκμηδενίσουν την δύναμή τους ή και να τούς εξοντώσουν. Τότε οι αρματολοί, πού δεν μπορούσαν να ξεχάσουν τα παλιά τους κλέφτικα λημέρια, γίνονταν πάλι κλέφτες και ξέσπαζαν σε βάρος των Τούρκων, αλλά κάποτε και των Ελλήνων. Οι συνεχείς επιδρομές και ληστείες τους κατέληγαν στο να εξαναγκάζουν πάλι τις οθωμανικές αρχές να τούς ανεχθούν.

Ύστερα απ’ αυτά καταλαβαίνει κανείς γιατί ή μετάπτωση από την ιδιότητα του αρματολού στην κατάσταση του κλέφτη, καθώς και το αντίθετο, ήταν ένα πολύ συνηθισμένο φαινόμενο. Ήταν λοιπόν φυσικό να παρατηρηθεί σύγχυση ως προς την σημασία των λέξεων αρματολός και κλέφτης και τελικά οι δύο αντίθετες αρχικά έννοιες να προσεγγίσουν ή μιά την άλλη με τάση να ταυτιστούν.

Οι ομάδες των κλεφτών είχαν ρευστό αριθμό ανάλογα με την φήμη του καπετάνιου, με τις πολιτικές συνθήκες του τόπου, όπου δρούσαν, με την στρατιωτική και διοικητική ικανότητα του Τούρκου πασά τής περιοχής κ.λ.. Συνήθως όμως οι άνδρες μιας ομάδας δεν ξεπερνούσαν τούς 50. Όταν πλησίαζαν τούς 100, τότε θεωρούνταν φοβερή ή δύναμή τους
Οι κλέφτες διακρίνονταν όχι μόνο για το θάρρος, αλλά και για την μεγάλη αντοχή τους στην αϋπνία, στην πείνα και στην δίψα. Στις σκληρές αυτές δοκιμασίες τούς προετοίμαζε ή ίδια ή ζωή. Αλλά και οι ασκήσεις τους στον δίσκο (λιθοβολία), στο πήδημα, στο τρέξιμο, πού θύμιζαν τις αντίστοιχες των αρχαίων Ελλήνων, αύξαιναν σε μεγάλο βαθμό τις φυσικές δυνάμεις και ικανότητές τους. Θαυμαστές ήταν οι ταχύτατες πορείες τους, για να αιφνιδιάσουν ένα απομακρυσμένο εχθρό ή να διαφύγουν την καταδίωξή του. 
Αναφέρονται ακόμη καταπληκτικά παραδείγματα αθλητικών επιδόσεων, όπως π.χ. του Νίκου Τσάρα, ό οποίος πηδούσε επτά άλογα βαλμένα στην σειρά κατά μέτωπο.
Ιδίως όμως ασκούνταν στην σκοποβολή, να περνούν από μακριά με την σφαίρα ένα δαχτυλίδι ή να σημαδεύουν την νύχτα με ευστοχία επάνω στην λάμψη ενός εχθρικού πυροβολισμού, να δίνουν φωτιά στην φωτιά, όπως έλεγαν. 
Η τελευταία τους αυτή ικανότητα εξηγείτε, γιατί προτιμούσαν να αιφνιδιάζουν τούς εχθρούς μέσα στο σκοτάδι.
Πιο εκπληκτική ακόμη ήταν ή αντοχή τους στα βασανιστήρια των Τούρκων, όταν συνέβαινε να πέσουν στα χέρια τους. Ζήτημα τιμής ήταν να δαμάσουν τούς φρικτούς πόνους των και να υπομείνουν την δοκιμασία ατάραχοι. Δεν έχουμε παράδειγμα κλέφτη πού λιποψύχησε και απαρνήθηκε την πίστη του, για να σωθεί από τα βασανιστήρια και τον θάνατο. Ασφαλώς όμως προοπτική μιας τέτοιας δοκιμασίας τούς έκανε να εύχονται ό ένας στον άλλο «καλό μολύβι», δηλαδή ακαριαίο θάνατο στο πεδίο τής μάχης. Αν όμως πληγώνονταν βαριά και ήταν αδύνατο να σωθούν, παρακαλούσαν θερμά τούς συντρόφους των - και ή παράκλησή τους ήταν ιερή - να τούς κόψουν οι ίδιοι το κεφάλι και να το πάρουν μαζί τους, για να μη το μπήξουν οι εχθροί ψηλά στην άκρη του κονταριού και το πομπέψουν μέσα από πόλεις και χωριά.
Η τακτική τους ήταν ή τακτική των ατάκτων, των παρτιζάνων, όπως λέγεται σήμερα. Είναι ή τακτική, πού οι ίδιοι οι κλέφτες την οργάνωσαν με κύριο στοιχείο την ενέδρα και οι ίδιοι την ονομάτισαν: κλεφτοπόλεμος. Πολεμούσαν δηλαδή σκορπισμένοι, όρθιοι ή γονατιστοί, πίσω απ’ ό,τι έβρισκαν εμπρός τους, πίσω από ένα τοίχο, ένα δένδρο, ένα βράχο ή και τα πτώματα των εχθρών τους. Τα προκαλύμματα αυτά ονομάζονταν μετερίζια.
Κυκλωμένοι κάποτε και καθηλωμένοι επί ημέρες και νύχτες και ακόμη στερημένοι από νερό, φαγητό και ύπνο έβρισκαν την δύναμη (σε στιγμές πού ό εχθρός τούς νόμιζε εξαντλημένους και έτοιμους να παραδοθούν) να πηδούν από τις θέσεις τους, να κάνουν το λεγόμενο γ ι ο υ ρ ο ύ σ ι, την απελπισμένη έφοδο, δηλαδή να ορμούν επάνω τους, ν’ ανοίγουν δρόμο με τα γιαταγάνια τους μέσα από τις γραμμές του και να διαφεύγουν. Αλλιώς ή αντίσταση μέχρι θανάτου ήταν ή συνηθισμένη τακτική τους, εφόσον μάλιστα γνώριζαν καλά ότι δεν υπήρχε καμιά άλλη ελπίδα σωτηρίας. 

Πάντως ό βίαιος θάνατος στο πεδίο τής μάχης ήταν προτιμότερος από τον φυσικό πού αποσύνθετε βαθμιαία το σώμα και παραμόρφωνε το πρόσωπο. Γι’ αυτό ξεχώριζαν τούς νεκρούς στα σφαγάρια (θύματα) του πολέμου και στα ψοφίμια του φυσικού θανάτου. Με την λέξη ψοφίμια έδειχναν όλη τους την αποστροφή και την αηδία, θα έλεγε κανείς, για τούς νεκρούς από φυσικό θάνατο.
Εφαρμόζοντας ό κλέφτης την τακτική του αυτή, πώς δηλαδή οι λίγοι να πολεμούν τούς πολλούς, κατόρθωνε να παρενοχλεί και να κατατρίβει τις εχθρικές δυνάμεις και τελικά ανάγκαζε τον αντίπαλο να συνθηκολογεί μαζί του, δηλαδή να του παραχωρεί το αρματολίκι.

Ο κλεφτοπόλεμος είναι ή μόνη στρατιωτική τακτική πού σώζεται κατά παράδοση ως την ελληνική επανάσταση του 1821. Χωρίς την γνώση της είναι αδύνατο να κατανοήσουμε τούς αδιάκοπους αγώνες του ελληνικού έθνους επί Τουρκοκρατίας εναντίον των σκληρών κατακτητών του, τις διάφορες κατά καιρούς ανταρσίες του πού δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι φάσεις μιας ακατάπαυτης και ακατάβλητης αντίστασης, οι φάσεις ενός ανελέητου και ακήρυκτου πολέμου πού αρχίζει από τα πρώτα κιόλας χρόνια τής σκλαβιάς. Οι πυρήνες των μαχητικών του δυνάμεων είναι οι αρματολοί και οι κλέφτες. Αυτοί ήταν επόμενο να προβάλλουν ως φυσικοί αρχηγοί του έθνους, ν’ αποτελέσουν την «μαγιά της λευτεριάς», όπως παραστατικά λέγει ό αγωνιστής του 21 Γιάννης Μακρυγιάννης να γίνουν οι πρόμαχοι τής ελευθερίας.

Αυτοί δεν άφηναν καμιά ευκαιρία πού να μην την εκμεταλλευθούν, για ν’ αποτινάξουν τον Τουρκικό ζυγό. Ήταν έτοιμοι πάντοτε να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα χριστιανικά εκείνα κράτη που βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Τουρκία. Αυτοί αποκαθαίρουν τον ρύπο του ραγιαδισμού και συντελούν στην ηθική αναγέννηση του ελληνικού έθνους με την στάση τους εμπνέουν γενναία αισθήματα και δείχνουν σε όλους τον δρόμο τής τιμής και του καθήκοντος. 
Αποτελούν ζωντανά παραδείγματα και προκαλούν την μίμηση. Μέσα σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα, μέσα σ’αυτόν τον κόσμο των ιδεών ανατρέφονται τα παιδιά των ορεινών περιοχών και γενικότερα τής Ελλάδας. Ένα μάλιστα από τα αγαπημένα τους παιγνίδια απομιμείται την τακτική και τούς αγώνες των κλεφτών εναντίον των Τούρκων.

Γι’ αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο, αν οι ανυπότακτοι εκείνοι άνδρες έλαμψαν μέσα στην θερμή φαντασία του τυραννισμένου ελληνικού λαού και έγιναν ινδάλματα, αν ό λαός δημιούργησε τον μύθο του παλληκαριού, αν δηλαδή έπλασε την μορφή του ιδανικού νέου της εποχής: την μορφή πού ενσαρκώνει τα αισθήματα τής αντρίκειας περηφάνειας, τής δικαιοσύνης, της συμπάθειας προς τούς αδυνάτους, και της αδίστακτης αντίστασης εναντίον των τυράννων, των κατακτητών, την μορφή πού κρύβει ακόμη ως σήμερα πολύ φως από το παρελθόν. 

Και ό θαυμασμός του ελληνικού λαού έγινε τραγούδι ηρωικό, τραγούδι πού αγαπήθηκε και διαδόθηκε πλατιά σε όλα τα στρώματα. Τα τραγούδια τους, τα ξακουστά κλέφτικα τραγούδια, με τον αρρενωπό τόνο τους, ικανοποιούσαν κάπως την τραυματισμένη καρδιά του σκλάβου, σκόρπιζαν τον ενθουσιασμό και έκαναν αβάσταχτη την σκλαβιά, με λίγα λόγια, μόρφωναν ελεύθερους ανθρώπους.

Πηγή: Το καταπληκτικό έργο του Αποστόλου Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τομ. Β’, Θεσσαλονίκη 1976.                                                                                          πηγη http://www.pame.gr/

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Ο Ικαριώτικος του Χειμώνα ...!


                      Ο Ικαριώτικος προέρχεται από την Ικαρία και χορεύεται από
άντρες και γυναίκες με λαβή κυρίως από τους ώμους. Στο
πρώτο μέρος έχουμε περπατητά βήματα, ενώ στο δεύτερο που
ζωντανεύει ο ρυθμός έχουμε γρήγορα βήματα και κινητικότητα
τόσο των ποδιών όσο και του σώματος. .............. Χοιροσφάγια 2014 Καρυδιές   Μουσικοί Παναγιώτης Χούτρας και οι φίλοι του
               Καθαρή Δευτέρα Λιβάδι Αρμενιστής ...Μουσικοί  Σκάτζακας -Σχέδιο
Γιαλισκάρι...Μεσακτή..Λιβάδι .Αρμενιστής Ικαριώτικος (Dry Mix) - Palyrria
                     

  Χειμωνιάτικες                                                                                      Ράχες ...Πούσι ...Βροχή...Νερό ..Μουσική Ikariotikos ( Nikos Fakaros )

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Η τεχνική της βυζαντινής αγιογραφίας

 
 Ο   Αλέκος Οσσόγια ,γεννημένος  στον Λίβανο από Έλληνες γονείς, αποφασίζει σε μικρή ηλικία να επιστρέψει στην πατρίδα και να ασχοληθεί με την μεγάλη του αγάπη την Αγιογραφία Θεωρείτε από τους καλύτερους Αγιογράφους της γενιάς του  Η τύχη μας, τον έφερε και στην Ικαρία,  για να αγιογραφισει πολλές εκκλησίες του νησιού ,Άγιος Κήρυκος .Έυδηλος, Κουνιάδου, Καρκιναγρι, και φυσικά του Χρηστού την μεγάλη εκκλησία στην οποία ανήκει και οι παραπάνω τοιχογραφία. Όνειρο του είναι να γίνει μόνιμος κάτοικος της Ικαρίας Αλέκο στο εύχομαι από τα βάθη της ψυχής μου!  
Η Βυζαντινή ζωγραφική αποτέλεσε την απτή απεικόνιση των υπερφυσικών αναζητήσεων των πιστών στη ζωή της ορθόδοξης εκκλησίας. Ο χαρακτήρας των βυζαντινών αγιογραφιών δεν είναι φυσικός αλλά λειτουργικός και συμβολικός. Το νατουραλιστικό στοιχείο και η φυσική αναπαράσταση δεν υπάρχουν. Η τέχνη της αγιογραφίας αναπαριστά τον πνευματικό και άφθαρτο χαρακτήρα των Αγίων γι’ αυτό και δεν αναπαρίστανται με φυσικό τρόπο. Όλα τα πράγματα, τα κτίρια, τα φυτά, τα βουνά, τα ενδύματα, τα πρόσωπα αλλοιώνονται και μεταμορφώνονται, υποτάσσονται σε έναν ρυθμό προκειμένου να εκφράσουν την υπερβατικότητα. Λόγω της πνευματικότητας και της αγιότητας όσων αναπαριστά, τα υλικά που μεταχειρίζεται ο αγιογράφος έπρεπε να είναι εύοσμα ,λεπτά και ειδικά επιλεγμένα, όπως εύοσμα ξύλα  και βερνίκια που μοσχοβολούν σαν θυμίαμα, ώστε ο ασπαζόμενος την εικόνα να αισθάνεται αυτήν την πνευματική ευωδία. Ητεχνική της αγιογραφίας διατηρήθηκε στους αιώνες και παραδόθηκε ακέραιη στους σύγχρονους αγιογράφους.
Πάνω στο ξύλο εφαρμόζεται λευκή προετοιμασία, το λεγόμενο gesso που αποτελεί μια τέλεια βάση ομαλή και σταθερή για το χρύσωμα, ενώ παρουσιάζει την κατάλληλη απορροφητικότητα για να δεχτεί τα πολλαπλά στρώματα χρώματος που απαιτεί η βυζαντινή τεχνοτροπία. Για την παρασκευή της προετοιμασίας αναμιγνύεται ζωική κόλλα, κυρίωςκουνελόκολλα με γύψο (CaSO42H2O) ή κιμωλία (CaCO3) ή άλλες λευκές ανόργανες ενώσεις, όπως το λευκό του μολύβδου (2PbCO3(OH)2) και το οξείδιο του ψευδαργύρου (ZnO)(τσίγκος). Εφαρμόζεται σε πολλαπλές στρώσεις έως ότου αποκτήσει το επιβαλλόμενο πάχος. Κατόπιν στεγνώνει σε σκιερό μέρος καλά ώστε η επιφάνεια να υποστεί την επιθυμητή λείανση, και έπειτα το χρύσωμα.. Πάνω στον ξύλινο φορέα κολλιέται λινό ύφασμα ή καννάβι ούτως ώστε η εφαρμογή της προετοιμασίας να είναι πιο στερεή και ασφαλής. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μακροχρόνια διατήρηση της ακεραιότητας της χρωματικής μορφής της εικόνας και της ζωγραφικής επιφάνειάς της εξαρτάται από την ποιότητα της προετοιμασίας, από το είδος των οργανικών υλικών και την αναλογία τους ως προς τα ανόργανα συστατικά.
Αλέκος Οσσόγια
Αλέκος Οσσόγια
Τα χρώματα είναι σε μορφή σκόνης και αναμιγνύονται με συνδετικό υλικό. Η συνδετική ουσία χρησιμεύει αφενός, ως μέσον για τη διασπορά των χρωματικών κόκκων, ώστε να δημιουργηθεί μια ομογενής και πολτώδης μάζα και αφετέρου για την στερεοποίηση του χρωματικού μίγματος και τη συγκράτησή του πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια.
Οι βυζαντινές εικόνες είναι ζωγραφισμένες κυρίως με την τεχνική της αυγοτέμπερας ή ωογραφίαςόπως επίσης λέγεται και σαν συνδετικό υλικό χρησιμοποιήθηκε το αυγό και κυρίως ο κρόκος του αυγού. Ο κρόκος αναμιγνυόταν με ίση ποσότητα ξυδιού, μειώνοντας έτσι την λιπαρότητά του και καθιστώντας το πιο ρευστό (πιο εύχρηστο). Το ξύδι έχει διπλό ρόλο, πρώτον ως συντηρητικό του αυγού και δεύτερον ως προστατευτικό από έντομα και μικροοργανισμούς που προσβάλλουν την ζωγραφική επιφάνεια. Σε πολλές περιπτώσεις αντί για ξύδι χρησιμοποιούταν νερό το οποίο εξατμιζόταν και παρέμενε μόνο ο κρόκος. Τα αυγοχρώματα έχουν το πλεονέκτημα ότι στεγνώνουν γρήγορα και αντέχουν πολλαπλές στρώσεις χωρίς να παρασύρουν τις πρώτες, ενώ με τον καιρό γίνονται αδιάλυτα. Ένα έργο σωστά φτιαγμένο με αυγό, είναι πιο σταθερό από κάθε άλλο είδος ζωγραφικής που έχει εφεύρει μέχρι σήμερα η ανθρωπότητα. Κάτω από το στρώμα ρύπου και βερνικιού, πολλά έργα βυζαντινής αγιογραφίας διατηρούν ακόμα την αρχική τους φρεσκάδα και ζωηρότητα.
