Μια φορά κι έναν καιρό στο νότιο τμήμα του νησιού, πάνω από το χωριό Ξυλοσύρτης, στο οροπέδιο της Κάμπας, από την εκκλησία της Παναγιάς στην πλευρά την αντικρινή, ζούσε μια γριά, μόνη, αυτή και τα κατσίκιά της. Μόνη να τα βοσκήσει, μόνη να τ΄αρμέξει, να τα κουρέψει, να τα γνοιαστεί. Κι εκείνα να της δώσουν γάλα, τυρί, κρέας, μαλλί, να πουλήσει, να πορευτεί... Κι όλα πήγαιναν καλά μέχρι τη χρονιά που συνέβη το κακό. Ο βαρύς χειμώνας είχε ξεπεραστεί, ο Μάρτης αποχωρούσε χωρίς απρόοπτα και τότε ήταν που η Γριά δε συγκρατούσε τη χαρά της απ΄ τα μπερεκέτια της, μόν΄ τραγουδούσε: «Στην πομπή σου Μάρτη μου, δέκα αμπάδια κούρεψα και δέκα μονοκέρια!».
Τι το ήθελε; Τ ΄άκουσε ο Μάρτης, έγινε πυρ και μανία! Έπρεπε αυτή η αναιδέστατη που δεν τον ψηφούσε, να πάρει ένα «μάθημα» για την αλαζονεία της... Έλα , όμως, που τότε ο Μάρτης είχε 28 ημέρες και ο Φεβρουάριος 31. Παίρνει, λοιπόν, από κοντά τον Φλεβάρη και πες πες τον έπεισε να του δανείσει τρεις ημέρες, για να προλάβει να αναταράξει τη φύση . Έτσι κι έγινε, χωρίς ο Φλεβάρης να καταλάβει ότι θα ήταν «δανεικές κι αγύριστες» από τούδε και στο εξής οι ημέρες του.
Τέτοιο βουητό, τέτοια αντάρα, τέτοια νεροποντή, τέτοια καταστροφή είχε χρόνια να δει το βουνό... Μαύρισε η πλάση, ξεριζώνονταν οι βράχοι, πλημμύρισε ο τόπος. Πάει η καλύβα της Γριάς , πάνε και τα κατσικάκια. Πνίγηκαν όλα, άσπρα και μαύρα, με κέρατα και χωρίς. Αλλά και η ίδια δεν είχε καλύτερη τύχη. Η καψερή, αφού είδε πρώτα όλες τις ψυχές από το βιός της να χάνονται, παρασύρθηκε από τα ορμητικά νερά, καταπληγωμένη σε χαράδρες και σε ρουμάνια, για να καταλήξει, άψυχη πια, να πετρώσει στη θάλασσα ανατολικά του χωριού, εκεί στον Κακοπέρατο.http://www.ikariamag.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου