Η ιστορική σχέση των μεσογειακών λαών με τη θάλασσα και ιδιαίτερα του ελληνικού, που έχει ένα τεράστιο πλεονέκτημα ακτογραμμής, ανέδειξε την αλιεία ως έναν πολύ σημαντικό τρόπο επιβίωσης ενώ γύρω από αυτήν ένας ιδιαίτερος πολιτισμός αναδύθηκε κι επιβίωνε μέχρι και πριν μερικές δεκαετίες. Αυτός ο πολιτισμός αποθησαύριζε την εμπειρία κι εξέλισσε την τεχνολογία, τραγουδούσε τη θάλασσα με τις χαρές και τους καημούς της, δημιουργούσε γεύσεις κι απλωνόταν σε κάθε μεριά της ενδοχώρας, από τα πεδινά μέχρι και τις κορυφές του προφήτη Ηλία που έψαχνε ανθρώπους οι οποίοι δεν είχαν δει ποτέ τους κουπί. Ένας πλούσιος κόσμος, με προβλήματα και δυνατότητες ήταν η παράλια Ελλάδα μέσα στη ναυτική της παράδοση.
Αυτός ο κόσμος σήμερα χάνεται στο όνομα της «γαλάζιας ανάπτυξης» που επιβάλει η ΕΕ, εξ αιτίας της διαχρονικής αδιαφορίας του κράτους για τον μικρό ψαρά και της θλιβερής κατάστασης που έχει περιπέσει ο ελληνικός λαός μετά τη μεταπολίτευση. Ο μικρός, ο παράκτιος ψαράς που αποτελεί τη συντριπτική πλειοψηφία μέσα στον κλάδο, είναι αυτός που έχει υποστεί τα μεγαλύτερα πλήγματα.
Το χτύπημα προς την «παραδοσιακή», όπως ονομάζεται η μικρού δυναμικού αλιεία, έχει δοθεί ήδη από την ΕΕ μέσα από την εξίσωση της δραστηριότητας της με τα καταστροφικά αποτελέσματα της βιτζότρατας και του γρι-γρι. Η υπεραλίευση, η οποία οφείλεται στην νόμιμη ή νομιμοποιημένη δραστηριότητά τους, παραπλανητικά, αποδίδεται στο σύνολο της ελληνικής αλιείας, ενοχοποιώντας με αυτόν τον τρόπο το μικρό ψαρά, καίγοντας τα χλωρά μαζί με τα ξερά. Έτσι ο περιορισμός της «παραδοσιακής αλιείας» ξεκινάει από τις νέες υποχρεωτικές προϋποθέσεις οι οποίες είναι δαπανηρές και πέφτουν στους ώμους των μικρών ψαράδων και φτάνει μέχρι και το σχέδιο της «γαλάζιας ανάπτυξης». Ένα σύνολο δράσεων της «γαλάζιας ανάπτυξης» αφορούν το επιχειρησιακό πρόγραμμα 2014-2020, της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής κόστους 6,5 δις ευρώ: υδατοκαλλιέργειες, θαλάσσιος τουρισμός, εξόρυξη βυθού, θαλάσσιες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, βιοτεχνολογία.
Συμπερασματικά και λαμβάνοντας υπόψη τόσο το νέο τρίτο μνημόνιο που εναποθέτει το βάρος του επαχθούς και άδικου χρέους στην πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων όσο και τις δρομολογημένες διαδικασίες προσαρμογής στην ευρωπαϊκή «γαλάζια ανάπτυξη», βλέπουμε να εξαφανίζεται ο μικρός ψαράς και τη θέση του να καταλαμβάνει η μεγάλου δυναμικού αλιεία, η βιομηχανική υδατοκαλλιέργεια, οι αθρόες εισαγωγές ψαριών από τον Ατλαντικό και τη Δυτική Αφρική καθώς και μια σειρά δραστηριοτήτων που απαιτούν επιχειρηματική λογική, υψηλές γνωριμίες, κεφάλαιο και εξειδικευμένες γνώσεις. Στις σύγχρονες συνθήκες μετά τη φτωχοποίηση μεγάλου μέρους της Ικαριωτικης κοινωνίας, πολλοί ερασιτέχνες έχουν εντείνει τις προσπάθειές τους και από απλή ευχαρίστηση, το ψάρεμα, στηρίζει το καθημερινό τραπέζι και έχει καταστεί συμπλήρωμα του εισοδήματός τους. Κι ενώ υπάρχει μια νέα αναζήτηση στραμμένη προς την παράκτια «παραδοσιακή αλιεία» εν τούτοις δεν υπάρχουν κίνητρα που να την ευνοούν, αντίθετα εφαρμόζονται κανονιστικές διατάξεις με βάση τις οδηγίες της ΕΕ που την καθιστούν απαγορευτική. Αντίστοιχα στις σχολικές μονάδες δεν υπάρχει η αλιεία και θαλάσσιο περιβάλλον ως επαγγελματικός προσανατολισμός με αποτέλεσμα οι νέες γενιές να στερούνται αυτής της γνώσης και εξοικείωσης με την αλιεία και τη θάλασσα, σε ένα νησί όπως η Ικαρία .
Απέναντι στην πολυδιάστατη κρίση που περνάμε, κεντρική σημασία αποκτά η ανασυγκρότηση της παραγωγής με βάση τις σημερινές εναπομείνασες δυνατότητες. Αυτές, δεν είναι άλλες από τις ζωντανές δυνάμεις ανθρώπων που, συνεργατικά και φιλικά, θα δώσουν το ανάλογο νόημα στην παραγωγή των αγαθών, κραδαίνοντας τη σκυτάλη από την ιστορία και τους παλιούς που ακόμα ζούνε στο νησί. Οι σχέσεις εμπιστοσύνης και η αλληλεγγύη, η γνώση και ο μόχθος, θα συμβάλουν στο φτιάξουμε μια τοπική οικονομία που θα διαπλατύνεται και θα συνθέτει στο διάβα της τη ζωή και την επιβίωση. Θέλουμε μια Ικαρία που θα κρατά τα παιδιά της στο νησί και θα τους δίνει τη δυνατότητα να αναπτύξουν δημιουργικά τις παραγωγικές τους ικανότητες σε μια φιλική-συνεργατική οικονομία.
Απέναντι στην πολυδιάστατη κρίση που περνάμε, κεντρική σημασία αποκτά η ανασυγκρότηση της παραγωγής με βάση τις σημερινές εναπομείνασες δυνατότητες. Αυτές, δεν είναι άλλες από τις ζωντανές δυνάμεις ανθρώπων που, συνεργατικά και φιλικά, θα δώσουν το ανάλογο νόημα στην παραγωγή των αγαθών, κραδαίνοντας τη σκυτάλη από την ιστορία και τους παλιούς που ακόμα ζούνε στο νησί. Οι σχέσεις εμπιστοσύνης και η αλληλεγγύη, η γνώση και ο μόχθος, θα συμβάλουν στο φτιάξουμε μια τοπική οικονομία που θα διαπλατύνεται και θα συνθέτει στο διάβα της τη ζωή και την επιβίωση. Θέλουμε μια Ικαρία που θα κρατά τα παιδιά της στο νησί και θα τους δίνει τη δυνατότητα να αναπτύξουν δημιουργικά τις παραγωγικές τους ικανότητες σε μια φιλική-συνεργατική οικονομία.