Ως συνδετικό υλικό επίσης χρησιμοποιήθηκε το κερί της μέλισσας. Η τεχνική αυτή χρησιμοποιήθηκε από την αρχαία Ελλάδα και γνώρισε μεγάλη άνθηση τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Ονομάζεται εγκαυστική, επειδή έλιωναν τα χρώματα στη φωτιά και τα σιδέρωναν από πάνω με ένα μικρό πυρωμένο μυστράκι, το κέστρο. Η τεχνική αυτή δεν χρησιμοποιείται ευρέως σήμερα.
Η βυζαντινή τέχνη δεν είναι σκιοπλαστική αλλά φωτομορφοποιητική, δηλαδή ο αγιογράφος δεν προσθέτει στο έργο του σκιά αλλά σταδιακά προσθέτει φως πάνω σε σκούρους προπλασμούς. Η φωτοσκίαση αποδίδει την αίσθηση του χώρου και της τρίτης διάστασης και οι μορφές είναι πλασμένες με το χρώμα όσο και με το σχέδιο Οι προπλασμοί που ονομάζονται αλλιώς και αστάρια είναι τα πρώτα χρωματικά στρώματα που εφαρμόζονται, οι σκουρότερες βάσεις. Ο αγιογράφος φτιάχνει τον προπλασμό ώστε να επιδέχεται και σκουρότερο χρώμα για τα γραψίματα και ανοικτότερο για τα σαρκώματα ή τα λάμματα.
wwr1.JPGwt2.JPGq3.JPG
Αφού περαστεί στα γυμνά μέρη ο προπλασμός, ο αγιογράφος ετοιμάζει ένα χρώμα σε ανοιχτότερο τόνο και περνά πάνω απ’ τον προπλασμό τις περιοχές του προσώπου που θέλει να φωτίσει περισσότερο. Το χρώμα αυτό στη γλώσσα της αγιογραφίας ονομάζεται σάρκωμα ή φώτισμα.. Τα μέρη που φωτίζονται περισσότερο είναι η μύτη, τα υπερόφρια τόξα, οι μετωπιαίοι όγκοι, τα μήλα του προσώπου. Τα σαρκώματα σβήνουν μαλακά στις άκρες αφήνοντας να φαίνεται ο προπλασμός με τη λεγόμενη τεχνική του σφουμάτου. Κατόπιν παρασκευάζεται ανοιχτότερο χρώμα σάρκας και εφαρμόζεται κατά τον ίδιο τρόπο στα μέρη που εξέχουν και φωτίζονται περισσότερο και έτσι χωρίζονται οι ζάρες του προσώπου. Εφαρμόζεται στο μέτωπο πάνω απ’ τα φρύδια, πάνω από το στόμα ,στο λαιμό και στα μάγουλα αν είναι ηλικιωμένο το πρόσωπο. Στη συνέχεια φτιάχνεται ακόμα ανοιχτότερο χρώμα, τονίζοντας ακόμη περισσότερο τα φωτεινά και εξέχοντα σημεία, αλλά κάθε φορά ο όγκος του σαρκώματος είναι μικρότερος από τον προηγούμενο και οριοθετείται με τρόπο σαφή. Μετά τα σαρκώματα μπαίνουν τα ψιμύθια που είναι οι πιο φωτεινές επιφάνειες. Με σχεδόν άσπρο χρώμα ή σκέτο άσπρο, ο αγιογράφος φωτίζει τα σημεία του προσώπου ή της γυμνής σάρκας που προεξέχουν περισσότερο, συγκεκριμένα, γύρω από τα μάτια, στις παρειές, στο πηγούνι με τη μορφή παράλληλων τοξωτών πινελιών πάνω στη φορά των φυσικών καμπύλων της σάρκας.
qqq45.jpgqqqqq33.jpgqss222.jpg
Χριστός Παντοκράτορας, Αυγερινού Μαρίνα 2012
Κατόπιν ο αγιογράφος φτιάχνει ένα χρώμα σκουρότερο απ’ τον προπλασμό, το λεγόμενο γράψιμο και μ’ αυτό περνάει τις βασικές γραμμές του σχεδίου, το περίγραμμα του προσώπου, τα βλέφαρα, τα φρύδια και την ίριδα του ματιού, τη μύτη απ’ την σκιερή πλευρά, το χώρισμα του πάνω και κάτω χείλους, το περίγραμμα του κάτω χείλους, το περίγραμμα των αυτιών, του λαιμού, καθώς και το περίγραμμα των μαλλιών ή ολόκληρα τα μαλλιά. Για τα μαλλιά μπορεί να γίνει ξεχωριστός προπλασμός και με αυτό περνιούνται επίσης το μουστάκι και το γένι.
 Έπειτα φτιάχνοντας δεύτερο γράψιμο ,σκουρότερο από το πρώτο εφαρμόζεται στα φρύδια ,το πάνω βλέφαρο, τη σκιά της μύτης ,το κάτω χείλος και το αυτί, την κόρη και το περίγραμμα της ίριδας του ματιού. Ακολούθως για να κοιτά ο Άγιος πάντα τον πιστό τοποθετείται το λευκό του ματιού απ’ τη μεριά που βρίσκεται το στενότερο μέρος του προσώπου.
 Αντίστοιχα, κατά τον ίδιο τρόπο με τη ζωγραφική της σάρκας γίνεται και η ζωγραφική των ενδυμάτων, των κτισμάτων και των βουνών και την θέση των σαρκωμάτων παίρνουν τα λεγόμενα «λάμματα». Σταθερό χαρακτηριστικό αποτελεί η μερική ή ολική σχηματοποίηση, όχι μόνο στο σχέδιο αλλά και στον φωτισμό. Οι φωτισμένες επιφάνειες έχουν πάντα καθαρό γεωμετρικό σχήμα.
 Το τελευταίο στρώμα που φέρουν οι βυζαντινές εικόνες είναι από βερνίκι το οποίο παρέχει προστασία, στιλπνότητα και ζωντάνια στη ζωγραφική επιφάνεια.. Αποτελείται από ένα διάλυμα είτε ενός πολυμερούς, σ’ έναν οργανικό διαλύτη, είτε φυσικών ή τεχνητών ρητινών σε αλκοόλες. Στην παρασκευή βερνικιού χρησιμοποιήθηκε παραδοσιακά ρετσίνι πεύκου, σανδαράχη, μαστίχα, κόμμι αμυγδαλιάς, κολοφώνιο, μέλι, ρακή, οινόπνευμα και κερί μέλισσας. Σήμερα χρησιμοποιούνται κυρίως βιομηχανοποιημένα βερνίκια.
 
