Ο πύργος του Δρακάνου είναι κτισμένος σε ύψωμα που περιβάλλεται από τείχος, σε δεσπόζουσα θέση ανάμεσα σε μικρή πεδιάδα και την ακτή του ορμίσκου του Αγίου Γεωργίου, πολύ κοντά στο ομώνυμο ανατολικό ακρωτήριο της Ικαρίας («Φανάρι» ή «Δράκανο»).
Μάλλον ογκώδης, για τα αρχαία ελληνικά δεδομένα, ο πύργος έχει σωζόμενο ύψος περ. 13,5 μ., διάμετρο περ. 25,5 μ. και πάχος λιθοδομής περ. 1 μ. Αποτελείται από ογκώδεις δόμους από λευκό ντόπιο ασβεστόλιθο, καμπύλους εξωτερικά, κατά το «λέσβιο» σύστημα λιθοδομής. Στο εσωτερικό, μία σκάλα, κτισμένη στα τοιχώματα, οδηγούσε στον δεύτερο όροφο, όπου πιθανώς διέμενε η φρουρά. Όμως, ο προορισμός του δεύτερου ορόφου ήταν κυρίως αμυντικός, όπως δηλώνουν έξι μακρόστενες τοξοθυρίδες, πλατύτερες στην εσωτερική πλευρά (περ. 50 εκ.) και στενότερες εξωτερικά (10 εκ.), ανοιγμένες στα τοιχώματα σε ύψος περ. 1,5 μ. επάνω από το δάπεδο του δεύτερου ορόφου. Επάνω από τις τοξοθυρίδες βρισκόταν ο τρίτος και τελευταίος όροφος του πύργου, με κύριο χαρακτηριστικό τα μεγάλα ορθογώνια ανοίγματα με άπλετη θέα προς όλα τα σημεία του ορίζοντα[1]. Από αυτό το μεγάλο ύψος, όπου δεν μπορούσαν να φθάσουν τα βέλη των πολιορκητών, οι υπερασπιστές του πύργου αμύνονταν βάλλοντας με καταπέλτες και βαλλίστρες ή έστελναν μηνύματα με φωτεινά σήματα προς τα πλοία ή τις φιλικές δυνάμεις πεζικού που βρίσκονταν στις γύρω στεριές.
Αποτελούσε έναν από τους 7 πύργους που υπήρχαν στο νησί και ειδοποιούσαν τους κατοίκους σε περίπτωση εμφάνισης πειρατικού ή άγνωστου καραβιού.Ο πύργος του Δράκανου αποτελεί σημαντικό μνημείο της αρχαιότητας και είναι ένας από τους ψηλότερους στο Αιγαίο. |
Από τον πύργο εκτείνονται προς βορρά δύο παράλληλα τείχη μήκους 60 μ., σε απόσταση περ. 23 μ. το ένα από το άλλο, σχηματίζοντας έναν ευρύχωρο διάδρομο για την ασφαλή είσοδο και έξοδο της φρουράς, όταν γινόταν πολιορκία. Αν όμως οι εχθροί είχαν καταφέρει να πλησιάσουν κοντά στο τείχος ή οι αμυνόμενοι ήσαν ολιγάριθμοι και δεν επαρκούσαν για να υπερασπίσουν τον τειχισμένο διάδρομο σε όλη του την έκταση (6.000 τετ. μ.), οι κατασκευαστές είχαν προβλέψει να κτίσουν ένα μικρότερο εγκάρσιο τείχος, διαχωριστικό ανάμεσα στα δυο παράλληλα τείχη. Αυτό το διατείχισμα ήταν αρκετά κοντά στον πύργο και είχε σκοπό να περιορίσει τον αμυντικό περίβολο, ώστε σε περίπτωση στενής πολιορκίας οι πολιορκημένοι να συσπειρωθούν και επομένως να μπορέσουν να αμυνθούν αποτελεσματικότερα.
Προσπάθεια χρονολόγησης του πύργου
Μολονότι είναι γενικά αποδεκτό ότι το λέσβιο σύστημα λιθοδομής και οι αψιδωτές πύλες διαδόθηκαν περί τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτά τα δύο αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά δεν αρκούν από μόνα τους για την ασφαλή χρονολόγηση του πύργου. Απεναντίας, αν εξετάσει κανείς ένα προς ένα τα χαρακτηριστικά του οικοδομήματος, ως προς την περίοδο κατά την οποία εμφανίζονται, προκύπτει ότι ο πύργος θα μπορούσε να έχει ανεγερθεί μία οιαδήποτε χρονική στιγμή στη διάρκεια τριών αιώνων – από τον 5ο αιώνα π.Χ. έως και την ελληνιστική εποχή.
Ωστόσο, οι γενικές γνώσεις που διαθέτουμε για την ιστορία της περιοχής δεν επιτρέπουν μια πρώιμη χρονολόγηση του πύργου στον 5ο αιώνα. Εκείνη την εποχή οι Αθηναίοι, φοβούμενοι απόπειρες αποστασίας, δεν επέτρεπαν στα μέλη της Συμμαχίας της Δήλου να κτίζουν οχυρά -είναι γνωστή άλλωστε η ακραία περίπτωση της Χίου (Θουκυδίδης 2. 4. 5), όπου οι Αθηναίοι διέταξαν τους κατοίκους να κατεδαφίσουν τα νέα τείχη της πόλης τους, που μόλις είχαν ολοκληρώσει-, με ατυχές επακόλουθο ο Αλκίδας να συναντήσει πολλές ανοχύρωτες πόλεις στην εκστρατεία του στο Αιγαίο το 427 π.Χ. Μόνο περί τα τέλη του Πελοποννησιακού Πολέμου, ειδικά μετά την εξέγερση της Χίου το 412 π.Χ., όταν το Αιγαίο είχε πάψει πλέον να θεωρείται αθηναϊκή mare clausum, όσα μέλη παρέμειναν πιστά στη Συμμαχία φρόντισαν να οικοδομήσουν οχυρώσεις. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό ότι εκείνα τα χρόνια στην περιοχή του Δρακάνου οι Αθηναίοι έκτισαν, αν όχι το λαμπρό οικοδόμημα που βλέπουμε σήμερα, ένα ίσως πιο πρόχειρο παρατηρητήριο, με σκοπό να ελέγχουν τις κινήσεις των Σπαρτιατών στην περιοχή και σε περίπτωση ανάγκης να ειδοποιούν τον στόλο τους που ναυλοχούσε τότε απέναντι στη Σάμο. Αυτό το πρόχειρο, αλλά επίφοβο φρούριο ήθελε πιθανώς να αποφύγει ο Κλέαρχος, όταν προτίμησε να κάνει τον γύρο της Ικαρίας όχι από το Δράκανο, αλλά από το δυτικό ακρωτήριο του νησιού, διακινδυνεύοντας να ναυαγήσει λόγω των καιρικών συνθηκών που επικρατούν συχνά εκεί (πράγματι, συνάντησε θύελλα που τον παρέσυρε μακριά μέχρι τη Δήλο). Αυτόν μάλλον τον κίνδυνο είχε, επίσης, κατά νουν ο Καλλικρατίδας, όταν προκαλούσε τον Λύσανδρο να αποδείξει πως ήταν απόλυτος κυρίαρχος των θαλασσών, ζητώντας του να πλεύσει από την Έφεσο στη Μίλητο, με τη Σάμο στα αριστερά -να διασχίσει, δηλαδή, αν τολμούσε, το στενό μεταξύ Ικαρίας και Σάμου.