Αλέκος Οσογια
Η βυζαντινή αγιογραφία είναι μια ζωντανή τέχνη και διατηρεί τους κανόνες και τις τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν από τη γένεσή της. Αποτελεί βυζαντινή μας Κληρονομιά, όχι μόνο ως έργο τέχνης αλλά και ως ιστορική μαρτυρία και πρέπει να την διαφυλάξουμε και να την παραδώσουμε αλώβητη στις επόμενες γενεές.  Μαρίνα Αυγερινού

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

Ο ξυλόφουρνος του Αγίου Δημητρίου

Για αιώνες, o ξυλόφουρνος ήταν από τα σημαντικότερα στοιχεία ενός σπιτιού. Εκεί έψηναν το ψωμί και τα παξιμάδια, εκεί ξέραιναν τα φρούτα και τους καρπούς. Στην Ικαρία χρησιμοποιούνται  μέχρι και σήμερα. Θερμαίνονται κυρίως με ξύλο ελιάς, μιας και υπάρχει άφθονο εξαιτίας του ετήσιου κλαδέματος των ελαιόδεντρων.                                                      Τον ξυλόφουρνο ούτε που τον ήξερα, ούτε που με ήξερε. Δεν είχαμε γνωριστεί μέχρι πριν μερικά χρόνια που μετακομίσαμε  στο ωραίο μου νησί και εκεί τον εκτίμησα για πρώτη φορά. Με συνεπήρε το γεγονός ότι, ό,τι φαγητό και να έψηνε είχε μια τόσο έντονη και χαρακτηριστική υπέροχη γεύση.!!!!  Πολλοί έχουν τέτοιους φούρνους στα χωριά και στα νησιά και θα γνωρίζουν τη Μυρωδιά  ενός φρεσκοψυμένου χωριάτικου ψωμιού  τη νοστιμιά που γίνετε  λατρεία και συνήθεια!
Δεν γεννήθηκα να ξέρω πως ψήνουν στον ξυλόφουρνο αλλά μέρα με τη μέρα, χρόνο με το χρόνο, κατάλαβα οτι ο ξυλόφουρνος δεν είναι απλά ένα μέσο για να φτιάχνεις φαγητό αλλά και τέχνη και μεράκι για το καλό φαγητό!
Για να μαγειρέψετε σε ξυλόφουρνο απαιτούνται 2 πράγματα. Πρώτον να έχετε μπόλικο χρόνο στη διάθεση σας και δεύτερον υπομονή....... και αν κανένα από τα δυο δεν διαθέτετε
Εμπιστευτείτε  το ψήσιμο στους Ειδικούς ....!!!!!!!!!!!!!!!
Ο ξυλόφουρνος του Αγίου Δημητρίου  βρίσκετε στη περιοχή  Ράχες Ικαρίας στη πλατεία του  χωριού  Άγιος Δημήτριος Πρωτολειτούργησε το 1963 απο τον Δημήτρη Καράφτη και την Άννα Γαγλια                                                                           Από γενιά σε γενιά  συνέχισε να μας προσφέρει φρεσκοψημένο ζυμωτό ψωμί και διάφορες αρτολιχουδιές, χωριάτικες - παραδοσιακές πίτες,...Σε αυτές τις δύσκολες εποχές που ζούμε αυτοί οι Μικροί Παραδοσιακοί Φούρνοι κρατάνε  Αναμμένο τον Φάρο της Παράδοσης στο Νησί μας Ας τους κρατήσουμε Φωτεινούς  ..!