Το έδαφος στο Δράκανο είναι αρκετά επίπεδο, ωστόσο δεν υπάρχει παρά ελάχιστο νερό[2]. Αυτό το μειονέκτημα, όμως, μάλλον δεν ήταν αρκετό ώστε να εμποδίσει τους ανθρώπους να εγκατασταθούν στην περιοχή. Πράγματι με την πάροδο του χρόνου το Δράκανο αναπτύχθηκε τόσο, ώστε κάποια στιγμή, όταν οι γενικότερες συνθήκες το επέτρεψαν, έφτασε να υποσκελίσει τα Θέρμα και έγινε η δεύτερη σημαντικότερη πόλη της Ικαρίας μετά την Οινόη. Παρ’ όλα αυτά, όσοι και αν ήσαν οι κάτοικοι του Δρακάνου, θεωρείται μάλλον απίθανο να διέθεταν τη δυνατότητα να κτίσουν έναν πύργο τόσο μεγαλοπρεπή για δική τους χρήση, ακόμα και αν είχαν ζητήσει τη συνδρομή όλων των κατοίκων του νησιού. Τόσο το ίδιο το οικοδόμημα, όσο και η συντήρηση και η επάνδρωσή του με φρουρά απαιτούσαν αναμφίβολα αρκετά μεγάλες δαπάνες, τέτοιες ώστε ο εμπνευστής αυτού του σχεδίου δεν μπορεί παρά να ήταν μία ισχυρή ναυτική δύναμη με ευρύτερες στρατηγικές φιλοδοξίες στην περιοχή -πιθανότατα η Αθήνα του 4ου αιώνα π.Χ., λίγο μετά την ίδρυση της Β’ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Οι Αθηναίοι, άλλωστε, είναι γνωστό ότι είχαν τροποποιήσει τη ναυτική στρατηγική που ακολούθησαν στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, όταν πίστευαν ότι μπορούσαν να ελέγχουν ολόκληρο το Αιγαίο, βασιζόμενοι αποκλειστικά στον στόλο τους. Όσα πλοία και αν διέθεταν, οι περιπολίες τους ποτέ δεν ήσαν αρκετές· έτσι εγκατέστησαν σε διάφορα στρατηγικά σημεία των ακτών μόνιμα επανδρωμένα οχυρά φυλάκια με προορισμό να επιβλέπουν και να αναφέρουν κάθε εχθρική κίνηση στον αντίστοιχο θαλάσσιο τομέα. Πράγματι, στη Λέρο, στην Αστυπάλαια, στην Άνδρο, στην Κέα, στην Κύθνο, στη Σέριφο, στη Σάμο και την Αμοργό υπάρχουν αρκετοί οχυρωμένοι πύργοι που έχουν πολλά κοινά γνωρίσματα με τον πύργο του Δρακάνου -έστω και αν οι ειδικοί δεν έχουν συμφωνήσει ακόμα για τη συγκεκριμένη λειτουργία του κάθε πύργου.
________________________________________
Το 1826, οτη διάρκεια του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, όταν ο ελληνικός στόλος πέρασε από την Ικαρία, σπεύδοντας να εμποδίσει την επικείμενη καταστροφή της Σάμου από τους Τούρκους, ο ναύαρχος Σαχτούρης αποφάσισε να δοκιμάσει την ευθυβολία των νέων πυροβόλων των πλοίων του και επέλεξε ως στόχο τον πύργο του Δρακάνου. Οι βολές προκάλεσαν τις ζημιές που βλέπει κανείς σήμερα στη λιθοδομή, κυρίως στο άνω μέρος.
Το Δράκανο ή «Φανάρι» ή «Φάρος», όπως λέγεται σήμερα, έχει γίνει δημοφιλές θέρετρο των κατοίκων του Αγίου Κηρύκου, ωστόσο ο τόπος δεν έχει πηγές, μόνο πηγάδια με γλυφό νερό. Η έλλειψη αυτή δεν επηρεάζει καθόλου τα αμπέλια. Τα σταφύλια του Φαναριού θεωρούνται τα καλύτερα σε όλο το νησί. Το 1992, όταν άρχισε η κατασκευή του νέου αεροδρομίου της Ικαρίας, η μορφολογία της περιοχής άλλαξε δραματικά, αφού ο αεροδιάδρομος κατέλαβε ολόκληρη την έκταση της αρχαίας πεδιάδας από τη βόρεια μέχρι τη νότια ακτή.
Το κείμενο είναι από το βιβλίο του Αντώνη Παπαλά “Αρχαία Ικαρία” https://www.isamos.gr/ φωτογραφιεςJoannis Xiros