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

Σουφικό Ικαρίας ένα παραδοσιακό φαγητό από το Νησί μας

Το Σουφικό Ικαρίας είναι ένα παραδοσιακό φαγητό, οι Καριώτισσες νοικοκυρές μάζευαν τα τελευταία λαχανικά του φθινοπώρου και επειδή ήταν λίγα τα μαγείρευαν όλα μαζί για να βγάλουν το φαγητό της ημέρας!
êíÿ¿sÿ Main
Υλικά
2 μελιτζάνες
2 κολοκυθάκια
2  πιπεριές
2 σκελίδες σκόρδο
2 κρεμμύδια γλυκά
Μια χούφτα φασολάκια
1 μεγάλη ντομάτα
200 ml. κόκκινο κρασί
50 ml. ελαιόλαδο
Αλάτι
Πιπέρι
檼¡áíµ êíÿ¿sÿ¬ ôóáíß
Πώς να το φτιάξεις

Κόβουμε τα λαχανικά σε μέτρια κομμάτια.
Σοτάρουμε τα λαχανικά για 5 λεπτά σε ένα βαθύ τηγάνι, μέχρι να μαραθούν και αλατίζουμε.
Προσθέτουμε το κρασί, ανακατεύουμε για 1 λεπτό και αμέσως μετά το ελαιόλαδο και πιπέρι.
Χαμηλώνουμε την φωτιά και σιγοβράζουμε μέχρι να μελώσει το φαγητό.
Το φαγητό είναι έτοιμο σε περίπου 20-25 λεπτά , τρώγεται ζεστό και κρύο.
Καλό χειμώνα.                                                                                                                                      πηγη  
http://grekamag.gr/

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

Ιστορική και ανθρωπογεωγραφική παρουσίαση της Ικαρίας -


Παρουσίαση της Ικαρίας από τον Ηλία Γιαννίρη, επίκουρο καθηγητή Πολυτεχνείου Κρήτης, αρχιτέκτονα-πολεοδόμο και χωροτάκτη.                                                                                                 


Ιστορική και ανθρωπογεωγραφική παρουσίαση της Ικαρίας - Mέρος 2ο: Από αρχαιότητα μέχρι 18ο αιώνα


Ιστορική και ανθρωπογεογραφική παρουσίαση της Ικαρίας - Μέρος 3ο: Η νεότερη περίόδος μέχρι σήμερα                                       ΠΗΓΗ  https://www.youtube.com/watch?v=dOYDM8JgNO8

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Ράχες Ικαρίας

Οι Ράχες είναι μια μεγάλη περιοχή της βόρειας-βορειοδυτικής Ικαρίας. Αποτελείται
από αλλεπάλληλες λοφοπλαγιές που ξεκινούν σχεδόν από το επίπεδο της θάλασσας
και φτάνουν μέχρι τις βουνοκορφές του όρους «Αθέρας» (υψόμ. 1033 μ.). Εκεί
απλώνονται τέσσερις πεδινές εκτάσεις, το Πέζι, η Εριφή, τα Αμμουδιά και ο Ζηζό-
καμπος που κρατούν τα νερά της βροχής και τροφοδοτούν πολλούς χείμαρρους, οι
μεγαλύτεροι από τους οποίους είναι η Χαλαρή, ο Χάρακας και ο Μύρσωνας. Αυτοί
«οι ποταμοί» (όπως τους λένε οι Ικαριώτες), δεν στερεύουν το καλοκαίρι και έχουν
χαράξει στα βουνά απόκρημνες χαράδρες. Ανάμεσα τους σχηματίζονται αρκετές μικρές
κοιλάδες προφυλαγμένες από τις καιρικές συνθήκες και σχεδόν αθέατες από τη
θάλασσα. Μέσα τους κρύβονται, διάσπαρτα, τα χωράφια και τα σπίτια των ανθρώπων,
ενώ οι εκκλησίες κι οι πλατείες είναι κτισμένες πιο ψηλά, σε βραχώδη οροπέδια
σαν μπαλκόνια. Γύρω τους απλώνονται δάση, που σκεπάζουν με πράσινες σκιές αυτήν 

την πολυδαίδαλη γεωφυσική διαμόρφωση
.
 
 Ιστορία 
Όπως και η υπόλοιπη Ικαρία, οι Ράχες είναι γνωστό ότι κατοικούνται ήδη από την 
προϊστορική εποχή. Ωστόσο, η πιο ενδιαφέρουσα περίοδος, όσον αφορά αυτή την 
περιοχή, αρχίζει τον 15ο αιώνα, κατά τις τελευταίες μέρες της βυζαντινής αυτοκρατορίας, 
όταν εξαιτίας των πειρατών και των Τούρκων, η ζωή στα παράλια του Αιγαίου 
κατάντησε αφόρητη. Ενώ οι Γενοβέζοι δεσπότες του νησιού εγκατέλειπαν την Ικαρία 
και αναδιπλώνονταν στην κυριότερη βάση τους, τη Χίο, οι Ικαριώτες κατέφευγαν στα 
βουνά, ιδίως στη Λαγκάδα, μια απομονωμένη ορεινή κοιλάδα, στο δυτικό άκρο του 
νησιού, όπου ιδρύθηκε ένας πρωτόγονος, αλλά ασφαλής και καλά οργανωμένος αντι- 
πειρατικός οικισμός, ο κυριότερος αυτού του είδους σε ολόκληρο το νησί. Αυτή η εποχή 
ονομάστηκε «Αφάνεια» (= εξαφάνιση των κατοίκων) και περιλαμβάνει τον 16ο και 
μεγάλο μέρος του 17ου αιώνα. Ως αποτέλεσμα, δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι το νησί 
ήταν, αν όχι εντελώς ακατοίκητο, τουλάχιστον τόσο φτωχό, ώστε δεν άξιζε να ριψοκινδυνέψει 
κανείς στις απόκρημνες ακτές του για να ληστέψει ή να υποδουλώσει τους 
κατοίκους. Οι Ικαριώτες πέρασαν εκείνη την τρομερή περίοδο ζώντας σε πλήρη απομόνωση 
και υπό σκληρότατες συνθήκες διαβίωσης. Όμως παρέμειναν ελεύθεροι, τελείως 
ανενόχλητοι από τις επιδρομές και τους πολέμους που εξαφάνισαν κάθε ίχνος 
ζωής από άλλα νησιά του Αιγαίου.

Εξαιτίας της γεωγραφικής απομόνωσης του νησιού και της απουσίας εκτεταμένων
ανθρωπίνων παρεμβάσεων, η χλωρίδα της Ικαρίας χαρακτηρίζεται από εξαιρετική
αφθονία, ποικιλία και σπανιότητα ειδών. Τουλάχιστον όσον αφορά τα δέντρα,
τα πιο εντυπωσιακά είναι η ελαφοκουμαριά (ικαρ. «άντρακλος») με τον στιβαρό,
κατακόκκινο κορμό και τα ωραία λευκά άνθη, τα τεράστια πλατάνια, τα κυπαρίσσια
σε διάφορα είδη, καθώς και οι μικροί κέδροι που στολίζουν και χαρίζουν σκιά στις
παραλίες. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχαν ακόμα πυκνά δάση με κουμαριές,
μεγάλα ρείκια και βελανιδιές διαφόρων ειδών που έφταναν μέχρι τη θάλασσα και
σκέπαζαν τις ακτές. Στη θέση τους φύτρωσαν αργότερα τα πανύψηλα ωραία πεύκα
-σήμα κατατεθέν του ραχιώτικου τοπίου.
 

 Αρχιτεκτονική 
Εκτός ίσως από τον Άγιο Κήρυκο και τον Εύδηλο, έως τα μέσα του 20ού αιώνα 
πουθενά στο νησί δεν υπήρχαν συγκεντρωμένοι οικισμοί, του τύπου π.χ. των Κυκλάδων. 
Εκτός από λίγα καφενεία και καταστήματα γύρω από τις εκκλησίες, τα σπίτια στους 
ορεινούς οικισμούς ήταν μακριά το ένα από το άλλο, εναρμονισμένα στο φυσικό περιβάλλον 
με αξιοθαύμαστη τέχνη. Μοναδικό παράδειγμα στον χώρο του Αιγαίου, είναι 
το ιδιόρρυθμο «αντι-πειρατικό» ή «καμουφλαρισμένο» σπίτι της εποχής της «Αφάνειας» 
με τα εξής χαρακτηριστικά: α) έχει στέγη μονόρριχτη, σκεπασμένη με ακατέργαστες 
πλάκες, β) δεν υπάρχουν παράθυρα, ούτε καμινάδα, β) η θέση του είναι επιλεγμένη 
ώστε να μην φαίνεται από τη θάλασσα, και γ) μπροστά και κατά μήκος του σπιτιού 
υπάρχει ένας τοίχος, σαν παραπέτασμα, που κρύβει το φως της λάμπας τη νύχτα. Αυτά 
τα σπίτια είναι διάσπαρτα παντού, όμως ακόμη και σήμερα που το τοπίο έχει αλλάξει, 
χρειάζεται κανείς προσοχή για να τα διακρίνει.